Τέχνες και Σύνεργα του Πέτρου Βλαστού



 

Τέχνες και σύνεργα του Πέτρου Βλαστού

 

 

Δημήτρη Λιθοξόου

 2013

 


Επεξεργασία του μεγαλύτερου μέρους του υλικού της ρωμαίικης ή δημοτικής γλώσσας, που περιέχεται στο δεύτερο τμήμα του έργου του Πέτρου Βλαστού "Συνώνυμα και Συγγενικά - Τέχνες και Σύνεργα" (Αθήνα 1931, σελ. 271-490) και παρουσίασή του εδώ, υπό μορφή Λεξικού.

 

 

 

αβάρα: κάνω αβάρα > πελαγίζω > αρμενίσματα

αβαράρω: > πελαγίζω > αρμενίσματα

αβάρετη: > γγαστρωμένη > βιολογικά

αβάρετος: ο ήλιος > αβγή > αστρικά

αβαρία: ζημιά στη μεταφορά, θαλασσοζημία > αβαρία > του κούρσου και του φορτωτή

αβάρω: αβάρω τα πανιά > αβάρω > αρμενίσματα

αβασκαμός: > βασκανιά > δαιμονικά

αβασκαντήρα: > φυλαχτό > δαιμονικά

αβάσκαντος: > αβάσκαντος > δαιμονικά

αβγά: > αβγά > του φαγιού

άβγα: > πόρτα > του χτίστη

αβγατιστή: > παιδιών > παιγνίδια

αβγερινός: > πλανήτες > αστρικά

αβγή: > αβγή > αστρικά

αβγή: > αβγή > της μέρας και της ώρας

αβγηνάδα: > αβγή > αστρικά

αβγίλα: > αβγουλάδα > πουλολογικά

αβγό: > αβγά > του φαγιού

αβγό: > αβγό > πουλολογικά

αβγό: αβγό του ουρουντισμάτου (για κάλτσες) > μπάλωμα > ραφτικά

αβγογεννώ: > αβγομάνα > πουλολογικά

αβγοθήκη: > αβγομάνα > πουλολογικά

αβγοκαλάμαρο: > ζυμαρικά > του φαγιού

αβγοκόβω: > κλουβιάζω > πουλολογικά

αβγοκουλούρα: > ψωμί > του φαγιού

αβγοκούλουρο: > ζυμαρικά > του φαγιού

αβγοκούλουρο: > ψωμί > του φαγιού

αβγοκούλουρο: τα φέρναν στην εκκλησιά για να τα βλογήσει ο παπάς > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αβγολέμονο: > ζουμί > του φαγιού

αβγολογώ: > αβγουλάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

αβγολογώ: ξετάζω την όρνιθα για να δω αν έχει κανένα αβγό έτοιμο > αβγολογώ > πουλολογικά

αβγομαζώνω: μαζέβω τ' αβγά από τη φωλιά > αβγολογώ > πουλολογικά

αβγομάνα: > αβγομάνα > πουλολογικά

αβγομάνα: > αβγουλάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

αβγομάνα: ωοθήκη > αβγομάνα > όργανα

αβγοσαλάτα: > σαλάτα > του φαγιού

αβγόσυκα: > σύκα > του φαγιού

αβγοτάραχο: σκελί αβγοτάραχου > ψάρια και χαβαρικά > του φαγιού

αβγότσοφλο: > αβγό > πουλολογικά

αβγούλα: > αβγή > αστρικά

αβγούλα: μεγάλο αβγό (Μάνη) > αβγό > πουλολογικά

αβγουλάδα: > αβγουλάδα > πουλολογικά

αβγουλάδικο: > αβγουλάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

αβγουλάς: > αβγουλάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

αβγουλάτα: > σταφύλια > του φαγιού

Άβγουστος: > μήνας > της μέρας και της ώρας

αβγοφάς: αρώστια που σταματά την κότα να κάνει αβγά > στις κότες > αρώστιες ζώων

αβγόφυλλο: > αβγό > πουλολογικά

αβγωμένο: βιβλίο με ασπράδι πριν τυπωθούν τα γράμματα στο πετσί > αβγωμένο > του βιβλιοδέτη

αβγώνω: αλείφω με ασπράδι > αβγώνω > του βιβλιοδέτη

αβγώνω: γεμίζω αβγά > αβγώνω > πουλολογικά

αβγωτός: > αβγώνω > πουλολογικά

αβδελλιάζουν: από αρρώστια του συκωτιού > στα πρόβατα > αρώστιες ζώων

αβιζότι: > μέρη του τουφεκιού > του πολεμιστή

άβλαβο: > φίδι > σερπετά

αβλάκι: > αβλάκι > του χωραφιού

αβλάκι: > οργώνω > του χωραφιού

αβλάκι: ράβδωσις > κολόνα > του χτίστη

αβλακιά: > κολόνα > του χτίστη

αβλακιά: > οργώνω > του χωραφιού

αβλακιά: > πληγή > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αβλακώνω: > οργώνω > του χωραφιού

αβλακωτό: > μαχαίρι > του πολεμιστή

αβλέμονας: > θαλασσόπατο > της θάλασσας και του καιρού

αβλεμόνι: τρύπα βαθιά στον πάτο της θάλασσας > θαλασσόπατο > της θάλασσας και του καιρού

άβλεπος: > τυφλός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αβλή: > αβλή > του χτίστη

αβλόγυρος: > αβλή > του χτίστη

αβλόθυρα: > αβλή > του χτίστη

αβλόθυρα: > πόρτα > του χτίστη

αβλόπορτα: > αβλή > του χτίστη

αβλόπορτα: > πόρτα > του χτίστη

αβλός: > ποτιστής > της βοσκής

αβλόσκαλα: > σκάλα > του χτίστη

αβλόστρωτο: > αβλή > του χτίστη

αβρεξιά: > αναβροχιά > καιρικά

άβρεχτη: άβρεχτη μέρα = που δεν έβρεξε > αναβροχιά > καιρικά

αβροχιά: > αναβροχιά > καιρικά

αβυζαξιά: > βυζαίνω > βιολογικά

άγαλα: > ζωντανά > της βοσκής

άγαλη: > γαλούσα > βιολογικά

αγαλήπα: ακαλήφη > τσουκνίδα > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αγανάδα: το μέρος στη θάλασσα που σκουραίνει από λαφρί αγέρι ενώ γύρω του είναι γαλήνη > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

άγανο: > στάχυ > φυτολογικά

αγάπης: της αγάπης το βοτάνι > μαγιοβότανο > δαιμονικά

αγαπητικιά: > αγαπητικός > οικογενειακά

αγαπητικός: > αγαπητικός > οικογενειακά

αγαπός: > αγαπητικός > οικογενειακά

αγγάστρι: > αγγάστρι > βιολογικά

αγγάστρι: > αγγαστριά > βιολογικά

αγγαστριά: > αγγαστριά > βιολογικά

αγγάστρωτη: > γγαστρωμένη > βιολογικά

αγγίξιμο: > πιάση > φυσιολογικά

αγγιό: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

άγγισμα: > πιάση > φυσιολογικά

άγγισμα: αρώστια από ξωτικό > μάγεμα > δαιμονικά

αγγόνα: > αγγόνι > οικογενειακά

αγγονή: > αγγόνι > οικογενειακά

αγγόνι: > αγγόνι > οικογενειακά

αγγονός: > αγγόνι > οικογενειακά

αγγούρια: > λαχανικά > του φαγιού

αγγουροσαλάτα: > σαλάτα > του φαγιού

αγγρίφι: > αγγρίφι > του καραβιού

αγελάδα: > γελάδι > της βοσκής

αγελαδάρης: > βοσκός > της βοσκής

αγελαδιά: > πετσί > του παπουτσή

αγελαδίσιο: > κρέας > του φαγιού

αγέννητη: > πρόβατο > της βοσκής

αγέρας: > άνεμος > καιρικά

αγέρας: δικαίωμα να έχεις ανοιχτό αγέρα σε γειτονικό χτήμα > σπίτι > του χτίστη

αγέρηδες: οι τέσσερις αγέρηδες > άνεμος > καιρικά

αγέρι: > άνεμος > καιρικά

αγέρι: > επιληψία > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγέρι: > κλίμα > καιρικά

αγέρι: > στεριανό > καιρικά

αγερικά: > νεράιδα > δαιμονικά

αγερικό: > άνεμος > καιρικά

αγερικό: > στοιχιό > δαιμονικά

αγερίνα: ο πολύ ψιλός άμμος του γιαλού > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

άγια λάδια (τα): > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

άγια τράπεζα: > μέρη της εκκλησιάς > της εκκλησιάς

αγιάζι: > δροσιά > καιρικά

αγιάζω: > θρησκευτικές δουλιές > της εκκλησιάς

Αγιαντρέας: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

αγιαπύλη: > μέρη της εκκλησιάς > της εκκλησιάς

αγίασμα: άγιος τόπος όπου βγαίνει νερό θαυματουργό > προσκύνημα > της εκκλησιάς

αγίασμα: νερό για ν' αγιάσει ο παπάς (δες αγιασμός) > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

άγιασμα: άγιος τόπος όπου βγαίνει νερό θαυματουργό > προσκύνημα > της εκκλησιάς

αγιασματάρι: βιβλίο ακολουθιών > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιασματερό: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιασμός: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιασμός: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

αγιαστήρα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιαστήρι: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιαστούρα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιάτικο: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιζότι: > μέρη του τουφεκιού > του πολεμιστή

αγιογιωργίτης: Απρίλης > μήνας > της μέρας και της ώρας

αγιόγραφα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιοκέρι: > φωτιστικά > της εκκλησιάς

αγιόκλαδα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγιομνήσι: η μέρα που γιορτάζει ο άγιος > λειτουργικά > της εκκλησιάς

αγιόξυλο: > ξύλα > του μαραγκού

αγιοπούλι: Pastor > αγιοπούλι > πουλιά

αγιορίτης: > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

άγιος θρόνος: > μέρη της εκκλησιάς > της εκκλησιάς

αγιοστέφανο: > κονίσματα > της εκκλησιάς

αγιοταφίτης: > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

αγιουλάκι: αγιογραφία > κονίσματα > της εκκλησιάς

αγιούπας: > γύπας > πουλιά

αγιοχώματος: > μακαρίτης > οικογενειακά

αγιόψωμο: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αγκάθι: > αγκάθι > φυτολογικά

αγκάθι: > σπυρί > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγκαθιά: > αγκάθι > φυτολογικά

αγκαθιάζει: > αγκαθιάζει το χωράφι > φυτολογικά

αγκαθομούστακο: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

αγκαθόχτενο: > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

αγκάλη: > αγκαλιά > ανατομικά κατατόπια

αγκάλη: μικρός κόρφος > κόρφος > της θάλασσας και του καιρού

αγκαλιά: > αγκαλιά > ανατομικά κατατόπια

αγκαλιά: > χεροβολιάζω > του χωραφιού

αγκαλιά: > χεροβολιάζω > του χωραφιού

αγκαλιά: αγκαλιά της ράχης > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

αγκαλιές: πετιέται αγκαλιές το νερό από τη βρύση > βρύση > του χωραφιού

αγκάλιστρος: > αδράχτι > του αργαλιού και της ρόκας

αγκίδα: > αγκάθι > φυτολογικά

αγκίδα: > αγκίδι > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγκίδα: > αγκίστρι > της ψαρικής

αγκίδα: > μέρη του αδραχτιού > του αργαλιού και της ρόκας

αγκίδα: > παρανυχίδα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγκίδι: > αγκάθι > φυτολογικά

αγκίδι: > αγκίδι > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγκίδι: > μέρη του αδραχτιού > του αργαλιού και της ρόκας

αγκίδι: η γυριστή μύτη του αγκιστριού > αγκίστρι > της ψαρικής

αγκινάρα: > μέρη του αδραχτιού > του αργαλιού και της ρόκας

αγκίνι: η σιδερένια μύτη που είναι στην άκρη του αδραχτιού > μέρη του αδραχτιού > του αργαλιού και της ρόκας

αγκίστρεμα: ψάρεμα με το αγκίστρι > ψαρική > της ψαρικής

αγκίστρι: > αγκίστρι > της ψαρικής

αγκιστρώνω: πιάνω με το αγκίστρι > ψαρέβω > της ψαρικής

αγκλιδέρα: > γκλίτσα > της βοσκής

άγκουρα: > άγκυρα > του καραβιού

άγκουρα: > ρίχνω άγκουρα > αρμενίσματα

αγκουρέτο: > αγκουρέτο > του καραβιού

αγκύλα: > αγκάθι > φυτολογικά

αγκύλι: > αγκάθι > φυτολογικά

αγκυλόπετρα: > πέτρα > πέτρες

άγκυρα: > άγκυρα > του καραβιού

αγκυροβόλι: > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

αγκυρώνω: > ρίχνω άγκουρα > αρμενίσματα

αγκωνάρι: της γωνιάς > πέτρα > του χτίστη

αγκώνας: > μπράτσο > ανατομικά κατατόπια

άγκωνας: > μέρη της άγκυρας > του καραβιού

αγκωνή: > τζάκι > του σπιτικού

αγλίστρα: Anas platyrhynchos > αγριόπαπια > πουλιά

αγλύκαντος: αγλύκαντος κι αδρόσιστος (ή αχλώρατος) > ανεμορούφουλος > κατάρες και εφκές

άγλωσσος: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγναντάρω: αγναντάρω ψάρι > ψαρέβω > της ψαρικής

αγναντερός: που στέκεται ψηλά κι ανοιχτά > αγνάντιο > τοπογραφικά

αγνάντιο: > αγνάντιο > τοπογραφικά

άγναφτο: > πετσί > του παπουτσή

αγολολάτης: > αγωγιάτης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αγοραστής: > έμπορος > άλλες τέχνες και σύνεργα

αγόρι: > γιος > οικογενειακά

αγοροκόριτσο: > κόρη > οικογενειακά

αγοροπουλητής: > έμπορος > άλλες τέχνες και σύνεργα

αγουρήθρα: > καρπός > φυτολογικά

αγουρίδι: > καρπός > φυτολογικά

αγουριδόζουμο: > ζουμί > του φαγιού

αγουρόλαδο: από άγουρες ελιές > λάδι > του φαγιού

αγουροχιόνισμα: > χιόνι > καιρικά

αγριάπιδο: > απίδι > του φαγιού

αγρίδι: > αγρίμι > του κυνηγού

αγρίδι: > χερσάδα > τοπογραφικά

αγρίδι: > χερσάδα > του χωραφιού

αγρίμι: > αγρίμι > του κυνηγού

αγρίμι: Capra ibex vel aegagrus > αγριόγιδο > θηλαστικά

αγριμιά: > ερημιά > τοπογραφικά

αγριμιά: > χερσάδα > τοπογραφικά

αγριμιά: > χερσάδα > του χωραφιού

αγριμολόγα: σκύλα αγριμολόγα > σκύλος > θηλαστικά

αγριμολόγα: σκύλα αγριμολόγα > σκύλος > του κυνηγού

αγρινό: άγρια προβατίνα > αγρίμι > του κυνηγού

αγρινό: άγρια προβατίνα > αγριόγιδο > θηλαστικά

άγριο: > το ξύλο είναι > του μαραγκού

αγριοβλάσταρα: > αγριόχορτα > φυτολογικά

αγριοβόρι: > βορίσματα > καιρικά

αγριοβότανα: > αγριόχορτα > φυτολογικά

αγριοβούβαλο: Bos bubalus > αγριοβούβαλο > θηλαστικά

αγριόβουδο: Bos bonasus > αγριόβουδο > θηλαστικά

αγριοβούνι: > βουνό > τοπογραφικά

αγριογάδαρος: όναγρος > γαϊδούρι > θηλαστικά

αγριογάδουρο: > γαϊδούρι > θηλαστικά

αγριόγαλλος: Otis tarda > αγριόγαλλος > πουλιά

αγριόγατα: Felis catus > αγριόγατος > θηλαστικά

αγριόγατος: Felis catus > αγριόγατος > θηλαστικά

αγριόγιδα: Capra ibex vel aegagrus > αγριόγιδο > θηλαστικά

αγριογίδι: Capra ibex vel aegagrus > αγριόγιδο > θηλαστικά

αγριόγιδο: Capra ibex vel aegagrus > αγριόγιδο > θηλαστικά

αγριογούρουνο: suidae > γουρούνι > θηλαστικά

αγριοκαίρι: > κακοκαιριά > καιρικά

αγριοκάτσικο: Capra ibex vel aegagrus > αγριόγιδο > θηλαστικά

αγριοκόκορας: Upupa epops > τσαλαπετεινός > πουλιά

αγριοκόριτσο: > κόρη > οικογενειακά

αγριόκοτα: Otis tetrax > αγριόκοτα > πουλιά

αγριομέλισα: Vespa crabro > αγριομέλισα > σκουλήκια και ζωύφια

αγριομερινό: αγρίμι που τρώγεται > αγρίμι > του κυνηγού

αγριόμηλο: > μήλο > του φαγιού

αγριόπαπια: Anas platyrhynchos > αγριόπαπια > πουλιά

αγριοπερίστερο: Columba livia > αγριοπερίστερο > πουλιά

αγριοπετεινός: Upupa epops > τσαλαπετεινός > πουλιά

αγριόπετος: lagopus scoticus > ξυλοπετεινός > πουλιά

αγριοπουλάδα: Fulica atra > αγριοπουλάδα > πουλιά

αγριοπούλι: > πουλί > πουλολογικά

αγριόρνιθα: Otis tetrax > αγριόκοτα > πουλιά

αγριόσκουπα: > σκούπα > του σπιτικού

αγριοστάφυλα: > σταφύλια > του φαγιού

αγριόσυκα: > σύκα > του φαγιού

αγριοσφογγάρι: > βουτηχτής > αρμενίσματα

αγριοσφουγγάρι: > σφουγγάρι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αγριόφαγγρος: Sparus aurata > τσιπούρα > ψάρια της θάλασσας

αγριοχελίδονο: Micropus apus > αγριοχελίδονο > πουλιά

αγριόχηνα: Anserinae > χήνα > πουλιά

αγριόχορτα: > αγριόχορτα > φυτολογικά

αγριοψώρα: > ψώρα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αγρούζα: > αγρούζα > ψάρια του γλυκού νερού

αγρυπνιά: > αγρύπνια > φυσιολογικά

αγρύπνια: > αγρύπνια > φυσιολογικά

αγύμνι: άστρωτο > σαμαριάρικα ζα > του αγωγιάτη και του αμαξά

αγύριστο: > χωράφι > του χωραφιού

αγύριστος: > διάβολος > δαιμονικά

αγώγι: > αγώγι > του αγωγιάτη και του αμαξά

αγωγιάτης: > αγωγιάτης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αγωγιάτικα: > αγώγι > του αγωγιάτη και του αμαξά

άδαρτο: άδαρτο γάλα > γάλα > της βοσκής

αδειάζει: > το σπυρί > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αδερφάδες: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφάκι: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφή: > αδέρφι > οικογενειακά

αδέρφι: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφοδιώχτης: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφομεράδι: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφομοιρασιά: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφομοίρι: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφοποιτός: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφός: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφούλα: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφούλης: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφοφάς: > αδέρφι > οικογενειακά

αδερφώνουν: βγάζουν πολλές καλαμιές από τον ίδιο σπόρο > αδερφώνουν τα σπαρτά > φυτολογικά

άδετο: > γλυκά > του φαγιού

αδιάβροχο: > μουσαμάς > ρούχα

αδίπλωτο: > χωράφι > του χωραφιού

αδόλωτο: αδόλωτο αγκίστρι > αγκίστρι > της ψαρικής

αδουλεψιά: > σφίξη > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άδραγμα: > αρρώστιες φυτών > φυτολογικά

αδραχτάς: Himantopus himantopus > αδραχτάς > πουλιά

αδράχτι: > αδράχτι > του αργαλιού και της ρόκας

αδράχτι: > μέρη της άγκυρας > του καραβιού

αδράχτι: > μέρη της ρόδας > του αγωγιάτη και του αμαξά

αδράχτι: μέρη του μαγγανοπήγαδου > μάγγανος > του χωραφιού

αδράχτι: το αδράχτι στριφογυρίζει και κλώθει τη μυλόπετρα > μέρη του μύλου > του μυλωνά

αδρέφι: > αγγάστρι > βιολογικά

αδρόπετρα: > πέτρα > πέτρες

αέρας: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αεροφαγία: > φαγί > του φαγιού

αετόπουλο: Aquila chrysaetus > αϊτός > πουλιά

αέτωμα: > στέγη > του χτίστη

άζος: Meles meles > ασβός > θηλαστικά

αζούρι: > λαζούλι > πετράδια

άζυμα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

άζυμο: > ψωμί > του φαγιού

Αηγιάννης: Ιούνιος > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηγιωργίτης: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηδημήτρη (του): Οχτώβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηδημητριάτης: Οχτώβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

αηδόνι: Luscinia luscinia > αηδόνι > πουλιά

Αημαρίνα: Ιούλιος > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηντριάς: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηστράτηγος: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηστράτης: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηταξιάρχης: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

Αηφίλιππος: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

αθαλωτός: > μάβρος > του ζουγράφου

αθάνατο: αθάνατο λιμάνι = σίγουρο > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

αθέρας: το γένειο του σταχιού > στάχυ > φυτολογικά

αθερίνα: Osmerus mordax > αθερίνα > ψάρια της θάλασσας

αθερνός: Osmerus mordax > αθερίνα > ψάρια της θάλασσας

άθι: > λουλούδι > φυτολογικά

αθίβολος: κωνικό δίχτυ > πεζόβολος > της ψαρικής

αθότυρο: > τυρί > του φαγιού

αθώρια: > σταφύλια > του φαγιού

αίθα: Fulica atra > αγριοπουλάδα > πουλιά

αίμα: > αίμα > φυσιολογικά

αιματένιος: > κόκκινος > του ζουγράφου

αιματογυρισιά: η κυκλοφορία του αιμάτου > αίμα > φυσιολογικά

αιματόκοψε: το πετσί, το κρέας > μελανιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αιματόξυλο: > ξύλα > του μαραγκού

αιματσάρης: αιματώδης > αιματσάρης > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αιματσίτικος: > αίμα > φυσιολογικά

αιματσίτικος: > κόκκινος > του ζουγράφου

αιμοραγία: > ματώνω > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αίστησες: είναι πέντε > αίστησες > φυσιολογικά

αϊτίνα: Aquila chrysaetus > αϊτός > πουλιά

αϊτονύχια: > σταφύλια > του φαγιού

αϊτόπετρα: > αϊτόπετρα > πέτρες

αϊτός: > παιδιών > παιγνίδια

αϊτός: Aquila chrysaetus > αϊτός > πουλιά

αιώνας: > αιώνας > της μέρας και της ώρας

ακαδημία: > δάσκαλος > άλλες τέχνες και σύνεργα

ακαιριά: κακός καιρός για σπαρτά > κακοκαιριά > καιρικά

ακαλαφάτιστο: > καράβι > καράβια

άκαπνο: > μέλι > του φαγιού

άκαπνο: άκαπνο μέλι > μέλισα > σκουλήκια και ζωύφια

ακατράμιστο: > καράβι > καράβια

ακατράμωτο: > καράβι > καράβια

άκληρος: > άτεκνος > οικογενειακά

άκλουθο: > αγγάστρι > βιολογικά

ακλώσσιστο: > αβγό > πουλολογικά

ακοιμησιά: > αγρύπνια > φυσιολογικά

ακολουθία: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

ακόνα: > ακόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ακόνα: > πέτρα > πέτρες

ακονάκι: > απροσδιόριστες αρώστιες > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ακονάκι: gongylus ocellatus Forskal > σάβρα > σερπετά

ακόνι: > ακόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ακόνι: > πέτρα > πέτρες

ακονιά: > ακόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ακονιάζει: > ψωμί > του φαγιού

ακονιασμένο: > ψωμί > του φαγιού

ακονίζω: > ακόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ακονιστήρι: > ακόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ακονιστήρι: σταχτόμαβρη πέτρα γι' ακόνισμα > πέτρα > πέτρες

ακονόπετρα: > ακόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ακονόπετρα: > πέτρα > πέτρες

ακόντι: για σπρώξιμο στα ρηχά > σταλίκι > της ψαρικής

ακοντίζω: σπρώχνω τη βάρκα με το ακόντι ή το σταλίκι στα ρηχά νερά > ακοντίζω > αρμενίσματα

ακουαρέλα: > είδη ζουγραφικής > του ζουγράφου

άκουση: > άκουση > φυσιολογικά

άκουσμα: > άκουση > φυσιολογικά

ακούτραφας: > σβέρκος > ανατομικά κατατόπια

ακούω: > αφτί > όργανα

ακούω: φουχτώνω το αφτί μου για ν' ακούσω καλίτερα > άκουση > φυσιολογικά

ακράπι: > ακράπι > του καραβιού

άκρη: > ακρωτήρι > της θάλασσας και του καιρού

ακριβοταγισμένος: > άλογο > του αγωγιάτη και του αμαξά

ακρίδα: Locustidae > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

ακριδόσπορος: > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

ακρίζω: αρμενίζω κοντά στην ακρογιαλιά > αρμενίζω > αρμενίσματα

ακρινάρι: > ακροτόπια > τοπογραφικά

ακρινάρι: > γύρος > ραφτικά

ακρογιάλι: > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

ακρογιαλιά: > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

ακρόδωμα: > λιακωτό > του χτίστη

ακροθαλάσσι: > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

ακροθαλασσιά: > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

ακροθάλασσο: > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

ακρόκλαδο: > κλαδί > φυτολογικά

ακρόκορφο: κορφή > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

ακρολιμνιά: > λίμνη > τοπογραφικά

ακρολόφι: > λόφος > τοπογραφικά

ακρόμερα: > ακροτόπια > τοπογραφικά

ακρόνυχα: > νύχια > πουλολογικά

ακροπλαγιά: πλάγι > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

ακροποταμιά: > ποτάμι > τοπογραφικά

ακροπρεπίδια: γαρνιτούρες > κέντημα > ραφτικά

ακρόρεμα: > ρέμα > τοπογραφικά

ακρορεματιά: > ρέμα > τοπογραφικά

ακρορόφια: > στέγη > του χτίστη

ακροσυγγένισα: μακρινή συγγενίδισα > συγγενής > οικογενειακά

ακροσφήνι: > πέτρα > του χτίστη

ακροτόπια: > ακροτόπια > τοπογραφικά

ακροτόπια: > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

ακρούμι: πιάσιμο της πλάτης > ακρούμι > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ακροφίγουρο: > φιγούρα της πλώρης > του καραβιού

ακροφτέρουγο: ψαλιδωτά ακροφτέρουγα > φτερό > πουλολογικά

ακρωτήρι: > ακρωτήρι > της θάλασσας και του καιρού

αλάλητος: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλαλιά: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλαλιάζω: > τρελαίνουμε > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλάλιασμα: > τρέλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλαλιασμένος: > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλαλογώ: > τρελαίνουμε > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άλαλος: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλαμπίκος: > λαμπίκος > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

αλάνι: > πλατεία > τοπογραφικά

αλάργα: > αλάργα > της θάλασσας και του καιρού

αλάργα: > αρμενισιά > αρμενίσματα

αλάρω: τραβώ απάνω με σκοινιά > αλάρω > αρμενίσματα

άλας: > αλάτι > του φαγιού

αλατζάς: ρηγαδωτό πανί > πανιά > πανιά

αλάτι: > αλάτι > του φαγιού

αλάτι: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλάτι: > θαλασσάρμη > της θάλασσας και του καιρού

αλάτι: πήζω αλάτι > αρμυριά > της θάλασσας και του καιρού

αλάτι: σταβρώνω με το αλάτι > ξορκίζω > δαιμονικά

αλατιέρα: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αλατίζω: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλατίζω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

αλατιστής: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλατίστρα: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλατόγεια: > γη > του χωραφιού

αλατολόγος: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αλατόπετρα: ορυκτόν άλας > αλατόπετρα > πέτρες

αλατοπίπερο: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αλαφροήσκιος: > αλαφροήσκιωτος > δαιμονικά

αλαφροήσκιωτος: > αλαφροήσκιωτος > δαιμονικά

αλαφροκέφαλο: > άλογο > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλαφρόπετρα: > αλαφρόπετρα > πέτρες

αλαφρορόδινος: > κόκκινος > του ζουγράφου

αλαφροσιτά: > ανεμοπύρωμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλαφροτρίχιασμα: > στα γίδια > αρώστιες ζώων

αλαφροχώματος: > μακαρίτης > οικογενειακά

αλεβράρης: > μυλωνάς > του μυλωνά

αλεβραριά: > μυλωνάς > του μυλωνά

αλεβράς: > ζουμί > του φαγιού

αλεβράς: > μυλωνάς > του μυλωνά

αλέβρι: > αλέβρι > του μυλωνά

αλέβρι: > αλέβρι > του φαγιού

αλεβριά: > ζουμί > του φαγιού

αλεβρικό: > κόσκινο > του μαγεριού

αλεβροθήκη: > μέρη του μύλου > του μυλωνά

αλεβρόκολα: > αλέβρι > του φαγιού

αλεβρόμυλος: > μύλος > του μυλωνά

αλεβρού: > μυλωνάς > του μυλωνά

αλέθω: > αλέθω > του μυλωνά

άλειμα: > σφαχτό > του φαγιού

αλειφτά: > χρειασίδια > του τσουκαλά και του γυαλά

αλεκάτη: > ρόκα > του αργαλιού και της ρόκας

αλέμι: άσπρο βέλο > βέλο > ρούχα

αλεπόγουνα: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλεπού: Vulpes vulpes > αλεπού > θηλαστικά

αλεπουδερό: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλεπουδιά: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλεσμένος: > αλέθω > του μυλωνά

αλεστής: > μυλωνάς > του μυλωνά

αλεστικά: > αλέθω > του μυλωνά

αλεστός: > αλέθω > του μυλωνά

άλεστος: > αλέθω > του μυλωνά

αλέστρα: > μυλωνάς > του μυλωνά

αλετράς: > γεωργός > του χωραφιού

αλέτρι: > αλέτρι > του χωραφιού

αλέτρι: > αστερισμοί > αστρικά

αλετριά: > οργώνω > του χωραφιού

αλετρίζω: > οργώνω > του χωραφιού

αλέτρισμα: > οργώνω > του χωραφιού

αλετροπόδα: > αστερισμοί > αστρικά

αλετροπόδα: το μέρος που πατάει ο αλετράς και που αρμόζεται στο γυνί > αλέτρι > του χωραφιού

αλετροπόδι: > αλέτρι > του χωραφιού

αλετροπόδι: > αστερισμοί > αστρικά

αλεφαντή: Arachnidae > αράχνη > σκουλήκια και ζωύφια

αλέχτορας: Gallus domesticus > πετεινός > πουλιά

αλησμονάθι: > λουλούδι > φυτολογικά

αλιάδα: > λαχανικά > του φαγιού

αλιζάρι: κόκκινη βαφή > είδη βαφών > του βαφιά

άλικος: > κόκκινος > του ζουγράφου

αλιόρι: > βουκολιό > της βοσκής

αλιπούγγι: τροβαδάκι για ξερές ελιές > ταγάρι > της βοσκής

αλιπουρές: > σταφύλια > του φαγιού

αλισάχνη: > αλάτι > του φαγιού

αλισάχνη: > καταχνιά > καιρικά

αλίσηρας: > αλαφρόπετρα > πέτρες

αλισίβα: > πλύση > του σπιτικού

αλιτζέ: ανοιχτό κόκκινο > άλογο > θηλαστικά

αλιχάνι: > είδη βαφών > του βαφιά

αλλάγι: αλλαγή αλόγων > άλογο > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλλάδερφος: > αδέρφι > οικογενειακά

αλλαξιά: > φόρεμα > ρούχα

αλλαξοκαιριά: > αλλαξοκαιριά > καιρικά

αλληγορώ: > παράδαρμα > φυσιολογικά

αλλιθωριά: > αλλίθωρος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλλιθωρίζω: > αλλίθωρος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλλίθωρος: > αλλίθωρος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άλμπα: > αβγή > αστρικά

αλμπάνης: > γιατρός > γιατρικά

αλόγα: Equus caballus > άλογο > θηλαστικά

αλογάκι: Hippocampus brevirostris > αλογάκι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αλογάρης: > βοσκός > της βοσκής

αλογάρης: > καβαλάρης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογάς: > βοσκός > της βοσκής

αλογάς: > καβαλάρης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογατάκι: Hippocampus brevirostris > αλογάκι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αλογατάκι: Mantis religiosa | αλογατάκι του Θεού > αλογατάκι > σκουλήκια και ζωύφια

αλογατάρης: > βοσκός > της βοσκής

αλογατάρης: > καβαλάρης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογατάς: > καβαλάρης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογάτης: > βοσκός > της βοσκής

αλογιά: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλογινός: > άλογο > θηλαστικά

αλογισιά: > τρέλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλογίσιος: > άλογο > θηλαστικά

άλογο: > άλογο > του αγωγιάτη και του αμαξά

άλογο: Equus caballus > άλογο > θηλαστικά

αλογογελάδια: > ζωντανά > της βοσκής

αλογοκάρφι: > πέταλο > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογοκάρφι: για πέταλα > καρφολογιά > του μαραγκού

αλογόμιγα: Muscidae γένος > μίγα > σκουλήκια και ζωύφια

αλογόπετρα: > φυλαχτό > δαιμονικά

αλογόπετρα: θειικός χαλκός > χημικά > μέταλλα και χημικά

αλογόπετρα: κάλαϊς > περουζές > πετράδια

αλογοπόταμο: Hippopotamus | ιπποπόταμος > αλογοπόταμο > θηλαστικά

αλογοπούλι: Equus caballus > άλογο > θηλαστικά

αλογοπραματεφτής: > τζελέπης > άλλες τέχνες και σύνεργα

αλογόσταβλος: > στάβλος > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογοστάνη: > αλογοστάνη > της βοσκής

αλογοτεχνίτης: > καβαλάρης > του αγωγιάτη και του αμαξά

αλογότριχα: > καλάμι > της ψαρικής

αλογόφουντα: > φούντα > ραφτικά

αλοιφή: > αλοιφή > γιατρικά

αλούπι: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

Αλουπός: Vulpes vulpes > αλεπού > θηλαστικά

αλουσιά: > πλύση > του σπιτικού

αλουστίνες: οι νεράιδες που αφανίζουν τα πανικά της πλύσης τις πρώτες έξη μέρες του Αβγούστου > αλουστίνες > δαιμονικά

αλπάνης: γιατρός ζώων > γιατρός > γιατρικά

αλτάνα: > περιβόλι > του χωραφιού

αλυκή: > αρμυριά > της θάλασσας και του καιρού

αλυφαντής: Arachnidae > αράχνη > σκουλήκια και ζωύφια

αλφάδα: > αλφάς > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλφάδι: > σύνεργα του χτίστη > του χτίστη

αλφαδιά: > σύνεργα του χτίστη > του χτίστη

αλφαδιάζω: > δουλιές του χτίστη > του χτίστη

αλφάς: λευκίας > αλφάς > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αλωνάρης: Ιούλιος > μήνας > της μέρας και της ώρας

αλώνι: > αλώνι > του χωραφιού

αλώνι: το χρυσό στεφάνι που έχουν οι άγιοι γύρω στα κεφάλια τους > κονίσματα > της εκκλησιάς

αλωνιά: > αλωνίζω > του χωραφιού

αλωνιάρης: > γεωργός > του χωραφιού

αλωνιάτης: > γεωργός > του χωραφιού

αλωνιάτικο: > αλωνίζω > του χωραφιού

αλωνίζω: > αλωνίζω > του χωραφιού

αλώνισμα: > αλωνίζω > του χωραφιού

αλωνιστής: > γεωργός > του χωραφιού

αλωνιστής: Ιούλιος > μήνας > της μέρας και της ώρας

αλωνιστικό: > αλωνίζω > του χωραφιού

αλωνοτόπι: > αλώνι > του χωραφιού

αμάγεφτος: > αβάσκαντος > δαιμονικά

αμάδα: πλακωτό χαλίκι > πέτρα > πέτρες

αμάδες: > παιδιών > παιγνίδια

αμακιασμένη: > καρίνα > του καραβιού

αμαλαγιές: > αγριόχορτα > φυτολογικά

άμαλος: > φαλακρός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμάν: αμάν-αμάν > ταβερνάρης > άλλες τέχνες και σύνεργα

αμαξάς: > αμαξάς > του αγωγιάτη και του αμαξά

αμάξι: > αμάξι > του αγωγιάτη και του αμαξά

αμάξι: αμάξι του Δαβίδ > αστερισμοί > αστρικά

αμαξιάρης: > αμαξάς > του αγωγιάτη και του αμαξά

αμαξιάτικα: > αγώγι > του αγωγιάτη και του αμαξά

αμαξοπάτερο: > μέρη του αμαξιού > του αγωγιάτη και του αμαξά

αμαρόζα: > αγαπητικός > οικογενειακά

αμελέτητα (τα): > αρχίδι > όργανα

αμελέτητο: > δαίμονας > δαιμονικά

αμελέτητο: > ποντικός > θηλαστικά

αμελέτητο: αμελέτητο νερό (για μάγια) > αμίλητο νερό > δαιμονικά

αμεργός: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αμερικάνικο: > είδη πανιών > πανιά

αμερινός: > πλανήτες > αστρικά

άμερο: > το ξύλο είναι > του μαραγκού

αμιλησιά: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμίλητο: > επιληψία > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμίλητο: αμίλητο νερό (για μάγια) > αμίλητο νερό > δαιμονικά

αμίλητο: το αμίλητο νερό > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμίλητος: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμίρα: > μέρη του τουφεκιού > του πολεμιστή

αμιράλης: > καπετάνιος > του κούρσου και του φορτωτή

άμμα: > ματίζω > αρμενίσματα

αμμόγη: > γη > του χωραφιού

αμμογιάλι: > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

άμμος: > άμμος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άμμος: > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

άμμος: > άμμος > του χτίστη

αμμότοπος: > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

αμμούδα: > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

άμμουδα: > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

αμμουδερή: > γη > του χωραφιού

αμμουδερό: > γραφικά > του σπιτικού

αμμουδήτης: Mullus barbatus | άσπρο μπαρμπούνι > μπαρμπούνι > ψάρια της θάλασσας

αμμουδιά: > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

αμμουδίτης: > άλλα φίδια > σερπετά

αμμοχάλικο: > άμμος > της θάλασσας και του καιρού

αμμόχωμα: του ποταμού > γη > του χωραφιού

αμοίραστος: > αβάσκαντος > δαιμονικά

αμολόγητο: > χαλάζι > καιρικά

αμολόγητο: ομφάλιος λώρος > αγγάστρι > βιολογικά

αμολώ: αμολώ τα ξάρτια > ξαμολώ > αρμενίσματα

αμόνι: > αμόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

αμονόξυλο: > αμόνι > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

αμορίλα: > όνειρο > φυσιολογικά

αμούργα: > τρυγιά λαδιού > του λιοτριβιού

αμούργα: καταπάτι του λαδιού > λάδι > του φαγιού

αμουργαριά: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αμουργιός: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αμουργός: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αμούρι: > τρυγιά λαδιού > του λιοτριβιού

αμπαδιά: > γίδι > της βοσκής

αμπαδίτικα: > ρούχα > ρούχα

αμπανόζι: > ξύλα > του μαραγκού

αμπανός: > ξύλα > του μαραγκού

αμπάρα: > σύρτης > του χτίστη

αμπάρα: > φράχτης > του χωραφιού

αμπαρζής: > έμπορος > άλλες τέχνες και σύνεργα

αμπάρι: > αμπάρι > του καραβιού

αμπάρι: > αμπάρι > του μαγεριού

αμπάριζα: > παιδιών > παιγνίδια

άμπαρο: > κεχριμπάρι > πετράδια

αμπαρτζής: > νάφτης > του κούρσου και του φορτωτή

αμπάς: > πανιά > πανιά

αμπατζής: βρακοράφτης > ράφτης > ραφτικά

αμπέλα: > αμπέλι > του χωραφιού

αμπελάρης: > γεωργός > του χωραφιού

αμπέλι: > αμπέλι > του τρύγου

αμπέλι: > αμπέλι > του χωραφιού

αμπέλι: > κασίδα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμπέλι: μπαίνω μεσ' τ' αμπέλι > είδη χορών > χοροί

αμπελόγια: > αποτρυγίδια > του τρύγου

αμπελοκλάδι: > κλαδί > φυτολογικά

αμπελοκλάδι: > μαγιασίλι > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αμπελοκλάδι: των αμπελιών | παράσιτο φυτό > αρρώστιες φυτών > φυτολογικά

αμπελοκόπι: > αμπέλι > του χωραφιού

αμπελοκόπι: φυταλιά αμπελιού > φυταλιά > φυτολογικά

αμπελοξυλαδόχορτο: βοτάνι για μωρά > είδη γιατρικών > γιατρικά

αμπελοπούλι: > αμπελοπούλι > πουλιά

αμπελουργός: > γεωργός > του χωραφιού

αμπελουργός: Emberiza citrinella > αμπελουργός > πουλιά

αμπελοχώραφο: > αμπέλι > του χωραφιού

αμπενοκλάδι: έκζεμα > μαγιασίλι > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άμπλας: βαθούλωμα όπου μαζέβεται βρόχινο νερό > λούτσα > τοπογραφικά

αμπόδεμα: > μάγεμα > δαιμονικά

αμποδένω: > μαγέβω > δαιμονικά

αμπολή: > αβλάκι > του χωραφιού

άμπουλας: > βρύση > του χωραφιού

άμπουλας: > λούτσα > τοπογραφικά

αμπουρκούνες: σύκα της άνοιξης > σύκα > του φαγιού

άμπρα: > κεχριμπάρι > πετράδια

αμύγδαλα: > αμύγδαλα > του φαγιού

αμυγδαλάδα: > λεμονάδα > του φαγιού

αμυγδαλάκι: > μήτρα > όργανα

αμυγδαλάτο: > γλυκά > του φαγιού

αμυγδάλια: > σταφύλια > του φαγιού

αμύγδαλο: > καρπός > φυτολογικά

αμυγδαλόλαδο: > λάδι > του φαγιού

αναβάθρα: > μέρη του αμαξιού > του αγωγιάτη και του αμαξά

ανάβαλτος: > διάβολος > δαιμονικά

ανάβασμα: > αλέβρι > του φαγιού

ανάβατο: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανάβει: > το σπυρί > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναβολάρι: > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

αναβολιός: Microtus agrestis > κλαροπόντικο > θηλαστικά

αναβουνάρι: > βουνό > τοπογραφικά

ανάβρα: > βρύση > του χωραφιού

αναβράει: > η κάψα > καιρικά

αναβρασίλα: > ζέστη > καιρικά

αναβρασίλα: > σύνεφο > καιρικά

αναβρεξιά: > αναβροχιά > καιρικά

αναβροχιά: > αναβροχιά > καιρικά

αναβροχίλα: > αναβροχιά > καιρικά

ανάβρυσμα: > βρύση > του χωραφιού

αναβρυστικό: αναβρυστικό νερό > βρύση > του χωραφιού

αναβρυτή: > βρύση > του χωραφιού

αναγελάστρα: Jynx torquilla > σφεντύλι > πουλιά

ανάγερο: > απάνεμο > τοπογραφικά

αναγκαίο: > κάμερες του σπιτιού > του χτίστη

αναγκασμός: > ζηχούνι > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανάγκη: πρήσκονται τα πρόβατα και γίνουνται τούμπανο > στα πρόβατα > αρώστιες ζώων

αναγνώστης: > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

αναγνωστόπουλο: > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

αναγούλα: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναγουλιά: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναγουλιάζω: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναγουλιαστικός: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναγουλιώ: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναγρικιά: > παραλυσία > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναγριτσιάζω: με πιάνουν σύγκρυα κι ανατριχίλες > ανατριχίλα > φυσιολογικά

αναγρίτσιασμα: > ανατριχίλα > φυσιολογικά

αναδεντράδα: κλήμα πάνω σε δέντρο > κληματαριά > του χωραφιού

αναδεντράδι: > δέντρο > φυτολογικά

αναδένω: > τραβώ τόνο > αρμενίσματα

αναδεξίμι: > βάφτισμα > οικογενειακά

αναδεξιμιός: > βάφτισμα > οικογενειακά

αναδεχτός: > βάφτισμα > οικογενειακά

ανάδοση: > καταχνιά > καιρικά

ανάδοχος: > βάφτισμα > οικογενειακά

αναδριμιάζουν: από ξινό > τα δόντια > όργανα

ανάθεμα: > κατάρες > κατάρες και εφκές

αναθεμάτισμα: > κατάρες > κατάρες και εφκές

αναθεματισμένος: > διάβολος > δαιμονικά

αναθεματισμός: > κατάρες > κατάρες και εφκές

αναθρεφτή: > παρακόρη > οικογενειακά

αναθρεφτός: > παραπαίδι > οικογενειακά

ανακάλημα: > μυρολόγι > οικογενειακά

ανακαλητό: > δάκρυ > φυσιολογικά

ανακαλιούμαι: > μυρολόγι > οικογενειακά

ανακαράδες: τα όργανα που παίζουνται με το φύσημα > όργανα > του μουσικού

ανακατέβουμαι: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανακατωμένος: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

ανακατωμός: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανακατωσούρα: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανακατωτήρι: > ταράχτης > του μαγεριού

ανακαψίλα: > καΐλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανακόβω: > σβαρνίζω > του χωραφιού

ανακουφωτό: > κέντημα > ραφτικά

ανακρέμαση: > αναβροχιά > καιρικά

ανάλαβος: > παπαδίστικα ρούχα > ρούχα

ανάλατο: χοιρινό ξύγκι > σφαχτό > του φαγιού

αναλεξένιο: > πανιά > πανιά

ανάλεστος: > αλέθω > του μυλωνά

αναλόγι: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αναλόγι: το στήριγμα όπου βάζει ο παίχτης τις μουσικές του > αναλόγι > του μουσικού

αναλυτό: χρυσάφι ή ασήμι της βούλας > λαγάρα > μέταλλα και χημικά

ανάμα: είναι ανάμα τα νερά της θάλασσας > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

ανάμα: το κρασί της μετάληψης > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αναματερό: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αναμέλα: > αφτί > όργανα

αναμέλα: Heterocera | η ψυχαρούδα του μεταξοσκουληκιού > δαμαλάκι > σκουλήκια και ζωύφια

αναμένα τα φώτα: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

αναμένο: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

αναμεσάδα: > άλλα άρματα > του πολεμιστή

άναντρη: > χήρα > οικογενειακά

ανάπαψη: > κάμερες του σπιτιού > του χτίστη

αναπιασμένο: προζύμι > αλέβρι > του φαγιού

ανάπλα: > κρεβάτι > του σπιτικού

ανάπλαγο: πλάγι > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

ανάπλωρα: έρχομαι ανάπλωρα > αναπλωρίζω > αρμενίσματα

αναπλωρίζω: > αναπλωρίζω > αρμενίσματα

αναπνιά: > ανάσα > φυσιολογικά

αναπνοή: > ανάσα > φυσιολογικά

ανάποδη: η πίσω μεριά > πρόσωπη μεριά > πανιά

ανάποδος: > στεριανό > καιρικά

αναπόταμο: η μεριά του ποταμού που αψηλώνει > ποτάμι > τοπογραφικά

αναρέσα: νεροστρόβιλος > αναρούσα > της θάλασσας και του καιρού

αναρούσα: > αναρούσα > της θάλασσας και του καιρού

αναροχάζω: > ρουχάλισμα > φυσιολογικά

αναρόχασμα: δυνατό ρουχάλισμα > ρουχάλισμα > φυσιολογικά

ανάσα: > ανάσα > φυσιολογικά

ανασαίνω: > ανάσα > φυσιολογικά

ανασανιά: > ανάσα > φυσιολογικά

ανάσαση: > ανάσα > φυσιολογικά

ανασασμός: > ανάσα > φυσιολογικά

ανασηκωτό: > κέντημα > ραφτικά

ανασκαφίζω: σκάφτω για να ξεριζώσω τις αγριάδες > σκάφτω > του χωραφιού

ανάσκελα: κάνω τον ξερό > κολυμπώ > αρμενίσματα

ανασκελάς: > καλικάντζαρος > δαιμονικά

ανασόνι: > μπαχαρικά > του φαγιού

ανασταίνω: > γεννώ > βιολογικά

ανασταίνω: > καλιεργώ > του χωραφιού

ανασταλάζει: ανασταλάζει η βροχή = σταματάει > βροχή > καιρικά

ανάσταση: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

ανάστεμα: > αλέβρι > του φαγιού

αναστέματα: γη που ξεχερσώθηκε για πρώτη φορά > αναστησιές > του χωραφιού

αναστέναγμα: > αναστεναγμός > φυσιολογικά

αναστεναγμός: > αναστεναγμός > φυσιολογικά

αναστενάζω: > αναστεναγμός > φυσιολογικά

ανάστερη: > άστρο > αστρικά

αναστημένη: αναστημένη κόρη > παρακόρη > οικογενειακά

αναστησιά: > παρακόρη > οικογενειακά

αναστησιές: > αναστησιές > του χωραφιού

αναστησιές: δέντρα φυτεμένα > δέντρο > φυτολογικά

άναστρη: > άστρο > αστρικά

ανασυρτήρι: μέρη του μαγγανοπήγαδου > μάγγανος > του χωραφιού

ανάτελα (τα): > αβγή > αστρικά

ανατέλλει: > ο ήλιος > αστρικά

ανάτελμα: > αβγή > αστρικά

ανατέλνει: > ο ήλιος > αστρικά

ανατολή: > αβγή > αστρικά

ανατομικά: > ανατομικά > ψαρολογικά

ανατριχιάζει: το πετσί > ανατριχίλα > φυσιολογικά

ανατριχιάζω: > ανατριχίλα > φυσιολογικά

ανατρίχιασμα: > ανατριχίλα > φυσιολογικά

ανατριχίλα: > ανατριχίλα > φυσιολογικά

αναφάλακρος: > φαλακρός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αναφανή: το μέρος όπου πρωτοφαίνεται κάποιος ή κάτι > αναφανή > τοπογραφικά

αναφεξάδα: > δάσος > τοπογραφικά

αναφόρι: > ρέμα > της θάλασσας και του καιρού

ανάφορο: αντίθετο ρέμα > ρέμα > της θάλασσας και του καιρού

αναφορός: τρύπα για να βγαίνει ο καπνός > φούρνος > του μαγεριού

ανάφτρα: > ζέστη > καιρικά

αναφυλλητό: > δάκρυ > φυσιολογικά

αναφυλλίζουν: > ανοίγουν τα δέντρα > φυτολογικά

αναχυμίζω: κουνώ τη χύτρα να μη κολήσει το φαγί μέσα > μαγειρέματα > του μαγεριού

αναχυτή: > βελονιές > ραφτικά

αναψαριά: έλλειψη ψαριών > ψαρότοπος > της ψαρικής

αναψοκόκκινος: > κόκκινος > του ζουγράφου

ανεβαίνει: > ψωμί > του φαγιού

ανεβαλλούσα: > βρύση > του χωραφιού

ανεβασιά: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανέβασμα: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανεβασμένα τα νερά: > φουσκονεριά > της θάλασσας και του καιρού

ανεβαστήρι: > ανεβαστήρι > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

ανεβαστό: > ψωμί > του φαγιού

ανεβάστρα: > ανεβαστήρι > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

ανεβάτης: > ανεβαστήρι > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

ανεβάτης: σύνεργο που σηκώνει τη μυλόπετρα > μέρη του μύλου > του μυλωνά

ανεβατό: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανεβατό: > κέντημα > ραφτικά

ανεβατό: ανεβατές μάρκες > βελονιές > ραφτικά

ανεβατό: ένζυμος άρτος > ψωμί > του φαγιού

ανέγγυος: > νόθος > οικογενειακά

ανεγέρνω: > σκάφτω > του χωραφιού

ανεδοσόβροχη: > σύνεφο > καιρικά

ανεκαθούμενος: > βουρκόλακας > δαιμονικά

ανέκατος: > ανέκατος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανέλο: > μέρη της άγκυρας > του καραβιού

ανελυγκιάζω: ανακατέβουμαι από κάτι πολύ γλυκό > λόξιγκας > φυσιολογικά

ανεμαλώνι: το στεφάνι που φαίνεται κάποτε γύρω στον ήλιο κατά το βασίλεμα > ήλιος > αστρικά

ανέμη: > ανέμη > του αργαλιού και της ρόκας

ανέμη: η μεγάλη ρόδα που γυρίζει με τις κλωστές μαγγάνια > σύνεργα του κάλφα > του αργαλιού και της ρόκας

ανέμη: μέρη του μαγγανοπήγαδου > μάγγανος > του χωραφιού

άνεμη: ανοιχτό φως στον καθαρό αγέρα > άνεμη μέρα > καιρικά

ανέμι: > άνεμος > καιρικά

ανεμίδα: > ανέμη > του αργαλιού και της ρόκας

ανεμίδι: > ανέμη > του αργαλιού και της ρόκας

ανεμίδι: > άνεμος > καιρικά

ανεμικά: > νεράιδα > δαιμονικά

ανεμικές: > νεράιδα > δαιμονικά

ανεμική: > ανεμική > καιρικά

ανεμική: > άνεμος > καιρικά

ανεμική: > κακοκαιριά > καιρικά

ανεμικό: > στοιχιό > δαιμονικά

ανέμισμα: > λιχμίζω > του χωραφιού

ανεμιστή: φουφουλόβρακα ανεμιστή > βρακί > ρούχα

ανεμιστήρι: > ανεμολόγος > του χτίστη

ανεμοαβγό: > αβγό > πουλολογικά

ανεμοβλογιά: > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανεμοβούνι: > βουνό > τοπογραφικά

ανεμοβραχιές: > βραχουριά > τοπογραφικά

ανεμοβροχή: > ανεμική > καιρικά

ανεμοβροχιά: > ανεμική > καιρικά

ανεμόβροχο: > ανεμική > καιρικά

ανεμόγαλο: > γάλα > της βοσκής

ανεμογάμης: Cerchneis tinnunculus > κιρκινέζι > πουλιά

ανεμογγάστρι: > αγγαστριά > βιολογικά

ανεμοδούρα: > ανέμη > του αργαλιού και της ρόκας

ανεμοδούρα: > ανεμοδούρα > καιρικά

ανεμοδούρα: > μάγγανος > του αργαλιού και της ρόκας

ανεμοδούρα: > μέρη του αδραχτιού > του αργαλιού και της ρόκας

ανεμοδούρι: ανεμοδείχτης > ανεμοδούρα > καιρικά

ανεμοζάλη: > ανεμική > καιρικά

ανεμοθάλασσα: > ανεμική > καιρικά

ανεμοκαίρι: μάλιστα η ισημερία > ανεμοκαιρία > καιρικά

ανεμοκαιριά: > ανεμοκαιρία > καιρικά

ανεμοκαιρία: > ανεμοκαιρία > καιρικά

ανεμοκαιρός: > ανεμοκαιρία > καιρικά

ανεμόκαιρος: > ανεμοκαιρία > καιρικά

ανεμόκαμα: > σύνεφο > καιρικά

ανεμοκάμηλο: > σάβρα > σερπετά

ανεμοκούνια: > παιδιών > παιγνίδια

ανεμολόγι: τα ζουγραφιστά χωρίσματα του μπούσουλα > μπούσουλας > του καραβιού

ανεμολόγι: τα τριανταδυό χωρίσματα του μπούσουλα που δείχνουν τους διάφορους ανέμους > ανεμολόγι > καιρικά

ανεμολόγος: > ανεμολόγος > του χτίστη

ανεμόλοχο: > ανεμική > καιρικά

ανεμόμυλος: > μύλος > του μυλωνά

ανεμοξουριά: > ανεμική > καιρικά

ανεμοπόλεμος: > ανεμική > καιρικά

ανεμοπύρωμα: ερυσίπελας > ανεμοπύρωμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανεμοριπή: > ανεμική > καιρικά

ανεμορούφουλα: > ρούφουλας > καιρικά

ανεμορούφουλας: > ανεμική > καιρικά

ανεμορούφουλος: ανεμορούφουλος κι ανεμοκάπνιστος > ανεμορούφουλος > κατάρες και εφκές

άνεμος: > άνεμος > καιρικά

ανεμοσάλεμα: > ανεμική > καιρικά

ανεμοσάλεμα: το σκίρτημα του εμβρύου > αγγάστρι > βιολογικά

ανεμόσαλος: > ανεμική > καιρικά

ανεμόσκαλα: > σκάλα > του χτίστη

ανεμοσκεπή: > ανεμοσκεπή > του σπιτικού

ανεμοσκεπή: > απανεμιά > καιρικά

ανεμόσουπα: από ψωμί και νερό μοναχά > ζουμί > του φαγιού

ανεμοσούρι: > ανεμική > καιρικά

ανεμοσούρι: άνεμος με χιόνι > χιόνι > καιρικά

ανεμοστάτης: > ανεμοσκεπή > του σπιτικού

ανεμοστρίφτουλας: > ανεμική > καιρικά

ανεμοστρόβιλος: > ανεμική > καιρικά

ανεμόσυκο: που σαπίζει πριν ωριμάσει > σύκα > του φαγιού

ανεμοσυρτιά: > ανεμική > καιρικά

ανεμόσυρτο: > ανεμική > καιρικά

ανεμοτάραχα (τα): > ανεμική > καιρικά

ανεμοταραχή: > ανεμική > καιρικά

ανεμότρατα: > είδη καραβιών > καράβια

ανεμούρα: > ανεμική > καιρικά

ανεμοφύσημα: > ανεμική > καιρικά

ανεμόχαλο: > ήλιος > αστρικά

ανεπνιά: > ανάσα > φυσιολογικά

ανεραγός: > νεράιδα > δαιμονικά

ανερούσα: > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

ανερούσες: > νεράιδα > δαιμονικά

ανεσαμιά: > ανάσα > φυσιολογικά

ανέσωστο: > μωρό > βιολογικά

ανετριφτής: > φούρνος > του μαγεριού

ανέφαμα: > αναφανή > τοπογραφικά

ανεφόκαμα: > σύνεφο > καιρικά

ανέχολο: > γιατρικό > γιατρικά

ανεψητάρι: άπλυτη κλωστή > κλωστή > ραφτικά

ανεψιά: > ανίψι > οικογενειακά

ανεψιό: > ανίψι > οικογενειακά

άνηθο: > μπαχαρικά > του φαγιού

άνηθος: > μπαχαρικά > του φαγιού

ανηλιό: > κελάρι > του χτίστη

ανήμερα: > μέρα > της μέρας και της ώρας

ανήφερτη: > ψωμί > του φαγιού

ανηφόρι: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανηφοριά: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανήφορος: > ανήφορος > τοπογραφικά

ανθητός: στέρφο κλήμα > ανθητός > φυτολογικά

ανθόγαλα: > γάλα > της βοσκής

ανθοκλάδι: > κλαδί > φυτολογικά

ανθόκλαδο: > κλαδί > φυτολογικά

ανθολογώ: > φυλλολογώ > του χωραφιού

ανθός: > λουλούδι > φυτολογικά

άνθος: > λουλούδι > φυτολογικά

ανθότυρο: τυρί της κρέμας > τυρί > του φαγιού

ανίψι: > ανίψι > οικογενειακά

ανοίγει: > το σπυρί > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ανοίγει: > το χρώμα > του ζουγράφου

ανοίγει: ο καιρός ανοίγει > καιρός > καιρικά

ανοίγεται: ανοίγεται από το γιατρό > το σπυρί > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άνοιγμα: > δάσος > τοπογραφικά

άνοιγμα: > ξεχερσώνω > του χωραφιού

ανοίγουν: βγάζουνε φύλλα την άνοιξη > ανοίγουν τα δέντρα > φυτολογικά

ανοίγω: > κλουβιάζω > πουλολογικά

ανοίγω: ανοίγω σπυρί > δουλιές του γιατρού > γιατρικά

άνοιμα: > ξεχερσώνω > του χωραφιού

άνοιξη: > άνοιξη > της μέρας και της ώρας

ανοιξιάτης: Μάρτης > μήνας > της μέρας και της ώρας

ανοιχτάρι: > ανοιχτήρι > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

ανοιχτή: ανοιχτή ώρα = η ώρα που είναι λέφτερα τα δαιμονικά > ανοιχτή ώρα > δαιμονικά

ανοιχτήρι: > ανοιχτήρι > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

ανοιχτικό: > γιατρικό > γιατρικά

ανοιχτό: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

ανοιχτογάλαζος: > γαλανός > του ζουγράφου

ανοιχτόθωρο: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

ανοιχτοπέλαγο: > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

ανοιχτοσύνη: > καλοκαιριά > καιρικά

ανοιχτόχρωμο: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

ανοιχτόχρωμος: μουστάκια βλάγκα > άσπρος > του ζουγράφου

ανομπριά: > αναβροχιά > καιρικά

αντάρα: > αντάρα > καιρικά

αντάρα: > βροχή > καιρικά

αντάρα: > κακοκαιριά > καιρικά

ανταριάζει: > αντάρα > καιρικά

ανταρώνει: > αντάρα > καιρικά

αντένα: > μέρη του μύλου > του μυλωνά

αντένες: > κατάρτια > του καραβιού

άντερα: > άντερα > όργανα

αντερί: > αντερί > ρούχα

αντερί: > παπαδίστικα ρούχα > ρούχα

αντερόλυσσα: > αντερόλυσσα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άντζα: > πόδι > ανατομικά κατατόπια

αντηλιά: > ήλιος > αστρικά

αντηλιάδα: > ήλιος > αστρικά

αντήλιο: > ήλιος > αστρικά

αντήλιος: ο δέφτερος ήλιος που φαίνεται κάποτε στα σύνεφα > ήλιος > αστρικά

αντήμερα: > μέρα > της μέρας και της ώρας

αντήμερος: > μέρα > της μέρας και της ώρας

αντί: το ξύλο όπου τυλίγεται το πανί > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

αντιβάτης: > φορτωτήρα > του αγωγιάτη και του αμαξά

αντιβούνι: > βουνό > τοπογραφικά

αντίγλωσσο: > στόμα > όργανα

αντίδια: > λαχανικά > του φαγιού

αντιδοσαλάτα: > σαλάτα > του φαγιού

αντίδωρο: > ψωμί > του φαγιού

αντίδωρο: το ψωμί της μετάληψης > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αντιθωριά: > χρώμα > του ζουγράφου

αντικέφαλο: > σβέρκος > ανατομικά κατατόπια

αντικλείδι: > αρμός > κόκκαλα

αντικούτικας: > σβέρκος > ανατομικά κατατόπια

αντικούτικας: ινίον > πισωκάφκι > κόκκαλα

αντιμάμαλο: ο αντίχτυπος των κυμάτων στη θαλασσοβραχιά > αντιμάμαλο > της θάλασσας και του καιρού

αντιμήσιο: φαρδύ ύφασμα με εικόνα της αποστάβρωσης που ανοίγεται για να μπουν απάνω τα τίμια δώρα. μένει στην άγια τράπεζα κάτω από το Βαγγέλιο > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αντίξυλο: > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

αντίπλωρος: αντίπλωρος άνεμος > στεριανό > καιρικά

αντιπροσωπίδι: άμνιον > νηνίδα > βιολογικά

αντιράβδι: για να χτυπούν τις ελιές > βέργα > του χωραφιού

αντίραβδο: > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

αντίριμα: > ρίζα > φυτολογικά

αντιστύλι: > σύνεργα του χτίστη > του χτίστη

αντιφεγγιά: > χρώμα > του ζουγράφου

αντιχρωμιά: > χρώμα > του ζουγράφου

αντίψυχο: > γιατρικό > γιατρικά

αντίψυχο: > μαγιοβότανο > δαιμονικά

αντίψυχος: > γιατρικό > γιατρικά

αντλητήρι: μέρη του μαγγανοπήγαδου > μάγγανος > του χωραφιού

αντράδερφος: > αντράδερφος > οικογενειακά

αντράλα: ίλιγγος > ζαλάδα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αντραμίδα: > κρεβάτι > του σπιτικού

άντρας: > αντρόγυνο > οικογενειακά

αντρόγυνο: > αντρόγυνο > οικογενειακά

αντρογυνοχωρίστρα: η γυναίκα που χωρίζει τ' αντρόγυνα > χωρισιά > οικογενειακά

αντρομίδα: > κρεβάτι > του σπιτικού

αντρομίδα: > χαλί > του σπιτικού

αντρομονάστερο: > μοναστήρι > της εκκλησιάς

αντρούλης: > αντρόγυνο > οικογενειακά

αντρούλιακας: > αντρόγυνο > οικογενειακά

ανυδριά: > αναβροχιά > καιρικά

άνυδρο: > χωράφι > του χωραφιού

ανύπαντρη: > ανύπαντρη > οικογενειακά

ανύπαντρος: > ανύπαντρος > οικογενειακά

ανυφαντής: > ανυφαντής > του αργαλιού και της ρόκας

ανυφαντής: Arachnidae > αράχνη > σκουλήκια και ζωύφια

ανυφαντίνα: > ανυφαντής > του αργαλιού και της ρόκας

ανυφαντό: > πανί > του αργαλιού και της ρόκας

ανυφαντούρα: υφαντική > ανυφαντούρα > του αργαλιού και της ρόκας

ανυφάντρα: > ανυφαντής > του αργαλιού και της ρόκας

ανώβλι: > ξυλοδεσιά του τοίχου > του χτίστη

ανώγι: > πατώματα > του χτίστη

ανώφλι: > πόρτα > του χτίστη

αξανεμιά: > ανεμοσκεπή > του σπιτικού

αξανεμιά: > απανεμιά > καιρικά

αξημέρωτα: > αβγή > αστρικά

αξημέρωτος: ο ήλιος > αβγή > αστρικά

αξίνα: > αξίνα > του χωραφιού

αξινάρα: > αξίνα > του χωραφιού

αξινάρι: > αξίνα > του χωραφιού

αξιναροκράτημα: το χέρι της αξίνας > αξίνα > του χωραφιού

αξινορύγι: > αξίνα > του χωραφιού

άξιφο: > είδη βαφών > του βαφιά

άξιφος: άσπρη βαφή > είδη βαφών > του βαφιά

αξιώτικος: > είδη χορών > χοροί

αξόνι: > μέρη της ρόδας > του αγωγιάτη και του αμαξά

αξόνι: > μέρη του μύλου > του μυλωνά

αξόνι: μέρη του μαγγανοπήγαδου > μάγγανος > του χωραφιού

αξός: > ξόβεργα > του κυνηγού

αοιδάνια: > σταφύλια > του φαγιού

αόμματος: > τυφλός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

απάγγειο: > απανεμιά > καιρικά

απάγγειο: > απάνεμο > τοπογραφικά

απαγγιάζει: απαγγιάζει ο αέρας > απανεμιά > καιρικά

απαγγιάζω: απαγγιάζω από τον άνεμο = φυλάγουμαι σε απάγγειο > απανεμιά > καιρικά

απαθάτο: > άλογο > θηλαστικά

απάκια: της ράχης > μούσκουλο > ανατομικά κατατόπια

απάλα: χεριά μαλιά > μαλί > της βοσκής

απαλάμιστα: > καράβι > καράβια

απαλαριά: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

απαλαριά: μικρό σινί για το αντίδωρο > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

απαλαριά: μικρό σινί για το αντίδωρο > μπακιρικά > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

απαλό: απαλό των παιδιών = βρέγμα > απαλό > κόκκαλα

απάλωνα: > απάλωνα > του χωραφιού

απανάρι: το πάνω μέρος του μύλου > μέρη του μύλου > του μυλωνά

απαναριά: > ψωμί > του φαγιού

απανεμιά: > απανεμιά > καιρικά

απανεμιά: > απάνεμο > τοπογραφικά

απανεμίδες: χαλασμένες ρώγες τσαμπιού > αποκαρπίτης > του τρύγου

απανεμίδες: χαλασμένες ρώγες τσαμπιού > καρπός > φυτολογικά

απανεμίδια: > απάλωνα > του χωραφιού

απανεμίζω: > λιχμίζω > του χωραφιού

απανέμισμα: > λιχμίζω > του χωραφιού

απάνεμο: > απανεμιά > καιρικά

απάνεμο: > απανεμιά > καιρικά

απάνεμο: > απάνεμο > τοπογραφικά

απάνεμος: > απάνεμο > τοπογραφικά

απανόψι: > ψωμί > του φαγιού

απάντρεφτη: > ανύπαντρη > οικογενειακά

απάντρεφτος: > ανύπαντρος > οικογενειακά

απαντρεψιά: > απαντρεψιά > οικογενειακά

απανωγάμπιες: > πανιά > του καραβιού

απανωκούμπια: > κουμπί > ραφτικά

απανώπετσο: > πετσί > ανατομικά κατατόπια

απανωσάγονο: > σαγόνι > κόκκαλα

απανωσέντονο: > κρεβάτι > του σπιτικού

απανωστύλι: > κολόνα > του χτίστη

απαρή: > πάτημα > του κυνηγού

απάρθενος: απάρθενος χορός > αστερισμοί > αστρικά

απαρτικά: σινιάλο της παρτέντζας > παντιέρα > του καραβιού

άπατα: της γης τ' άπατα > τα κατακόμπια > τοπογραφικά

απατοπαστώνω: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

απεγγόνι: > αγγόνι > οικογενειακά

απελατίκι: σιδερένιο ρόπαλο (οι μαγγλαβίτες με τ' απελατίκια) > μεσοχρονιάτικα άρματα > του πολεμιστή

απεταλίκι: > ρόπαλο > του πολεμιστή

απετονιά: > πετονιά > της ψαρικής

απήγανο: ξορκίζω με τον απήγανο > ξορκίζω > δαιμονικά

απήδανος: Locustidae > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

απήδηχτη: > μαρκάλος > της βοσκής

απίδι: > απίδι > του φαγιού

απιδόκρασο: > κρασί > του φαγιού

απίκου: > άγκυρα > του καραβιού

απλάδα: > ίσιωμα > τοπογραφικά

άπλερο: που γεννήθηκε πριν την ώρα του > μωρό > βιολογικά

απλή: > σκοινιά > του καραβιού

απλοπίνακο: > σπληνοστόμαχο > αρώστιες και άλλα κουσούρια

απλοχεριά: > χέρι > ανατομικά κατατόπια

απλόχερο: > χέρι > ανατομικά κατατόπια

απλόχωρο: > αγγάστρι > βιολογικά

απλώστρα: στυλώνει το αντί > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

απλωτή: > κολυμπώ > αρμενίσματα

αποβάλλουμαι: > αποβολή > βιολογικά

απόβαλμα: > αποβολή > βιολογικά

αποβαλμένο: > αποριξίμι > βιολογικά

απόβαλση: > αποβολή > βιολογικά

απόβγαλμα: > αποβολή > βιολογικά

αποβδόμαδα: > βδομάδα > της μέρας και της ώρας

αποβλέψιμο: > όραση > φυσιολογικά

αποβολή: > αποβολή > βιολογικά

αποβολή: > πάτημα > του κυνηγού

αποβοσκίζω: > δουλιές του βοσκού > της βοσκής

αποβοσκιστή: πέτρα που ρίχνει ο βοσκός για ν' αποβοσκίσουν τα γιδοπρόβατα > δουλιές του βοσκού > της βοσκής

απόβραδα: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

αποβραδίς: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

αποβρέχι: βρεμένο ψωμί > ψωμί > του φαγιού

αποβροχάρης: αποβροχάρης άνεμος > στεριανό > καιρικά

αποβρόχια: > βροχή > καιρικά

απόβροχο: > βροχή > καιρικά

απόβροχος: > στεριανό > καιρικά

απογαλαχτισμένο: > μωρό > βιολογικά

απόγειο: > στεριανό > καιρικά

απόγεμα: > απομεσήμερο > της μέρας και της ώρας

απογεματινή: > απομεσήμερο > της μέρας και της ώρας

απόγιομα: > απομεσήμερο > της μέρας και της ώρας

απογκρεμιά: γκρεμνός > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

απόγκρεμος: κρημνώδης > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

απογόνι: > παιδί > οικογενειακά

απόγονοι: > γονιός > οικογενειακά

απόγωνο: > απάνεμο > τοπογραφικά

απόδειπνο: η τελευταία προσεφκή πριν τον ύπνο > λειτουργικά > της εκκλησιάς

αποδιαφώτισμα: > αβγή > αστρικά

αποδοσίδι: στάλσιμο της πραμάτειας με καράβι > αχταρμάς > του κούρσου και του φορτωτή

αποδόχι: > πατητήρι > του τρύγου

αποζέβλι: το κλειδί που κλειδώνει τη ζέβλα > αλέτρι > του χωραφιού

απόζηλο: απόζηλο μέρος = όπου μεριάζουν δαιμονικά > νεραϊδαριό > δαιμονικά

αποθαλασσιά: απάνεμη θάλασσα > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

αποθαλασσινός: αποθαλασσινός καιρός + αλλαγή καιρού από τη θάλασσα > καιρός > καιρικά

αποθαλασσινός: αποθαλασσινός καιρός > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

αποθάλασσος: αποθάλασσος γιαλός > γιαλός > της θάλασσας και του καιρού

αποθαλασσώνουμαι: > ξεπέφτω > αρμενίσματα

αποθαλασσώνουμαι: > πελαγίζω > αρμενίσματα

αποθειός: > θείος > οικογενειακά

αποθωριά: > χρώμα > του ζουγράφου

αποκαθίδι: > καφές > του φαγιού

αποκαλαμιά: τα κοτσάνια που μένουν ύστερα από το θέρισμα > καλαμιά > του χωραφιού

αποκαλαμιά: το στάχυ που μένει ριζωμένο στο χωράφι έπειτα από το θέρισμα > στάχυ > φυτολογικά

αποκαρπίτης: κακογίνωτο τσαμπί > καρπός > φυτολογικά

αποκαρπίτης: μίζερο τσαμπί σταφύλια > αποκαρπίτης > του τρύγου

αποκάρωμα: > κομάρα > φυσιολογικά

αποκαταριά: > ψωμί > του φαγιού

αποκεφαλίζω: > μπόγιας > άλλες τέχνες και σύνεργα

αποκλαμός: > αχταπόδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αποκλείστρα: κλεισούρα > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

απόκληρο: > παιδί > οικογενειακά

απόκληρο: > παιδί > οικογενειακά

απόκλωσμα: > βασίλεμα > αστρικά

αποκοίλι: > κοιλιά > όργανα

αποκοιμίζω: > δουλιές του γιατρού > γιατρικά

αποκοίμισμα: > ύπνος > φυσιολογικά

απόκομα: > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

αποκομένο: που το ξεβύζαξαν > μωρό > βιολογικά

αποκοπή: > αποκόφτω > βιολογικά

απόκορφο: κορφή > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

αποκορωμένο: > δαίμονας > δαιμονικά

αποκούνι: > παιδί > οικογενειακά

αποκούρι: > κουρέας > άλλες τέχνες και σύνεργα

αποκούτσαμα: > κουτσός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αποκόφτω: > αποκόφτω > βιολογικά

αποκρέβατος: ο τόπος κάτω από το κρεβάτι > κρεβάτι > του σπιτικού

αποκρέβω: > αρτυμή > του φαγιού

απολείτουργα: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

απολειφαδιάζω: > δουλιές του ανυφαντή > του αργαλιού και της ρόκας

απολίβαδο: βοσκημένο > λιβάδι > τοπογραφικά

απολιγαίνω: > λιγοθυμιά > φυσιολογικά

απόλιγος: > φεγγάρι > αστρικά

απολίγωμα: > λιγούρα > φυσιολογικά

απολιγώνω: > λιγοθυμιά > φυσιολογικά

απολίμανο: > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

απολυμένο: > φίδι > σερπετά

απολύμι: > αλέβρι > του μυλωνά

απόλυση: το τέλος της λειτουργιάς > λειτουργικά > της εκκλησιάς

απολυταριά: > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

απολυτίκι: το τροπάρι της απόλυσης > λειτουργικά > της εκκλησιάς

απόλωλος: > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

απομαλίδι: > κουρέας > άλλες τέχνες και σύνεργα

απόμαλο: > κουρέας > άλλες τέχνες και σύνεργα

απομεινάρι: > τόπι > πανιά

απομεινάρια: > αλέβρι > του μυλωνά

απομεινάρια: > αποτρυγίδι > φυτολογικά

απόμερο: απόμερο μέρος > παραμεριά > τοπογραφικά

απομεσήμερο: > απομεσήμερο > της μέρας και της ώρας

απομουστώματα: > αποστραγγίδια > του τρύγου

απόμουχρο: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

απομύρωμα: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

απομωραμένος: > ξεμώραμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

απόνερα: > απόνερα > αρμενίσματα

απονέρια: > απόνερα > αρμενίσματα

απονεφελιά: υπονεφέλη, επινεφέλιον > σύνεφο > καιρικά

απόνησο: > νησί > της θάλασσας και του καιρού

απονυστάζω: > νύστα > φυσιολογικά

αποξυλωμός: > κομάρα > φυσιολογικά

αποξυλωμός: τέτανος > αποξυλωμός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αποπαίδι: > παιδί > οικογενειακά

απόπαιδο: > παιδί > οικογενειακά

αποπαιδούσα: που δεν κάνει πια παιδιά > λεχώνα > βιολογικά

απόπατος: > κάμερες του σπιτιού > του χτίστη

αποπληξία: > αποπληξία > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αποπύρι: > ζέστη > καιρικά

αποράχι: ράχη > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

απόριζο: μέρη του μαγγανοπήγαδου > μάγγανος > του χωραφιού

απόριμα: > αποριξίμι > βιολογικά

αποριξίμι: > αποριξίμι > βιολογικά

αποριφή: > απόστεμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

απορουχοσυνάχτης: > απορουχοσυνάχτης > άλλες τέχνες και σύνεργα

αποσήμαδη: > μέρα > της μέρας και της ώρας

απόσκεπο: > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

απόσκια: πέφτουν τ' απόσκια > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

απόσκιος: δυτικός άνεμος > στεριανό > καιρικά

απόσπερα: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

αποσπέρι: > νύχτα > της μέρας και της ώρας

αποσπεριά: > νύχτα > της μέρας και της ώρας

αποσπερίζει: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

απόσπερνο: > νύχτα > της μέρας και της ώρας

απόσπερο: > νύχτα > της μέρας και της ώρας

αποσπόρι: > παιδί > οικογενειακά

αποσταβρώνω: > θρησκευτικές δουλιές > της εκκλησιάς

αποστάφυλα: > αποτρυγίδια > του τρύγου

απόστεμα: > απόστεμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αποστεριό: > στεριανό > καιρικά

απόστιχα: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

αποστολιάτικα: > σύκα > του φαγιού

αποστραγγίδια: > αποστραγγίδια > του τρύγου

αποστρώνω: > δουλιές του αγωγιάτη > του αγωγιάτη και του αμαξά

αποταχιά: > αβγή > αστρικά

αποτεκνάδι: > παιδί > οικογενειακά

αποτεκνάδι: > παιδί > οικογενειακά

απότιστο: > χωράφι > του χωραφιού

άποτο: > χωράφι > του χωραφιού

απότοιχος: ο τόπος από κάτω από τον τοίχο > τοίχος > του χτίστη

αποτρύγημα: > τρύγος > του τρύγου

αποτρύγια: > αποτρυγίδια > του τρύγου

αποτρυγίδι: > αποτρυγίδι > φυτολογικά

αποτρυγίδια: > αποτρυγίδια > του τρύγου

απότρυγο: τέλος του τρύγου > τρύγος > του τρύγου

απότσαμπα: > αποτρυγίδια > του τρύγου

αποτσαμπίδια: > αποτρυγίδια > του τρύγου

αποφόρια: > ρούχα > ρούχα

αποφώλι: > πεταρούδι > πουλολογικά

αποφώλιο: > αβγό > πουλολογικά

αποχείλωμα: αποχείλωμα της ρεματιάς > ρέμα > τοπογραφικά

αποχές: εκεί που τελειώνουν οι βράχοι κι αρχίζει η αμμουδιά μέσα στη θάλασσα > αποχές > της θάλασσας και του καιρού

απόχη: > απόχη > της ψαρικής

απόχηρος: > χήρος > οικογενειακά

αποχόντρι: > αλέβρι > του μυλωνά

αποχρωμιά: > χρώμα > του ζουγράφου

απόχτενο: το μπροστινό μέρος του χτενιού > χτένι > κόκκαλα

απόχτυπος: > καρδιά > όργανα

αποχυλώνω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

απόχυμα: σπέρμα > φυσικά > φυσιολογικά

αποχυμένο: ψάρι που έχει γεννήσει τ' αβγά του > αποχυμένο > ψαρολογικά

απόχυση: > φεγγάρι > αστρικά

αποχωνέβω: > χώνεψη > φυσιολογικά

αποχωνέματα: > αποχωνέματα > φυσιολογικά

Απρίλης: > μήνας > της μέρας και της ώρας

Απριλομάς: > μήνας > της μέρας και της ώρας

απύρι: > χημικά > μέταλλα και χημικά

αραβώνα: > διαμαντικά > πετράδια

αραβώνας: > αραβώνας > οικογενειακά

αραβωνιαστικιά: > αραβωνιαστικός > οικογενειακά

αραβωνιαστικός: > αραβωνιαστικός > οικογενειακά

αραγός: > ταγάρι > της βοσκής

αραγός: κλεισούρα > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

αραδιάζω: > αραδιάζω τη γούμενα > αρμενίσματα

αράζω: > ρίχνω άγκουρα > αρμενίσματα

αραθύμημα: > λιγοθυμιά > φυσιολογικά

αραθυμιά: > λιγοθυμιά > φυσιολογικά

αραθυμώ: > λιγοθυμιά > φυσιολογικά

αρακάς: > λαχανικά > του φαγιού

αραμπάς: > αμάξι > του αγωγιάτη και του αμαξά

αραμπατζής: > αμαξάς > του αγωγιάτη και του αμαξά

αραξοβόλι: > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

αράπης: > αράπης > δαιμονικά

αραποβλογιά: > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αραπόσταρο: κεφάλι καλαμποκιού > καρπός > φυτολογικά

αράχνη: Arachnidae > αράχνη > σκουλήκια και ζωύφια

αραχνιά: > αράχνη > σκουλήκια και ζωύφια

αράχνιασμα: > αρρώστιες φυτών > φυτολογικά

αραχνόσκουπα: > σκούπα > του σπιτικού

αρβάλι: > κόσκινο > του μαγεριού

αρβάλι: κόσκινο για λίχνισμα > δριμόνι > του χωραφιού

αρβάλι: το σκοινί που ενώνει τα δύο αφτιά του καζανιού > αρβάλι > του μαγεριού

αρβάλι: χέρι καζανιού > αρβάλι > του μαγεριού

αρβελίζω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

αρβελιστήρι: > αρβελιστήρι > του μαγεριού

αρβελιστό: > κρέας > του φαγιού

αργάζω: > ταμπακίζω > του ταμπάκη

αργαλιός: δίχτυ που το σέρνουνε στον πάτο της θάλασσας > αργαλιός > της ψαρικής

άργανα: > όργανα > του μουσικού

αργαστηριάρης: > έμπορος > άλλες τέχνες και σύνεργα

αργάτης: > αργάτης > του καραβιού

αργατινή: > μέρα > της μέρας και της ώρας

άργητα: Leptecheneis naucrates | εχενηΐς > αργίδα > ψάρια της θάλασσας

αργίδα: Leptecheneis naucrates | εχενηΐς > αργίδα > ψάρια της θάλασσας

άργιλος: > κοκκινόχωμα > του τσουκαλά και του γυαλά

αργιλόχωμα: > κοκκινόχωμα > του τσουκαλά και του γυαλά

αργίτικος: > είδη χορών > χοροί

αργομοίρα: που παντρεύτηκε αργά > γάμος > οικογενειακά

αργυάκι: > ρυάκι > τοπογραφικά

αργυρένιος: > ασημένιος > του ζουγράφου

αργυρός: > ασημένιος > του ζουγράφου

αργυρώνω: > ασήμι > μέταλλα και χημικά

αργώνω: σταματά το γάλα μου > γαλούσα > βιολογικά

αρεβωνάδια: > αραβώνας > οικογενειακά

αρεβωνίσια: > αραβώνας > οικογενειακά

αριά: > τα δόντια είναι > όργανα

αρίγγα: Clupea harengus > θρίσσα > ψάρια της θάλασσας

αρίδα: > σύνεργα του μαραγκού > του μαραγκού

αρίδα: το πίσω μέρος του ποδαριού > πόδι > ανατομικά κατατόπια

αρίδι: είδος τρυπανιού > σύνεργα του μαραγκού > του μαραγκού

αριλόγος: > δριμόνι > του χωραφιού

αριογένης: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

αριοδόντης: > δόντι > όργανα

αριολόγι: > δριμόνι > του χωραφιού

αριολόγος: > δριμόνι > του χωραφιού

αριομάδα: > δάσος > τοπογραφικά

αριομάλης: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

άρκαλος: Meles meles > ασβός > θηλαστικά

αρκάνη: > σταχοκόπι > του χωραφιού

αρκιμπουζάρης: > τουφέκι > του πολεμιστή

αρκιμπουζάς: > τουφέκι > του πολεμιστή

αρκιμπουζιά: > τουφέκι > του πολεμιστή

αρκιμπούζο: > τουφέκι > του πολεμιστή

άρκλα: > κορμός > φυτολογικά

άρκλα: αμπάρι για ψωμί κι άλλα φαγιά > αμπάρι > του μαγεριού

αρκούδα: Ursus arctos > αρκούδα > θηλαστικά

αρκουδάπιδο: > απίδι > του φαγιού

αρκούδι: Ursus arctos > αρκούδα > θηλαστικά

αρκουδιά: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

αρκουδόγουνα: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

αρκουδόπουλο: Ursus arctos > αρκούδα > θηλαστικά

αρκουδοσπηλιά: > σπηλιά > τοπογραφικά

άρμα: > άρματα > του πολεμιστή

άρμα: > θαλασσάρμη > της θάλασσας και του καιρού

αρμάδι: > ορμίδι > της ψαρικής

αρμαδιακτό: ρημαδιακό; > δαίμονας > δαιμονικά

αρμαδούρα: κρεμάστρα για τα σύνεργα του μαραγκού > αρμαδούρα > του μαραγκού

αρμαθιά: > ένα βρούλο ψάρια > της ψαρικής

αρμαθιάζω: > ένα βρούλο ψάρια > της ψαρικής

αρμακάς: σωρός πέτρες > πέτρα > πέτρες

αρμαλός: τρίχινα κομάτια που δεμένα κάνουν τη βόλτα > βόλτα > της ψαρικής

αρμάρα: > ντουλάπα > του σπιτικού

αρμάρι: > ντουλάπα > του σπιτικού

αρμαστή: > αραβωνιαστικός > οικογενειακά

άρματα: > άρματα > του πολεμιστή

αρμάτα (η): > αρματωσιά > του πολεμιστή

αρματολογιά: οπλισμός > άρματα > του πολεμιστή

αρματώνω: > άρματα > του πολεμιστή

αρματώνω: > αρματώνω > αρμενίσματα

αρματωσιά: πανοπλία > αρματωσιά > του πολεμιστή

αρματωσιά: σύνεργα ψαρικής > αρματωσιά > της ψαρικής

αρματωτής: > αρματωτής > του κούρσου και του φορτωτή

αρμεγή: αρμεγής καιρός > στερφογαλιά > της βοσκής

αρμεγός: > αρμεγός > της βοσκής

αρμέγω: > αρμέγω > της βοσκής

αρμεγώνας: > μάντρα > της βοσκής

άρμεμα: > αρμέγω > της βοσκής

άρμενα: > μέρη του μύλου > του μυλωνά

αρμενίδι: Nautilus γένος | ναυτίλος > αρμενίδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αρμενίζω: > αρμενίζω > αρμενίσματα

αρμενισιά: > αρμενισιά > αρμενίσματα

αρμενιστής: > αρματωτής > του κούρσου και του φορτωτή

άρμενο: > καράβι > καράβια

άρμενο: > λιμάνι > της θάλασσας και του καιρού

αρμεξιά: > αρμέγω > της βοσκής

άρμες: οικόσημο > άρματα > του πολεμιστή

αρμεχτάρα: > αρμεγός > της βοσκής

αρμεχτής: > αρμέγω > της βοσκής

άρμη: > αλάτι > του φαγιού

αρμιά: > αλάτι > του φαγιού

αρμιδιά: > ορμίδι > της ψαρικής

αρμιθιά: > ορμίδι > της ψαρικής

αρμόλυθος: μισογενωμένο σύκο > σύκα > του φαγιού

αρμός: > αρμός > κόκκαλα

αρμός: > ρεζές > του χτίστη

αρμός: > χέρι > ανατομικά κατατόπια

αρμός: > χωράφι > του χωραφιού

αρμός: κλεισούρα > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

αρμοσιά: > αρμός > κόκκαλα

αρμούτι: > τουφέκι > του πολεμιστή

αρμπορίζω: > αρματώνω > αρμενίσματα

άρμπορο: > κατάρτια > του καραβιού

αρμύρα: η γέψη του αλατιού > αλάτι > του φαγιού

αρμυράδες: > γη > του χωραφιού

αρμυριά: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

αρμυριά: αλίπεδον > αρμυριά > της θάλασσας και του καιρού

αρμυρόγεια: > γη > του χωραφιού

αρμυρόχωμα: > γη > του χωραφιού

αρνάδα: > πρόβατο > της βοσκής

αρναδερά: > ζωντανά > της βοσκής

αρνάκι: > πρόβατο > της βοσκής

αρναούρα: > αρναούρα > πετράδια

αρναούρας: > αρναούρα > πετράδια

αρνάρης: > βοσκός > της βοσκής

αρνάρι: > σύνεργα του μαραγκού > του μαραγκού

αρναρίζω: > δουλιές του μαραγκού > του μαραγκού

αρνί: > πρόβατο > της βοσκής

αρνιακό: > πετσί > του παπουτσή

αρνίσιο: > κρέας > του φαγιού

αρνοκάτσικα: > ζωντανά > της βοσκής

αρνοκοπή: > κοπάδι > της βοσκής

αρνοκόπι: τα κοντά μαλιά των αρνιών > μαλί > της βοσκής

αρνόκουρο: κουρεμένο μαλί αρνιού > μαλί > της βοσκής

αρόδο: στ' ανοιχτά > αρμενισιά > αρμενίσματα

αρόλιθος: > νερόλακκος > τοπογραφικά

αρόλιθος: > πέτρα > πέτρες

αρός: κοίλη πέτρα > πέτρα > πέτρες

άρπα: αιολική άρπα > άρπα > του μουσικού

αρπάγι: > αγκουρέτο > του καραβιού

αρπάγια: > νύχια > πουλολογικά

αρπάλι: χαυλιόδους > δόντι > όργανα

άρπαξε: άρπαξε το ψητό > μαγειρέματα > του μαγεριού

αρπάχτρα: επικύημα > αγγάστρι > βιολογικά

αρπεδόνα: > στημόνι > του αργαλιού και της ρόκας

αρπίστας: > μουσικός > του μουσικού

αρπορέτο: > κατάρτια > του καραβιού

άρπορο: κατάρτι > κατάρτια > του καραβιού

αρσανάς: ναύσταθμος > ταρσανάς > του σκαριού

αρσενικό: > γιος > οικογενειακά

αρταίνω: > αρτυμή > του φαγιού

αρτάνα: ταράτσα περιβολιού > περιβόλι > του χωραφιού

αρτένη: Fratercula artica > αρτένης > πουλιά

αρτένης: Fratercula artica > αρτένης > πουλιά

αρτιμόνι: > κατάρτια > του καραβιού

αρτιοχιονάρι: Francolinus vulgaris > αρτιοχιονάρι > πουλιά

άρτος: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

άρτος: > ψωμί > του φαγιού

αρτοφόρι: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αρτοφόρι: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αρτυμή: > αρτυμή > του φαγιού

αρτυμιό: > φαγί > του φαγιού

αρτύνουμαι: > αρτυμή > του φαγιού

αρτύνω: > αρτυμή > του φαγιού

αρτυσιά: > αρτυμή > του φαγιού

αρφανά παγίδια: > παγίδια > κόκκαλα

αρφανός: > ορφανός > οικογενειακά

αρχαριά: > λεχώνα > βιολογικά

αρχαριά: αρχαριά προβατίνα > πρόβατο > της βοσκής

αρχιδάς: > αρχίδι > όργανα

αρχιδάτος: > αρχίδι > όργανα

αρχίδι: > αρχίδι > όργανα

αρχιεπίσκοπος: > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

αρχιμανδρίτης: > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

αρχιμηνιά: > μήνας > της μέρας και της ώρας

αρχιτσέλιγγας: > βοσκός > της βοσκής

αρχιχρονιά: > χρόνος > της μέρας και της ώρας

αρχοντάρης: φροντίζει τους μουσαφίρηδες στο αρχονταρίκι > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

αρχονταρίκι: > σπίτι > του χτίστη

αρχονταρίκι: ξενών > μοναστήρι > της εκκλησιάς

αρχοντικό: > σπίτι > του χτίστη

αρχοντόνησο: > νησί > της θάλασσας και του καιρού

αρχοντοπαίδι: > παιδί > οικογενειακά

αρχοντοπούλα: > κόρη > οικογενειακά

αρχοντόσπιτο: > σπίτι > του χτίστη

αρχοντοφάγι: > φαγί > του φαγιού

αρχός: το τέλος του κωλάντερου > άντερα > όργανα

αρωσταίνω: > αρωστημένος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αρωστημένος: > αρωστημένος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αρωστιά: > αρώστια > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αρώστια: > αρώστια > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άρωστος: > αρωστημένος > αρώστιες και άλλα κουσούρια

ασάραντος: Oriolus galbula > συκοφάγος > πουλιά

ασβεστάδικο: > ασβεστάς > του χτίστη

ασβεσταριά: > ασβέστης > του χτίστη

ασβεσταριό: > ασβεστάς > του χτίστη

ασβεστάς: που φτιάνει ασβέστη > ασβεστάς > του χτίστη

ασβέστης: > ασβέστης > του χτίστη

ασβεστοκάμινο: > ασβεστάς > του χτίστη

ασβεστοκόματα: κομάτια γύψου > ασβέστης > του χτίστη

ασβεστόνερο: > ασβέστης > του χτίστη

ασβεστόπετρα: > ασβέστης > του χτίστη

ασβεστοχύλισμα: > ασβέστης > του χτίστη

ασβεστώνω: > δουλιές του χτίστη > του χτίστη

άσβιος: Meles meles > ασβός > θηλαστικά

ασβολερός: > μάβρος > του ζουγράφου

ασβολερός: > σταχτής > του ζουγράφου

ασβός: Meles meles > ασβός > θηλαστικά

ασβός: Sinoxylon basilare > ασβός > σκουλήκια και ζωύφια

άσβος: Meles meles > ασβός > θηλαστικά

ασέλινο: > άλογο > θηλαστικά

ασηκωτήρι: > σύνεργα του χτίστη > του χτίστη

ασημένιος: > ασημένιος > του ζουγράφου

ασημένιος: > ασήμι > μέταλλα και χημικά

ασήμι: > ασήμι > μέταλλα και χημικά

ασημικά: > χρυσικός > άλλες τέχνες και σύνεργα

ασημιός: > ασημένιος > του ζουγράφου

ασημογνέματα: λειχήνες ή αμπελοκλάδια > νεραϊδογνέματα > δαιμονικά

ασημοκαπνίζω: > ασήμι > μέταλλα και χημικά

ασημοκόπος: > χρυσικός > άλλες τέχνες και σύνεργα

ασημοκούμπι: > κουμπί > ραφτικά

ασημόνερο: > διάργυρος > μέταλλα και χημικά

ασημόνερο: νιτρικόν οξύ > χημικά > μέταλλα και χημικά

ασημοπαλάσκες: > άρματα κλεφτών > του πολεμιστή

ασημόπετρα: > ασημόπετρα > πέτρες

ασημοπιστόλες: > άρματα κλεφτών > του πολεμιστή

ασημόσπαθα: > άρματα κλεφτών > του πολεμιστή

ασημοτράμπουλες: > άρματα κλεφτών > του πολεμιστή

ασημοτραχηλιά: > διαμαντικά > πετράδια

ασημοτραχηλιές: > άρματα κλεφτών > του πολεμιστή

ασημοχρύσαφος: > χρυσός > του ζουγράφου

ασημόχρυσος: από χρυσωμένο ασήμι > ασήμι > μέταλλα και χημικά

ασημώνω: > ασήμι > μέταλλα και χημικά

ασημωτός: > ασημένιος > του ζουγράφου

ασήμωτος: > ασημένιος > του ζουγράφου

ασκάβλι: > ασκομαντούρα > του μουσικού

ασκάθαρος: Scarabaeidae > σκάθαρος > σκουλήκια και ζωύφια

ασκάλαβος: > σάβρα > σερπετά

ασκαλαβωτής: > σάβρα > σερπετά

ασκάλη: > αλέτρι > του χωραφιού

ασκαλώπας: Scolopax rusticola > ξυλόκοτα > πουλιά

άσκημος: > μύτη > όργανα

ασκηταριό: > μοναστήρι > της εκκλησιάς

ασκί: > ματαράς > του τρύγου

ασκί: ο γλουτός > κώλος > ανατομικά κατατόπια

ασκό: χωρίς τσόφλι > αβγό > πουλολογικά

ασκόαβλος: > ασκομαντούρα > του μουσικού

ασκόγεια: > γη > του χωραφιού

ασκόδερμα: > ασκομαντούρα > του μουσικού

ασκοθάλασσα: κύματα χωρίς αφρό > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

ασκοθαλασσιά: > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

ασκόλυθος: > σύκα > του φαγιού

ασκομαντούρα: > ασκομαντούρα > του μουσικού

ασκόπουλο: > ματαράς > του τρύγου

ασκόπουλο: που μόλις έσκασε από το αβγό > πεταρούδι > πουλολογικά

ασκοτσαμπούνα: > ασκομαντούρα > του μουσικού

ασκοτύρι: > τυρί > του φαγιού

ασκουβάζα: Bufo vulgaris > φρύνος > σερπετά

ασκούρισμα: > κουνήματα του καραβιού > αρμενίσματα

άσκωμα: το πετσί που είναι καπλαδισμένο γύρω στο κουπί > κουπί > του καραβιού

ασλάνι: Felis leo > λιοντάρι > θηλαστικά

ασμολόγος: η βασίλισα του μελισιού > μέλισα > σκουλήκια και ζωύφια

ασπαλαθρίτης: Helix hortensis > σάλιαγκας > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

ασπράδα: αμμουδένιος πάτος της θάλασσας > θαλασσόπατο > της θάλασσας και του καιρού

ασπράδι: > αβγό > πουλολογικά

ασπράδι: το άσπρο του ματιού (σκληρωτικός χιτών) > μάτι > όργανα

ασπριδερός: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρίζω: > δουλιές του χτίστη > του χτίστη

ασπρικωλίνα: Saxicola oenanthe > ασπρόκωλος > πουλιά

ασπρίλα: > χρώμα > του ζουγράφου

ασπρισμένο: > βούτυρο > της βοσκής

ασπρογάλιασμα: > αβγή > αστρικά

ασπρογαλίζει: η θάλασσα ασπρογαλίζει = ασπρίζει από τα κύματα > θάλασσα > της θάλασσας και του καιρού

ασπρόγεια: > γη > του χωραφιού

ασπρογένης: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

ασπρογενίζω: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

ασπροθαλασσής: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρόθολος: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπροκώλα: Saxicola oenanthe > ασπρόκωλος > πουλιά

ασπρόκωλος: Saxicola oenanthe > ασπρόκωλος > πουλιά

ασπρολίθι: > πέτρα > πέτρες

ασπρολογιά: > ασπρόρουχα > ρούχα

ασπρομάλης: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

ασπρομάτιασμα: ασπρίζει το μάτι του γιδιού > στα γίδια > αρώστιες ζώων

ασπρομούστακος: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

ασπρόξυλο: > ξύλα > του μαραγκού

ασπροπάρης: γύπας των ψηλών βουνών > γύπας > πουλιά

ασπρόπετρα: > πέτρα > πέτρες

ασπροπρόσωπος: > πολυχρονεμένε μου > κατάρες και εφκές

ασπρόρουχα: > ασπρόρουχα > ρούχα

ασπρορουχιά: > ασπρόρουχα > ρούχα

ασπρορουχού: > ράφτης > ραφτικά

άσπρος: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρούδια: > σταφύλια > του φαγιού

ασπρούλης: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρουλιάρης: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρουλιάρικος: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρούλικος: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρουλός: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρούτσικος: > άσπρος > του ζουγράφου

ασπρόχωμα: > γη > του χωραφιού

ασπρόχωμα: > κοκκινόχωμα > του τσουκαλά και του γυαλά

ασπρόψαρα: > γόνος > ψαρολογικά

αστακός: Homarus vulgaris > αστακός > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αστάλαχτη: αστάλαχτη γίδα > γίδι > της βοσκής

αστάρι: προστυχόπανο > καμπάς > ραφτικά

ασταρώνω: > δουλιές του ράφτη > ραφτικά

αστάχη: > βελονιές > ραφτικά

αστάχυ: > στάχυ > φυτολογικά

ασταχωτή: > βελονιές > ραφτικά

αστέρα: > διάροια > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αστέρας: > διάροια > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αστεράτο: με άσπρο άστρο στο μέτωπο > άλογο > θηλαστικά

άστερη: άστερη νύχτα > άστρο > αστρικά

αστέρι: > μηλίγγι > κόκκαλα

αστέρι (το): Εωσφόρος > πλανήτες > αστρικά

αστέρινος: > άστρο > αστρικά

αστέριος: Falconidae > γεράκι > πουλιά

αστερίσκος: απάνω από το δισκάρι > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

αστερίσματα: > αστερισμοί > αστρικά

αστερισμοί: > αστερισμοί > αστρικά

αστεφάνωτη: > ανύπαντρη > οικογενειακά

αστεφάνωτος: > ανύπαντρος > οικογενειακά

αστράγαλος: > πόδι > κόκκαλα

αστράκι: > αστράχι > του χτίστη

αστραπή: > αστραπή > καιρικά

αστραποβόλι: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραπόβολο: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραπόβολος: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραπόβροντο: > βροντή > καιρικά

αστραποβροντώ: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποκαμένε: > λυκοφαγωμένε > κατάρες και εφκές

αστραποκαμός: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποπέλεκας: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποπελεκώ: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποπύρι: > αστραπή > καιρικά

αστραποπύρι: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποσύγνεφο: > σύνεφο > καιρικά

αστραποτσοκάνισμα: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποτσοκανώ: > αστροπελέκι > καιρικά

αστραποφεγγιά: > αστραπή > καιρικά

αστραπόφεγγο: > αστραπή > καιρικά

αστραποχάλαζο: > χαλάζι > καιρικά

αστράχι: > αστράχι > του χτίστη

αστραχιά: > λιακωτό > του χτίστη

αστραχιά: > μέρη της στέγης > του χτίστη

αστραχιά: στρώση από αστράχι > αστράχι > του χτίστη

αστραχώνω: > δουλιές του χτίστη > του χτίστη

αστρέχα: > μέρη της στέγης > του χτίστη

αστρεχιά: > κανάλι > του χτίστη

αστρί: > άστρο > αστρικά

αστρικά: στερέωμα > ουρανός > καιρικά

αστρικό: > άστρο > αστρικά

αστρικό: > κακοκαιριά > καιρικά

αστρίτης: > οχιά > σερπετά

άστριφτο: άστριφτο μετάξι > μετάξι > του αργαλιού και της ρόκας

άστρο: > άστρο > αστρικά

άστρο της τραμουντάνας: Πολικός Αστήρ > αστερισμοί > αστρικά

αστροβολιά: > άστρο > αστρικά

αστροβολίδα: > άστρο > αστρικά

αστρόβολο: > άστρο > αστρικά

αστρογαλιά: > οχιά > σερπετά

αστροδρομιά: > άστρο > αστρικά

αστροκάραβο: > καράβι > καράβια

αστρολίθι: > άστρο > αστρικά

αστρονομίζω: αφίνω κάτι όξω τη νύχτα για να το επηρεάσουν τ' αστέρια > αστρονομίζω > δαιμονικά

αστροπελέκι: > αστροπελέκι > καιρικά

αστροπέλεκο: > αστροπελέκι > καιρικά

αστρόπετρα: > άστρο > αστρικά

αστρόπετρα: > άστρο > αστρικά

αστροφεγγιά: > άστρο > αστρικά

αστρόφεγγο: > άστρο > αστρικά

αστυνόμος: > αστυνόμος > άλλες τέχνες και σύνεργα

ασύβαστη: > ανύπαντρη > οικογενειακά

ασύβαστος: > ανύπαντρος > οικογενειακά

ασφαλτίτης: το πέμπτο σφοντύλι της μέσης > σφοντύλι > κόκκαλα

άτεκνος: > άτεκνος > οικογενειακά

άτι: Equus caballus > άλογο > θηλαστικά

ατλαζένιος: > πανίτικος > πανιά

ατλάζι: > πανιά > πανιά

ατόμαχος: Lanius ludovicianus > κεφαλάς > πουλιά

άτριχος: > σπανός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άτριχος: > φαλακρός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άτρυγο: άτρυγο μέλι > μέλισα > σκουλήκια και ζωύφια

ατσαλάρω: > δουλιές του σιδερά > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ατσάλι: > σίδερο > μέταλλα και χημικά

ατσαλόπετρα: > γυαλόπετρα > πέτρες

ατσαλώνω: > δουλιές του σιδερά > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

ατσίγγανος: > γύφτος > άλλες τέχνες και σύνεργα

ατσίδα: Mustela martes > κουνάβι > θηλαστικά

ατσίδι: Mustela martes > κουνάβι > θηλαστικά

ατσίνουρος: που δεν έχει τσίνουρα > μάτι > όργανα

ατσύγκλα: > μέρη του αργαλιού > του αργαλιού και της ρόκας

αφαγιά: > νηστεία > του φαγιού

αφάλι: > αφαλός > ανατομικά κατατόπια

αφάλι της πέτρας: > μέρη του μύλου > του μυλωνά

αφάλιες: αρώστιες στα ζωντανά > αφάλιες > αρώστιες ζώων

αφαλό: > αβγό > πουλολογικά

αφαλοκοπάω: κόβω το αμολόγητο του παιδιού > αφαλοκοπάω > βιολογικά

αφαλός: του λύθηκε ο αφαλός > αφαλός > ανατομικά κατατόπια

αφέλειες: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

αφεντοπούλα: > κόρη > οικογενειακά

άφλαστα: σκαλίσματα της πρύμης > φιγούρα της πλώρης > του καραβιού

αφορεσμός: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

αφόρια: καινούρια ρούχα > ρούχα > ρούχα

αφορίζω: > θρησκευτικές δουλιές > της εκκλησιάς

αφορισμένος: > διάβολος > δαιμονικά

αφορμάγρα: > τρέλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αφορμάρης: > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αφορμίζω: > φλογίζω > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αφούλκα: > κανάλι > του χτίστη

άφραγο: > χωράφι > του χωραφιού

αφράτα: > αμύγδαλα > του φαγιού

αφράτο: ή σαλιάνικο > το ξύλο είναι > του μαραγκού

αφράτος: > άσπρος > του ζουγράφου

άφρη: > αφρός > της θάλασσας και του καιρού

αφρόγαλα: > γάλα > της βοσκής

αφρόκυμα: > κύμα > της θάλασσας και του καιρού

αφρόπλακα: άσπρο μάρμαρο > πέτρα > πέτρες

αφρός: > αφρός > της θάλασσας και του καιρού

αφρόχειλο: > πηγάδι > του χωραφιού

αφρόψαρα: > γόνος > ψαρολογικά

αφτάρα: > αφτί > όργανα

αφτάρμιστος: > αβάσκαντος > δαιμονικά

αφτί: > αφτί > όργανα

αφτολόγος: > γιατρός > γιατρικά

άφτρα: > άφτρα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

άφτρες: άφθαι > άφτρα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αφύλλιαστο: αφύλλιαστο δέντρο > δέντρο > φυτολογικά

αφύραγο: χρυσάφι ή ασήμι της βούλας > λαγάρα > μέταλλα και χημικά

άφωνος: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

αχαΐρεφτε: > λυκοφαγωμένε > κατάρες και εφκές

αχαμνά (τα): > αρχίδι > όργανα

αχάραγα: προτού χαράξει > αβγή > αστρικά

αχείλι: > στόμα > όργανα

άχερα: του παπά τ' άχερα > Γιορδάνης > αστρικά

αχερής: > κίτρινος > του ζουγράφου

αχερί: > κίτρινος > του ζουγράφου

άχερο: > άχερο > του χωραφιού

αχεροκαλύβα: > καλύβα > του χτίστη

αχεροσκεπή: > στέγη > του χτίστη

αχερόστρωμα: > κρεβάτι > του σπιτικού

αχερώνας: > στάβλος > του αγωγιάτη και του αμαξά

αχηβάδα: > μπατάρι > του χτίστη

αχηβάδα: Isocardia cor. > αχηβάδα > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αχιβάδες: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

αχινιός: > λουβί > φυτολογικά

αχινιός: Echinoidea > αχινιός > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αχλάδι: > απίδι > του φαγιού

αχλατζάδες: > ελιές > του φαγιού

αχνάρι: > πάτημα > του κυνηγού

αχνάρι: > χνάρι > ραφτικά

αχνένιο: > ψωμί > του φαγιού

άχνη: > αλέβρι > του φαγιού

άχνη: > καταχνιά > καιρικά

αχνίζω: ψήνω στον αχνό > μαγειρέματα > του μαγεριού

αχνιστό: > κρέας > του φαγιού

αχνιστό: > φαγί > του φαγιού

αχνό: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

αχνοκόκκινος: > κοκκινίζω > φυσιολογικά

αχούρι: > στάβλος > του αγωγιάτη και του αμαξά

αχούρι: > στάβλος > του χτίστη

αχταπόδι: Octopus vulgaris > αχταπόδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

αχτάρης: > έμπορος > άλλες τέχνες και σύνεργα

αχταρμάς: > είδη καραβιών > καράβια

αχταρμάς: διαμετακόμισις > αχταρμάς > του κούρσου και του φορτωτή

αχτσέδες: > απίδι > του φαγιού

αχυρώνα: > στάβλος > του αγωγιάτη και του αμαξά

άψα: > ζέστη > καιρικά

αψάδα: > ζέστη > καιρικά

αψάδα: > κακοκαιριά > καιρικά

αψαχούλεφτη: η αψαχούλεφτη μοίρα > μοίρα > δαιμονικά

άψη: > ζέστη > καιρικά

αψίδι: > μέρη του παπουτσιού > του παπουτσή

αψιδιάζω: > δουλιές του παπουτσή > του παπουτσή

αψιμίτσα: Lampyris noctiluca > λαμπερίδα > σκουλήκια και ζωύφια

αψώμοτο: αψώμοτο σιτάρι > καρπός > φυτολογικά

βαβά: > γιαγιά > οικογενειακά

βαβίλα: Scarabaeidae > σκάθαρος > σκουλήκια και ζωύφια

βαβούλι: > καρπός > φυτολογικά

βαβούλι: > μπουμπούκι > φυτολογικά

βαβουλίδα: Scarabaeidae > σκάθαρος > σκουλήκια και ζωύφια

βαβούλω: > γιαγιά > οικογενειακά

βάβω: > γιαγιά > οικογενειακά

βάβω: > παραμάνα > οικογενειακά

βαγγέλιο: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

Βαγγελίστρα: είναι για τη Βαγγελίστρα > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βαγενάς: > βαρελάς > του τρύγου

βαγένι: > βαρέλι > του τρύγου

βαγένιος: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

βάγια: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

βάγια: > παραμάνα > οικογενειακά

βαγιόκλαδα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

βαγιόλαδο: > λάδι > του φαγιού

βαγιόλι: > νιφτήρας > του σπιτικού

βάζω: βάζω αφτί > αφτί > όργανα

βαθαίνω: > σκάφτω > του χωραφιού

βάθη (η): > σκάφτω > του χωραφιού

βαθιά: βαθιά νύχτα > νύχτα > της μέρας και της ώρας

βαθιά: βαθιά χαράματα > αβγή > αστρικά

βαθοκόπημα: > σκάφτω > του χωραφιού

βαθοκοπώ: > σκάφτω > του χωραφιού

βαθουλό (το): > λάκκα > τοπογραφικά

βαθούλωμα: > βούθουλας > τοπογραφικά

βαθούλωμα: > λάκκα > τοπογραφικά

βαθουλώνω: > σκάφτω > του χωραφιού

βαθρακάκι: πρήξιμο στη γλώσσα > πρήξιμο > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βάθρακας: Rana > βάτραχος > σερπετά

βαθρακόπετρα: > βαθρακόπετρα > πέτρες

βαθρακός: Rana > βάτραχος > σερπετά

βάθρακος: Rana > βάτραχος > σερπετά

βαθρακόψαρο: Lophius piscatorius > βαθρακόψαρο > ψάρια της θάλασσας

βαθύ: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

βαθυγάλαζος: > γαλανός > του ζουγράφου

βαθυδιάσελο: ζυγός > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βαθυλάγγαδο: > λαγγάδι > τοπογραφικά

βακέτα: αδούλευτο πετσί > πετσί > του παπουτσή

βακίζω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

βακούφι: > χτήμα > του χωραφιού

βακούφι: μουσουλμανικό ιερό ίδρυμα (τζαμί, τεκές) > βακούφι > της εκκλησιάς

βακούφικα (χτήματα): πλέρωναν ξεχωριστό φόρο στα βακούφια > βακούφι > της εκκλησιάς

βάκρο: με μάβρο σημάδι στο μούτρο κι ολόμπροστα στο αστήθι > πρόβατο > της βοσκής

βαλακρίδα: Locustidae > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

βαλάνι: > καρπός > φυτολογικά

βαλανίδα: > βαλανίδι > όργανα

βαλανίδι: > βαλανίδι > όργανα

βαλανίδι: > καρπός > φυτολογικά

βαλίθι: > πανιά > πανιά

βαλίστρα: > πολιορκητικά > του πολεμιστή

βαλκός: δίχτυ για χέλια > βολκός > της ψαρικής

βαλμαδιό: > βουκολιό > της βοσκής

βαλμαριό: κοπάδι άλογα > κοπάδι > της βοσκής

βαλμάς: > βοσκός > της βοσκής

βαλμάς: Caprimulgus europaeus > βαλμάς > πουλιά

βαλτοθάλασσα: > λίμνη > τοπογραφικά

βαλτονέρι: > λάσπη > τοπογραφικά

βαλτός: > βοσκός > της βοσκής

βάλτος: > βάλτος > τοπογραφικά

βαλτουριά: > βάλτος > τοπογραφικά

βαλτωσιά: > βάλτος > τοπογραφικά

βάλχος: Polyprion cernus > ορφός > ψάρια της θάλασσας

βάμα: > βαφή > του βαφιά

βανίλια: > γλυκά > του φαγιού

βάντα: > λουλάς > του αργαλιού και της ρόκας

βάξα: Otis tetrax > αγριόκοτα > πουλιά

βαποράς: > αρματωτής > του κούρσου και του φορτωτή

βαράει: > ο ήλιος > αστρικά

βάραθρο: > βάραθρο > τοπογραφικά

βαράκι: χρυσάφι σε φύλλο > χρυσάφι > μέταλλα και χημικά

βαράκι: ψεφτόχρυσος > μπρούντζος > μέταλλα και χημικά

βαράκουος: > κουφός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βαρακούω: δεν καλακούω > κουφός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βαρακώνω: > χρυσάφι > μέταλλα και χημικά

βαραντούπ: > παιδιών > παιγνίδια

βαρβάκι: Buteo > βαρβάκι > πουλιά

βαρβακίνα: Buteo > βαρβάκι > πουλιά

βαρβατιά: > βαρβατιά > φυσιολογικά

βαρβατιάζω: > βαρβατιά > φυσιολογικά

βαρβάτιασμα: > βαρβατιά > φυσιολογικά

βαρβατίλα: > βαρβατιά > φυσιολογικά

βαρβάτος: > βαρβατιά > φυσιολογικά

βαρδάρια: ξυλαράκια περαστά στη βαρδομάνα (χτυπούνε τη μυλόπετρα που γυρίζει και σειουν έτσι το αμπάρι με το γέννημα κι αφτό πέφτει μέσα στην τρύπα κι αλέθεται) > μέρη του μύλου > του μυλωνά

βάρδια: > φύλαξη > του πολεμιστή

βάρδια (η): > νάφτης > του κούρσου και του φορτωτή

βαρεκίνα: > χημικά > μέταλλα και χημικά

βαρέλα: > βαρέλι > του τρύγου

βαρελάδικο: > βαρελάς > του τρύγου

βαρελάκια: > παιδιών > παιγνίδια

βαρελάς: > βαρελάς > του τρύγου

βαρέλι: > βαρέλι > του τρύγου

βαρελοσάνιδο: > βαρέλι > του τρύγου

βαρελότο: > παιδιών > παιγνίδια

βάρεμα: > πληγή > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βαρεματιά: > πληγή > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βαριά: > γη > του χωραφιού

βαριά: > σύνεργα του μαραγκού > του μαραγκού

βαρίδι: > ρολόι > του σπιτικού

βαρίδι: > σύνεργα του χτίστη > του χτίστη

βαρικό: > χωράφι > του χωραφιού

βαρικός: > βάλτος > τοπογραφικά

βάρκα: > είδη καραβιών > καράβια

βαρκάρης: > νάφτης > του κούρσου και του φορτωτή

βαρκό: τόπος χαμηλός και βαλτωμένος > βάλτος > τοπογραφικά

βαρκός: βαρκός τόπος > βάλτος > τοπογραφικά

βαρκούσιο: υγρό > χωράφι > του χωραφιού

βαρόκουφος: > κουφός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βάρος: > φόρτωμα > του κούρσου και του φορτωτή

βαροστόμαχο: > φαγί > του φαγιού

βαρουκλό: > χωράφι > του χωραφιού

βαρούμενη: > γγαστρωμένη > βιολογικά

βαρσάμι: Trachinus draco > δρακόνι > ψάρια της θάλασσας

βάρσαμο: > γιατρικό > γιατρικά

βαρυγλυκύς: > καφές > του φαγιού

βαρυκαιριά: > κακοκαιριά > καιρικά

βαρυκέφαλος: Pyrrhula europea > βαρυκέφαλος > πουλιά

βαρυπνάς: > όνειρο > φυσιολογικά

βαρυπνιά: > ύπνος > φυσιολογικά

βαρύς: > καφές > του φαγιού

βαρυχειμωνιά: > κακοκαιριά > καιρικά

βαρυχειμωνιά: > χειμώνας > της μέρας και της ώρας

βαρώ: > σαλαγώ > της βοσκής

βάσανο: > αστυνόμος > άλλες τέχνες και σύνεργα

βασιλάκης: Nannus troglodytes > βασιλάκης > πουλιά

βασιλάκι: Nannus troglodytes > βασιλάκης > πουλιά

βασιλάκος: Ceryle alcyon > θαλασσοπούλι > πουλιά

βασιλέβει: ο ήλιος > βασίλεμα > αστρικά

βασίλεμα: > βασίλεμα > αστρικά

βασίλεμα: > βασίλεμα > της μέρας και της ώρας

βασιλιάς: > άλλα μαμούνια > σκουλήκια και ζωύφια

βασιλικά: > σύκα > του φαγιού

βασιλικά: βασιλική φλέβα = αρτηρία > φλέβα > όργανα

βασιλική: βασιλική μέρα > καλοκαιριά > καιρικά

βασίλισα: βασίλισα του γιαλού και των βουνών > δέσποινα > δαιμονικά

βασιλοκουλούρα: > ζυμαρικά > του φαγιού

βασιλοκουλούρα: > ψωμί > του φαγιού

βασιλόπητα: > ζυμαρικά > του φαγιού

βασιλοπούλα: > κόρη > οικογενειακά

βασιλοπούλι: Ceryle alcyon > θαλασσοπούλι > πουλιά

βασιλόσπιτο: > παλάτι > του χτίστη

βασκαίνω: > μαγέβω > δαιμονικά

βάσκαμα: > μάγεμα > δαιμονικά

βασκανιά: > βασκανιά > δαιμονικά

βάσκανος: > βάσκανος > δαιμονικά

βασκαντήρα: > φυλαχτό > δαιμονικά

βασκάνω: > μαγέβω > δαιμονικά

βασταγάρης: > χαμάλης > άλλες τέχνες και σύνεργα

βασταγερό: > γαϊδούρι > θηλαστικά

βασταγερό: > είδη πανιών > πανιά

βασταγό: > γαϊδούρι > θηλαστικά

βασταγούρι: > γαϊδούρι > θηλαστικά

βασταγούρι: > σαμαριάρικα ζα > του αγωγιάτη και του αμαξά

βαστάζος: > χαμάλης > άλλες τέχνες και σύνεργα

βαστάρικα: > σταφύλια > του φαγιού

βασταχτήρα: > φορτωτήρα > του αγωγιάτη και του αμαξά

βάστρα: μικρό τσοπάνικο τζάκι > τζάκι > του σπιτικού

βάτα: μπαμπάκι για φοδράρισμα φορεσιάς > βάτα > ραφτικά

βατοκόπι: κλαδεφτήρι για βάτους > κλαδεφτήρι > του χωραφιού

βατόπουλο: Raja batis > ρίνα > ψάρια της θάλασσας

βάτος: Raja batis > ρίνα > ψάρια της θάλασσας

βάτραχας: Rana > βάτραχος > σερπετά

βατράχι: Rana > βάτραχος > σερπετά

βατραχός: Rana > βάτραχος > σερπετά

βάτραχος: Rana > βάτραχος > σερπετά

βατσέλο: > είδη καραβιών > καράβια

βαφή: > βαφή > του βαφιά

βαφή: > χρώμα > του ζουγράφου

βαφιάς: > βαφιάς > του βαφιά

βαφόριζα: > είδη βαφών > του βαφιά

βαφτίδι: > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτίζω: βάζω λάδι > θρησκευτικές δουλιές > της εκκλησιάς

βάφτιση: > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτίσια: > βάφτισμα > οικογενειακά

βάφτισμα: > βάφτισμα > οικογενειακά

βάφτισμα: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

βαφτισματοχάρτι: > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτιστήρα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

βαφτιστήρι: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

βαφτιστίκι: > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτιστίκι: το βαφτιστικό φόρεμα που χαρίζει ο νουνός > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτιστικό: > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτιστικός: > βάφτισμα > οικογενειακά

βαφτό: > είδη πανιών > πανιά

βάφω: > δουλιές του βαφιά > του βαφιά

βάφω: βάφω το μέταλλο > δουλιές του σιδερά > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

βάψη: > βαφή > του βαφιά

βάψιμο: > βαφή > του βαφιά

βγάζω: βγάζω λείψανο > κηδεία > οικογενειακά

βγάζω: βγάζω στα γρασίδι > δουλιές του βοσκού > της βοσκής

βγάζω: βγάζω στη βοσκή, στο βόσκημα > δουλιές του βοσκού > της βοσκής

βγαίνει: > ο ήλιος > αστρικά

βγαίνει: > το χρώμα > του ζουγράφου

βγαλσιά: > φυρονεριά > της θάλασσας και του καιρού

βγάλσιμο: > ξάρθρωμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βγαλτό: > πρήξιμο > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βγάρμα: > ξάρθρωμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βδέλλα: Hirudo medicinalis > βδέλλα > σκουλήκια και ζωύφια

βδομάδα: > βδομάδα > της μέρας και της ώρας

βεγγέρα: > νύχτα > της μέρας και της ώρας

βεδούρα: > αρμεγός > της βοσκής

βεδούρας: γιαούρτι της βεδούρας > γάλα > της βοσκής

βεδούρι: μικρή καρδάρα με αρβάλι ξυλένιο > αρμεγός > της βοσκής

βεζά: > τυρί > του φαγιού

βελανίδι: > καρπός > φυτολογικά

βελανίδι: > ουσίες γναφικές > του ταμπάκη

βελανιδιά: > ξύλα > του μαραγκού

βελανιδόξυλο: > ξύλα > του μαραγκού

βελαόρες: βουνίσια βοσκοτόπια > βοσκή > της βοσκής

βελατούρα: σκια πρασινωπή σε προσωπογραφία > βελατούρα > του ζουγράφου

βελέντζα: > κρεβάτι > του σπιτικού

βελέσι: > παπαδίστικα ρούχα > ρούχα

βελιό: > πανιά > πανιά

βέλο: > βέλο > ρούχα

βελόνα: > βελόνα > ραφτικά

βελόνι: > βελόνα > ραφτικά

βελόνι: Belone belone > βελόνι > ψάρια της θάλασσας

βελόνι: Sphyraena Risso > λούτσος > ψάρια της θάλασσας

βελόνια: > φύλλο > φυτολογικά

βελόνια (τα): > σύνεργα του παπουτσή > του παπουτσή

βελονιάζω: > δουλιές του ράφτη > ραφτικά

βελονιάζω: περνώ την άκρη σκοινιού από μια τρύπα > βελονιάζω > αρμενίσματα

βελονίδα: Belone belone > βελόνι > ψάρια της θάλασσας

βελονίδι: Belone belone > βελόνι > ψάρια της θάλασσας

βελονιές: > βελονιές > ραφτικά

βελουδένιος: > πανίτικος > πανιά

βελούδο: > πανιά > πανιά

βελούχι: > βρύση > του χωραφιού

βένες: φλέβες > το ξύλο έχει > του μαραγκού

βένετος: > μόρικος > του ζουγράφου

βεντερούγα: > καμπούρης > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βέντο: > σκοινιά > του καραβιού

βεντούζα: > αχταπόδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

βεντούζα: > βεντούζα > γιατρικά

βερβέρα: Sciurus vulgaris > βερβέρα > θηλαστικά

βερβερής: > τσεβδός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βερβεριά: > τσεβδός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βερβερίζω: > τσεβδός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βερβερίτσα: Sciurus vulgaris > βερβέρα > θηλαστικά

βέργα: > βέργα > του χωραφιού

βέργα: > καμάκι > της ψαρικής

βέργα: > καμουτσίκι > του αγωγιάτη και του αμαξά

βέργα: > μέρη του τουφεκιού > του πολεμιστή

βεργάδι: > πρόβατο > της βοσκής

βεργασιό: > δραγάτης > του τρύγου

βεργασούρα: > δραγάτης > του τρύγου

βεργιά: > καμουτσίκι > του αγωγιάτη και του αμαξά

βερδούνι: Ligurinus chloris > φλώρος > πουλιά

βερνίκι: > ζουγραφικά σύνεργα > του ζουγράφου

βερνικωμένα: > χρειασίδια > του τσουκαλά και του γυαλά

βετλιάρης: > βοσκός > της βοσκής

βετούλα: αποκομένο κατσικάκι > γίδι > της βοσκής

βετούλι: > γίδι > της βοσκής

βηματάρης: που χτυπά το σήμαντρο > εκκλησιαστικά αξιώματα > της εκκλησιάς

βημόθυρα (τα): > μέρη της εκκλησιάς > της εκκλησιάς

βηξιά: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βηρύλλι: > βηρύλλι > πετράδια

βηχάκι: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βηχαλάκι: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βήχας: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βήχας: > στα πρόβατα > αρώστιες ζώων

βηχιάρης: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βήχω: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βιβάρι: > βιβάρι > της θάλασσας και του καιρού

βιβλιοδέτης: > βιβλιοδέτης > του βιβλιοδέτη

βιβλιοθήκη: > κάμερες του σπιτιού > του χτίστη

βιβλιοράψιμο: > βιβλιοράψιμο > του βιβλιοδέτη

βίγλα: η βίγλα στην κόφα > νάφτης > του κούρσου και του φορτωτή

βιγλάρικο: > σκύλος > θηλαστικά

βιγλάτορας: > δραγάτης > του τρύγου

βιγλάτορας: > πρεδάρης > του χωραφιού

βίδα: > βίδα > του μαραγκού

βίδα: > τρέλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βίδα: έχει βίδα > τρελαίνουμε > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βιδάτος: > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βιδέλο: > κρέας > του φαγιού

βιδέλο: > πετσί > του παπουτσή

βιδέλο: > πετσιά για δέσιμο > του βιβλιοδέτη

βιδιά: ευδία > καλοκαιριά > καιρικά

βιδολόγος: > σύνεργα του μαραγκού > του μαραγκού

βιδόπροκα: > καρφολογιά > του μαραγκού

βιδόπροκες: > σύνεργα του παπουτσή > του παπουτσή

βιδώνω: > δουλιές του μαραγκού > του μαραγκού

βιδωτήρι: > σύνεργα του μαραγκού > του μαραγκού

βίκος: > ταγή > του αγωγιάτη και του αμαξά

βιόλα: > βιόλα > του μουσικού

βιολί: > βιολί > του μουσικού

βιολί: κάποιο ζώο ή ζωύφιο που τρυπώνει μέσα στα ψάρια > βιολί > σκουλήκια και ζωύφια

βιολιτζής: > μουσικός > του μουσικού

βιολοντσέλο: > βιολοντσέλο > του μουσικού

βίραγγας: > βούθουλας > τοπογραφικά

βίραγγας: > ποτάμι > τοπογραφικά

βιράρω: τραβώ (στον αργάτη) > βιράρω > αρμενίσματα

βιρό: > ποτάμι > τοπογραφικά

βιρός: > ποτάμι > τοπογραφικά

βισινάδα: > λεμονάδα > του φαγιού

βισινής: > κόκκινος > του ζουγράφου

βισινί: > κόκκινος > του ζουγράφου

βίσινο: > γλυκά > του φαγιού

βισινόκρασο: > κρασί > του φαγιού

βιτριόλι: θειικόν οξύ > χημικά > μέταλλα και χημικά

βιτριόλι: μαβιά βαφή > είδη βαφών > του βαφιά

βίτσα: > καμουτσίκι > του αγωγιάτη και του αμαξά

βίτσερης (της): > τυρί > του φαγιού

βιτσιά: > καμουτσίκι > του αγωγιάτη και του αμαξά

βιτσίλα: Gypaetus barbatus > σταβραϊτός > πουλιά

βιχτόρια: > αμάξι > του αγωγιάτη και του αμαξά

βλάγκο: > άλογο > θηλαστικά

βλάγκο: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

βλάγκος: ασπρότριχος > άσπρος > του ζουγράφου

βλακομάδα: σημάδια που αφήνει η βλογιά > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλαμένος: > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλάρι: > τόπι > πανιά

βλασερό: > ψωμί > του φαγιού

βλαστάρι: > βλαστάρι > φυτολογικά

βλαστερό: καλόζυμο > ψωμί > του φαγιού

βλάστηση: > φυτιά > φυτολογικά

βλαστολόγημα: > φυτιά > φυτολογικά

βλαστολόγημα: > χορτολογώ > του χωραφιού

βλαστολογίδια: οι άκριες των κλημάτων > κλαδί > φυτολογικά

βλαστολογώ: > κλαδέβω > του χωραφιού

βλαστολογώ: > χορτολογώ > του χωραφιού

βλαστολογώ: κόβω τα βλαστολογίδια (τις άκρες των κλημάτων) > βλαστολογώ > του τρύγου

βλατή: > κοκκίνα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλατί: βυζαντινό μεταξωτό πανί > πανιά > πανιά

βλάττα: > πανούκλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλάχισα: > βοσκός > της βοσκής

βλαχοκαλύβα: > βλαχοκόνακο > της βοσκής

βλαχοκόνακο: τέντα βλάχου > βλαχοκόνακο > της βοσκής

βλαχοκυριαρήνα: Turdus > τσίχλα > πουλιά

βλαχοπούλα: > βοσκός > της βοσκής

βλάχος: > βοσκός > της βοσκής

βλάχος: Polyprion cernus > ορφός > ψάρια της θάλασσας

βλαχόσκυλο: > σκύλος > θηλαστικά

βλαχούλα: > βοσκός > της βοσκής

βλέννος: Blennius ocellaris > σαλιάρα > ψάρια της θάλασσας

βλεπάμενος: το αντίθετο του τυφλού > τυφλός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλεπές: > δραγάτης > του τρύγου

βλέπιση: > όραση > φυσιολογικά

βλεπός: > δραγάτης > του τρύγου

βλεπτηκό: > καράβι > καράβια

βλέπω: > όραση > φυσιολογικά

βλέφαρο: > μάτι > όργανα

βλέψη: > όραση > φυσιολογικά

βλέψιμο: > όραση > φυσιολογικά

βλόγα: > γάμος > οικογενειακά

βλογημένη: > πανούκλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλόγηση: > εφκές > κατάρες και εφκές

βλόγηση: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

βλογητική: > παντρεμένος > οικογενειακά

βλογιά: > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλογιά: > στα πρόβατα > αρώστιες ζώων

βλογιά: αρώστια που κάνει το απομέσα του φυτού να γίνει σα σκόνη από κάρβουνο > αρρώστιες φυτών > φυτολογικά

βλογία: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

βλόγια: > εφκές > κατάρες και εφκές

βλόγια: > λειτουργικά > της εκκλησιάς

βλογιάρης: > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλογοκομάδα: > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλογοκομένος: > βλογιά > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βλογώ: > γάμος > οικογενειακά

βοδάμαξο: > αμάξι > του αγωγιάτη και του αμαξά

βόδι: > γελάδι > της βοσκής

βοδινό: > κρέας > του φαγιού

βοδόμιγα: Muscidae γένος > μίγα > σκουλήκια και ζωύφια

βοδόψαρο: Raja batis > ρίνα > ψάρια της θάλασσας

βοή: μανία που πιάνει τα πρόβατα να σκοτώνουνται μεταξύ τους (βουΐζονται) > στα πρόβατα > αρώστιες ζώων

βοθρί: λάκκος όπου μαζέβεται ο μούστος > βοθρί > του τρύγου

βόθρυγκας: > βούθουλας > τοπογραφικά

βοθρύγκι: βόθρος > βούθουλας > τοπογραφικά

βόιδι: > γελάδι > της βοσκής

βοϊδομάντρα: > βουκολιό > της βοσκής

βοϊδόματα: > σταφύλια > του φαγιού

βοϊδοσταλός: > σταλίζω > της βοσκής

βόλαγμα: > βολάζω > της ψαρικής

βολάζω: > βολάζω > της ψαρικής

βολάκριθας: Locustidae > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

βολαστήρα: > βολάζω > της ψαρικής

βολαχτήρα: > βολάζω > της ψαρικής

βολή: > βολάζω > της ψαρικής

βόλι: > μέρη του τουφεκιού > του πολεμιστή

βόλι: > τουφέκι > του πολεμιστή

βολιάδι: σωρός πέτρες σε χωράφι > πέτρα > πέτρες

βολίζω: > βολάζω > της ψαρικής

βολίζω: > σκαντηλώνω > αρμενίσματα

βολικός: > στεριανό > καιρικά

βολισσιανός: > είδη χορών > χοροί

βολκός: > βολκός > της ψαρικής

βόλτα: > αρμενισιά > αρμενίσματα

βόλτα: > βόλτα > της ψαρικής

βολτάρω: κόβω βόλτες | τραβώ κορδέλες, μπάντες > βολτατζάρω > αρμενίσματα

βολτατζάρω: > βολτατζάρω > αρμενίσματα

βολτατζής: που ψαρέβει με τη βόλτα > ψαράς > της ψαρικής

βόμπιρας: > βουρκόλακας > δαιμονικά

βόπα: Box vulgaris > βόπα > ψάρια του γλυκού νερού

βόρβορος: > λάσπη > τοπογραφικά

βορβός: > βορβός > φυτολογικά

βορβός: > μάτι > όργανα

βοργάρης: Merops apiaster > μελισουργός > πουλιά

βοργιός: βολβός > μάτι > όργανα

βοριάζω: τραβώ κατά το βοριά > ο άνεμος > καιρικά

βοριάς: > βορίσματα > καιρικά

βοριάς: βορινός > άνεμος > καιρικά

βόριας: > άνεμος > καιρικά

βοριάσματα: > βορίσματα > καιρικά

βορίζει: > ο άνεμος > καιρικά

βορίσματα: > βορίσματα > καιρικά

βορός: μέρος όπου κλείνουν τα πράματα τη νύχτα > μάντρα > της βοσκής

βοσκάρης: > βοσκός > της βοσκής

βοσκαριά: > βοσκή > της βοσκής

βοσκάρικο: > σκύλος > θηλαστικά

βοσκάρισα: > βοσκός > της βοσκής

βοσκαρούδι: > βοσκός > της βοσκής

βοσκή: > βοσκή > της βοσκής

βοσκή: > λιβάδι > τοπογραφικά

βόσκηθρο: πλερωμή του βοσκού, ρόγα > βοσκική > της βοσκής

βόσκημα: > βοσκή > της βοσκής

βοσκιά: > βοσκή > της βοσκής

βοσκίζω: > δουλιές του βοσκού > της βοσκής

βοσκική: τέχνη του βοσκού > βοσκική > της βοσκής

βόσκισα: > βοσκός > της βοσκής

βοσκολόγος: > βοσκός > της βοσκής

βοσκοπούλα: > βοσκός > της βοσκής

βοσκοπούλα: > κόρη > οικογενειακά

βοσκόπουλο: > βοσκός > της βοσκής

βοσκός: > βοσκός > της βοσκής

βοσκοτόπια: > βοσκή > της βοσκής

βοσκούλα: > βοσκός > της βοσκής

βόσκω: > δουλιές του βοσκού > της βοσκής

βότα: > θόλος > του χτίστη

βοτανίζω: μαζέβω βότανα > χορτολογώ > του χωραφιού

βότανο: > χορτολογώ > του χωραφιού

βότανος: > χορτολογώ > του χωραφιού

βότσαλο: > πέτρα > πέτρες

βούβα: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουβάδα: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουβάλα: > γελάδι > της βοσκής

βουβάλι: > γελάδι > της βοσκής

βουβαλιά: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

βούβαλος: > γελάδι > της βοσκής

βουβαλοτόμαρο: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

βούβαμα: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουβαμάρα: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουβαμός: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουβασιά: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουβός: > βουβός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βούδι: > γελάδι > της βοσκής

βουδομάντρι: > βουκολιό > της βοσκής

βουδόστομα: > αλώνι > του χωραφιού

βούζα: Bufo vulgaris > φρύνος > σερπετά

βούζουνας: > πρήξιμο > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βούζουνας: Bombus γένος > ζούζουνας > σκουλήκια και ζωύφια

βούθουλας: > βούθουλας > τοπογραφικά

βούθουλας: > λάκκα > τοπογραφικά

βούθουλας: βαθούλωμα όπου μαζέβεται νερό στο ρέμα > ρέμα > τοπογραφικά

βούθουνας: > βούθουλας > τοπογραφικά

βουκέντρα: > βουκέντρι > της βοσκής

βουκέντρες: πήγε τρεις βουκέντρες ο ήλιος > απομεσήμερο > της μέρας και της ώρας

βουκέντρι: > βουκέντρι > της βοσκής

βουκεντριά: > βουκέντρι > της βοσκής

βούκινο: > τρουμπέτα > του μουσικού

βουκολιάρης: > βοσκός > της βοσκής

βουκολιό: > βουκολιό > της βοσκής

βουκολιό: κοπάδι βούδια > κοπάδι > της βοσκής

βουκούθρι: στα γεννήματα > αρρώστιες φυτών > φυτολογικά

βούκουλας: > βοσκός > της βοσκής

βουκρούθι: στα γεννήματα > αρρώστιες φυτών > φυτολογικά

βουλάει: ο ήλιος > βασίλεμα > αστρικά

βούλες: παρδαλοί πάτοι της θάλασσας > θαλασσόπατο > της θάλασσας και του καιρού

βουλήματα: > βασίλεμα > αστρικά

βουλιαγμένο: > καράβι > καράβια

βουλιάζει: ο ήλιος > βασίλεμα > αστρικά

βουλιάζω: > βουλιάζω > αρμενίσματα

βουλιάχτρα: > βύδισμα > τοπογραφικά

βουλιό: > βροχή > καιρικά

βουλκάνος: > βουλκάνος > τοπογραφικά

βούλκος: > βάλτος > τοπογραφικά

βουλοκέρι: > γραφικά > του σπιτικού

βουλώ: > βουλιάζω > αρμενίσματα

βουλωμένος: βουλωμένος σάλιαγκας = που έχει κλεισμένο το καβούκι του με ξεραμένο σάλιο > σάλιαγκας > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

βουνάκι: > βουνό > τοπογραφικά

βουναλάκι: > βουνό > τοπογραφικά

βουναλιά: > βουνό > τοπογραφικά

βουνάρι: > βουνό > τοπογραφικά

βούναρος: > βουνό > τοπογραφικά

βουνί: > βουνό > τοπογραφικά

βουνό: > βουνό > τοπογραφικά

βουνοδισκάρι: πλάτωμα > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βουνόκαμπο: > κάμπος > τοπογραφικά

βουνοκορφή: > ακροτόπια > τοπογραφικά

βουνοκορφή: κορφή > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βουνόπλαγο: πλάγι > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βουνοποριά: δερβένι > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βουνόπουλο: > βουνό > τοπογραφικά

βουνόπουλο: > βουνόπουλο > πουλιά

βουνούλι: > βουνό > τοπογραφικά

βουνούσης: Helix hortensis > σάλιαγκας > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

βούπα: Box vulgaris > βόπα > ψάρια του γλυκού νερού

βουρβούρι: λασπωμένα νερά > λάσπη > τοπογραφικά

βουργάρα: > είδη χορών > χοροί

βουρκάνος: > βουλκάνος > τοπογραφικά

βουρκάρι: > βάλτος > τοπογραφικά

βουρκόλακας: > βουρκόλακας > δαιμονικά

βουρκονέρι: > λάσπη > τοπογραφικά

βούρκος: > βάλτος > τοπογραφικά

βουρκότοπος: > βάλτος > τοπογραφικά

βουρκόψαρο: ψάρι του βούρκου > βουρκόψαρο > ψάρια του γλυκού νερού

βουρλιά: > βάλτος > τοπογραφικά

βούρλια: > στα πρόβατα > αρώστιες ζώων

βουρλιάζω: > ένα βρούλο ψάρια > της ψαρικής

βουρλιασμένος: > τρελός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουρλισιά: > τρέλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βούρλισμα: > τρέλα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουρλομάνα: Scarabaeidae > σκάθαρος > σκουλήκια και ζωύφια

βούρος: Acipenser sturio > μουρούνα > ψάρια της θάλασσας

βούρσα: Meles meles > ασβός > θηλαστικά

βούρτσα: > βούρτσα > του σπιτικού

βούρτσα: > βούτη > της βοσκής

βούρτσα: > ξυστρί > του αγωγιάτη και του αμαξά

βουρτσιέρα: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

βουρτσίζω: > κουρέας > άλλες τέχνες και σύνεργα

βουρτσόξυλο: > βούτη > της βοσκής

βούσικα: > σύκα > του φαγιού

βουστάσι: > βουκολιό > της βοσκής

βούστομα: > αλώνι > του χωραφιού

βουτάει: ο ήλιος > βασίλεμα > αστρικά

βουτακιά: > βουτιά > αρμενίσματα

βουτακιά: > βουτώ > αρμενίσματα

βούταλο: βυζί του αχταποδιού > αχταπόδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

βουταναριά: Gavia > βουτήχτρα > πουλιά

βούτη: > βούτη > της βοσκής

βουτηγμένος: βουτηγμένος στα αίματα > ματώνω > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βουτηξιά: > βουτιά > αρμενίσματα

βουτηξιά: > βουτώ > αρμενίσματα

βουτηστάρι: Gavia > βουτήχτρα > πουλιά

βουτηχτάρα: Gavia > βουτήχτρα > πουλιά

βουτηχτής: > βουτηχτής > αρμενίσματα

βουτήχτρα: Gavia > βουτήχτρα > πουλιά

βουτιά: > βουτιά > αρμενίσματα

βουτίνα: > βούτη > της βοσκής

βούτουλο: > αχταπόδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

βουτσάδικο: > βαρελάς > του τρύγου

βουτσάς: > βαρελάς > του τρύγου

βουτσέλι: > βαρέλι > του τρύγου

βουτσί: > βαρέλι > του τρύγου

βουτσίνα: > τυρί > του φαγιού

βουτσινάδικο: > βαρελάς > του τρύγου

βουτσινάς: > βαρελάς > του τρύγου

βουτσουβιά: > βαρέλι > του τρύγου

βουτυράς: > γαλατάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

βούτυρο: > βούτυρο > της βοσκής

βούτυρο: > γαλατερά > του φαγιού

βουτώ: > βουτώ > αρμενίσματα

βραγιά: > περιβόλι > του χωραφιού

βραγιά: > φράχτης > του χωραφιού

βραδάκι: > βράδυ > της μέρας και της ώρας

βραδάκι (το): > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βραδί (το): > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βραδιά: > βράδυ > της μέρας και της ώρας

βραδιάζει: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βραδιάζοντας: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βράδιασμα: > βράδυ > της μέρας και της ώρας

βράδιασμα: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βραδινάτο: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βραδινή: > βράδυ > της μέρας και της ώρας

βράδυ: > βράδυ > της μέρας και της ώρας

βράδυ: > σούρουπο > της μέρας και της ώρας

βράζει: > η κάψα > καιρικά

βράζω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

βράκα: > βρακί > ρούχα

βρακάς: Emberiza citrinella > αμπελουργός > πουλιά

βρακάτος: > πουλί > πουλολογικά

βρακί: > βρακί > ρούχα

βρακοζώνα: > ζώνη > ρούχα

βρακοθηλιά: > ζώνη > ρούχα

βρακοπόδαρο: > βρακί > ρούχα

βρακοπόδι: > βρακί > ρούχα

βρασερό: > ψωμί > του φαγιού

βράση: > αλέβρι > του φαγιού

βράση: > ζέστη > καιρικά

βρασίλα: > ζέστη > καιρικά

βράσιμο: > μούστος > του τρύγου

βρασμός: > ζέστη > καιρικά

βραστά: > αβγά > του φαγιού

βραστάρι: βρασμένο κρασί > κρασί > του φαγιού

βραστερά: βραστερά ρεβίθια > λαχανικά > του φαγιού

βραστερό: > ψωμί > του φαγιού

βράστη: > ζέστη > καιρικά

βραστό: > ψάρια και χαβαρικά > του φαγιού

βραστός: > καφές > του φαγιού

βρατσέρα: > είδη καραβιών > καράβια

βραχιάζουμαι: > ξεβραχιάζω > της βοσκής

βραχιόλι: > διαμαντικά > πετράδια

βραχιόνι: βραχίων > βραχιόνι > κόκκαλα

βραχνάδα: > βραχνός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βραχνάς: > όνειρο > φυσιολογικά

βραχνιάζω: > βραχνός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βραχνός: > βραχνός > αρώστιες και άλλα κουσούρια

βραχοβούνι: > βουνό > τοπογραφικά

βραχοκορφή: κορφή > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βραχόκορφο: κορφή > μέρη του βουνού > τοπογραφικά

βραχόρεμα: > ρέμα > τοπογραφικά

βράχος: > πέτρα > πέτρες

βραχοσπηλιά: > σπηλιά > τοπογραφικά

βραχοτόπι: > βραχουριά > τοπογραφικά

βραχοτοπιά: > βραχουριά > τοπογραφικά

βραχότοπος: > βραχουριά > τοπογραφικά

βραχουριά: > βραχουριά > τοπογραφικά

βραχουριά: > κακοτράχαλα βουνά > τοπογραφικά

βράχωμα: > βραχουριά > τοπογραφικά

βράχωμα: βράχωμα των πραματιών στα στενόβραχα > ξεβραχιάζω > της βοσκής

βρετός: > νόθος > οικογενειακά

βρεχάμενα (τα): το μέρος του καραβιού που είναι μέσα στο νερό > τα βρεχάμενα > του καραβιού

βρεχάμενο: βρεχάμενο νερό > βροχή > καιρικά

βρεχάμενος: χειμώνας βρεχάμενος = βροχερός > χειμώνας > της μέρας και της ώρας

βρέχει: > βροχή > καιρικά

βρέχτης: > κανάλι > του χτίστη

βρεχτοκούκια: > λαχανικά > του φαγιού

βρεχτούρα: > εκκλησιαστικά σύνεργα > της εκκλησιάς

βρίλα: > κλωστή > ραφτικά

βροκολούδι: > βοσκός > της βοσκής

βροντή: > βροντή > καιρικά

βρόντημα: > βροντή > καιρικά

βροντομανώ: > βροντή > καιρικά

βροντοτρίχιασμα: > στα γίδια > αρώστιες ζώων

βροντώ: > βροντή > καιρικά

βρος (ο): χαλίκια και χώματα που κατεβάζει το ποτάμι > ποτάμι > τοπογραφικά

βρούβες: > λαχανικά > του φαγιού

βρούκος: Locustidae > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

βρουκουλούδι: μικρός βούκουλας ή βοσκός > βοσκός > της βοσκής

βρουλίδα: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

βρούλο: > ένα βρούλο ψάρια > της ψαρικής

βρουχαλήθρα: σαλαμάντρα > σάβρα > σερπετά

βρούχος: > σιταρόψειρα > σκουλήκια και ζωύφια

βρούχος: Locustidae > ακρίδα > σκουλήκια και ζωύφια

βροχάδα: > βροχή > καιρικά

βροχάδα: > δίχτια > του κυνηγού

βροχαλιά: > λουλάς > του αργαλιού και της ρόκας

βροχαλίδα: > σάβρα > σερπετά

βροχάρης: βροχάρης καιρός > καιρός > καιρικά

βροχάρης: Νοέβρης > μήνας > της μέρας και της ώρας

βροχαριά: > βροχή > καιρικά

βροχερός: > καιρός > καιρικά

βροχερούτσικος: > καιρός > καιρικά

βροχή: > βροχή > καιρικά

βρόχι: > δίχτυ > της ψαρικής

βρόχια: > δίχτια > του κυνηγού

βροχίδα: > μαλί > ανατομικά κατατόπια

βροχίζω: βροχίζω την άγκουρα > ρίχνω άγκουρα > αρμενίσματα

βροχίσιο: βροχίσιο νερό > βροχή > καιρικά

βροχοκαίρι: > αντάρα > καιρικά

βροχόλουρα: > δίχτια > του κυνηγού

βροχονέρι: > βροχή > καιρικά

βροχοπούλι: Vanellus vanellus > καλημάνα > πουλιά

βρόχος: > δίχτια > του κυνηγού

βροχοχάλαζο: > χαλάζι > καιρικά

βρυκολακιάζω: > βουρκόλακας > δαιμονικά

βρύση: > βρύση > του χωραφιού

βρυσίζω: > βρύση > του χωραφιού

βρυσικό: > βρύση > του χωραφιού

βρυσομάνα: > βρύση > του χωραφιού

βρυσούλα: ξυλένιος βορβός της βελανιδιάς > βρυσούλα > φυτολογικά

βρωμίζει: > κρέας > του φαγιού

βρωμομαριά: ο μεγάλος κοριός των δέντρων > βρωμομαριά > σκουλήκια και ζωύφια

βρωμόμιγα: Muscidae γένος > μίγα > σκουλήκια και ζωύφια

βρωμούσα: > βρωμούσα > σκουλήκια και ζωύφια

βρωτίδα: > δρωτίδα > φυσιολογικά

βύδισμα: > βύδισμα > τοπογραφικά

βύδρα: Lutra lutra > βύδρα > θηλαστικά

βύζαγμα: > βυζαίνω > βιολογικά

βυζαίνω: > βυζαίνω > βιολογικά

βύζαμα: > βυζαίνω > βιολογικά

βυζανιάρικο: > μωρό > βιολογικά

βυζάρα: > βυζί > όργανα

βύζαρος: > βυζί > όργανα

βυζαρού: > βυζί > όργανα

βύζασμα: > βυζαίνω > βιολογικά

βυζασταρούδι: > μωρό > βιολογικά

βυζαστικό: η πλερωμή της παραμάνας > παραμάνα > οικογενειακά

βυζάστρα: > βυζαίνω > βιολογικά

βυζάστρα: > παραμάνα > οικογενειακά

βυζί: > βυζί > όργανα

βυζί: βυζί της θάλασσας = αλιπνεύμων > τσουκνίδα > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

βυζικάντι: > βεντούζα > γιατρικά

βυζολόγος: > βυζολόγος > γιατρικά

βύζος: > βύζος > φυτολογικά

βυζού: > βυζί > όργανα

βυζούνι: > βυζί > όργανα

βύθιση: > κομάρα > φυσιολογικά

βύθιση: > ύπνος > φυσιολογικά

βύθισμα: > βύδισμα > τοπογραφικά

βύθισμα: > κομάρα > φυσιολογικά

βύθισμα: > ύπνος > φυσιολογικά

βυθός: > κομάρα > φυσιολογικά

βυθός: > ύπνος > φυσιολογικά

βύθος: > κομάρα > φυσιολογικά

βύθος: > ύπνος > φυσιολογικά

βυρσιά: > ουσίες γναφικές > του ταμπάκη

βύσαλο: > πέτρα > πέτρες

βυτινάρι: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

βώλακας: > πέτρα > πέτρες

βωλησηκώνω: > σκάφτω > του χωραφιού

βωλιάζω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

βώλοι: > βώλοι > παιγνίδια

βωλοκόπημα: > σβαρνίζω > του χωραφιού

βωλοκόπι: > σβάρνα > του χωραφιού

βωλοκοπώ: > σβαρνίζω > του χωραφιού

βωλόπετρα: > πέτρα > πέτρες

βώλος: η πέτρα της σφεντόνας > μέρη της σφεντόνας > του πολεμιστή

βωλοσήκωμα: > σκάφτω > του χωραφιού

βωλόσουρο: > σβάρνα > του χωραφιού

βώτριδα: Tinea pellionella > σκόρος > σκουλήκια και ζωύφια

βώτσος: Box vulgaris > βόπα > ψάρια του γλυκού νερού

γαβάθα: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

γαβάρα: είδος κορβέτας > είδη καραβιών > καράβια

γαβριάζει: > καιρός > καιρικά

γάβρος: Osmerus mordax > αθερίνα > ψάρια της θάλασσας

γαγάτης: > αρναούρα > πετράδια

γάγλα: > φίδι > σερπετά

γαδάρα: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γάδαρος: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γάδος: Gadus callarias > γάδος > ψάρια της θάλασσας

γαδούρι: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γάζα: > βέλο > ρούχα

γάζα: > πανιά > πανιά

γαζί: > βελονιές > ραφτικά

γαζώνω: > δουλιές του ράφτη > ραφτικά

γαζωτή: > βελονιές > ραφτικά

γάιδα: > ασκομαντούρα > του μουσικού

γαϊδάρα: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδαροπούλα: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γάιδαρος: > πυροστάτης > του σπιτικού

γάιδαρος: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδούρα: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδουράκι: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδουρί: > σταχτής > του ζουγράφου

γαϊδούρι: Equus asinus > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδουριάρης: > βοσκός > της βοσκής

γαϊδουρίζει: > καιρός > καιρικά

γαϊδουρινά: γαϊδουρινά αφτιά > αφτί > όργανα

γαϊδουρινός: > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδουρίσιος: > γαϊδούρι > θηλαστικά

γαϊδουρόβηχας: > βήχας > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γαϊδουροβοσκός: > βοσκός > της βοσκής

γαϊδουροελιές: > ελιές > του φαγιού

γαϊδουροκαλόκαιρο (το): > καλοκαίρι > της μέρας και της ώρας

γαϊδουροκουρκουρίτσα: > σάβρα > σερπετά

γαϊδουρολάτης: > αγωγιάτης > του αγωγιάτη και του αμαξά

γαϊδουρομούλαρο: > μουλάρι > θηλαστικά

γαϊδουροπόδαρο: Ostrea edulis > στρείδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

γαϊδουροπόδι: Ostrea edulis > στρείδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

γαϊδουρόποδο: Ostrea edulis > στρείδι > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

γαϊδουροτόμαρο: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

γαϊδουρότσιχλα: Coccothraustes coccothraustes > γαϊδουρότσιχλα > πουλιά

γαϊδουρόψαρο: Gadus callarias > γάδος > ψάρια της θάλασσας

γαϊδουροψώρα: > ψώρα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γάιλα: Garrulus glandarius > κίσσα > πουλιά

γαίμα: > αίμα > φυσιολογικά

γαΐτα: καραβάκι με ένα πανί > είδη καραβιών > καράβια

γαϊτάνι: > κορδόνι > ραφτικά

γαϊτανούρι: Acanthopterygii γένος > γαϊτανούρι > ψάρια της θάλασσας

γαϊτανοφρύδι: > μάτι > όργανα

γάλα: > γάλα > της βοσκής

γάλα: > γαλατάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

γάλα: > γαλατερά > του φαγιού

γάλα: > χυμός > φυτολογικά

γαλάδελφος: ο γιος της παραμάνας > αδέρφι > οικογενειακά

γαλάζιος: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλαζόμαβρος: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλαζόπετρα: > περουζές > πετράδια

γαλαζόπετρα: > χημικά > μέταλλα και χημικά

γαλαζόπετρα: σχιστόλιθος > πέτρα > πέτρες

γαλαζοπράσινος: > πράσινος > του ζουγράφου

γαλαζός: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλάζωμα: > αβγή > αστρικά

γαλαζώνω: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλαζωπός: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλανάδα: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλάνεμα: > αβγή > αστρικά

γαλανιάζει: ο ήλιος > αβγή > αστρικά

γαλανιάζω: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλανίζω: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλανός: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλανός: κύανος > λαζούλι > πετράδια

γαλανωπός: > γαλανός > του ζουγράφου

γαλάρα: > πρόβατο > της βοσκής

γαλάρης: > βοσκός > της βοσκής

γαλάρι: μέρος όπου κλείνουν τα γαλάρια γίδια χωριστά από τα πρόβατα > μάντρα > της βοσκής

γαλαριά: που έχει πολύ γάλα > γίδι > της βοσκής

γαλάρια: > ζωντανά > της βοσκής

γαλαροκοπή: > κοπάδι > της βοσκής

γαλαρομάντρι: > μάντρα > της βοσκής

γαλατάδικο: > γαλατάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

γαλατάς: > βώλοι > παιγνίδια

γαλατάς: > γαλατάς > άλλες τέχνες και σύνεργα

γαλατένιος: > άσπρος > του ζουγράφου

γαλατερά: > γαλατερά > του φαγιού

γαλατερά: > ζωντανά > της βοσκής

γαλατερό: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

γαλατερός: > άσπρος > του ζουγράφου

γαλατιανός: > άσπρος > του ζουγράφου

γαλατομπούρεκο: > ζυμαρικά > του φαγιού

γαλατόπητα: > ζυμαρικά > του φαγιού

γαλατσίδα: τ' αβγά του ψαριού > ανατομικά > ψαρολογικά

γαλατσιδόγαλα: > χυμός > φυτολογικά

γαλάτωμα: γαλάτωμα του σιταριού = το γίνωμα > καρπός > φυτολογικά

γαλατώνω: > γάλα > της βοσκής

γαλαχτερό: γαλαχτερό σπυρί ή κλωνί (εύστρα) > καρπός > φυτολογικά

γαλαχτίζω: κάνω γάλα > γάλα > της βοσκής

γαλεάτζα: μεγάλη γαλέρα > είδη καραβιών > καράβια

γαλέντζα: > είδη παπουτσιών > του παπουτσή

γαλεός: Carcharinidae & Scyliorhinidae γένη > σκυλόψαρο > ψάρια της θάλασσας

γαλεός: Petromyzon marinus > γαλιά > ψάρια της θάλασσας

γαλέρα: > είδη καραβιών > καράβια

γαλέσιω: αρνάδα με γαλανά μάτια > πρόβατο > της βοσκής

γαλέσιω: στη Ρούμελη. μουντό πρόβατο με παρδαλό μούτρο > πρόβατο > της βοσκής

γαλέτα: > ψωμί > του φαγιού

γαλήνη: > καλοκαιριά > καιρικά

γαλήνωση: > καλοκαιριά > καιρικά

γαλιά: Petromyzon marinus > γαλιά > ψάρια της θάλασσας

γαλιά: Sciurus vulgaris > βερβέρα > θηλαστικά

γαλιάγρα: > μάγγανος > σύνεργα χρήσιμα σε διάφορες τέχνες

γαλιάντρα: Alauda arborea > γαλιάντρα > πουλιά

γαλιάντρα: alauda arborea > γαλιάντρα > πουλιά

γαλιάτζα: > είδη καραβιών > καράβια

γαλιόνι: > είδη καραβιών > καράβια

γαλιός: Petromyzon marinus > γαλιά > ψάρια της θάλασσας

γαλιότα: > είδη καραβιών > καράβια

γαλίτης: Carcharinidae & Scyliorhinidae γένη > σκυλόψαρο > ψάρια της θάλασσας

γαλίτης: Petromyzon marinus > γαλιά > ψάρια της θάλασσας

γαλλάκι: Meleagris gallopavo > γάλλος > πουλιά

γαλλί: Meleagris gallopavo > γάλλος > πουλιά

γάλλισα: Meleagris gallopavo > γάλλος > πουλιά

γαλλοπούλα: Meleagris gallopavo > γάλλος > πουλιά

γαλλόπουλο: Meleagris gallopavo > γάλλος > πουλιά

γάλλος: Meleagris gallopavo > γάλλος > πουλιά

γαλόμετρα: > γαλόμετρα > του καραβιού

γαλόνι: > σειρήτι > ραφτικά

γαλόπητα: > ζυμαρικά > του φαγιού

γαλούσα: μάνα που έχει πολύ γάλα > γαλούσα > βιολογικά

γάμος: > γάμος > οικογενειακά

γάμπα: > πόδι > ανατομικά κατατόπια

γάμπιες: > πανιά > του καραβιού

γαμπόκαιρος: ανεμοκαιριά που σηκώνει τα φουστάνια και ξεσκεπάζει τις γάμπες > ανεμική > καιρικά

γαμπριάτικα: > ρούχα > ρούχα

γαμπρίζω: > γαμπρός > οικογενειακά

γαμπρός: > γαμπρός > οικογενειακά

γανάδα: της γλώσσας > γανάδα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γάνιασε: γάνιασε το στόμα μου > γανάδα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γανοχωρίτικος: > είδη χορών > χοροί

γαντζονούρης: > καλικάντζαρος > δαιμονικά

γάντζος: > αγκουρέτο > του καραβιού

γάντζος: > μέρη του παπουτσιού > του παπουτσή

γάντζος: > τσιγγέλι > του πολεμιστή

γανωματάς: > γανωτής > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

γανώνω: > γανώνω > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

γανώνω: > καλάι > μέταλλα και χημικά

γάνωση: το βερνίκι που γυαλίζουν τα κανάτια > γάνωση > του τσουκαλά και του γυαλά

γανωτζής: > γανωτής > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

γανωτής: > γανωτής > του σιδερά, φαναρτζή και χαλκωματά

γαρασμένα: γαρασμένα ρούχα = κακοπλυμένα; > ρούχα > ρούχα

γαράτο: αλατισμένο ψάρι > ψάρια και χαβαρικά > του φαγιού

γαργαλέβω: > γαργάλισμα > φυσιολογικά

γαργαλήθρα: > βαλανίδι > όργανα

γαργαλητό: > γαργάλισμα > φυσιολογικά

γαργαλιάρης: > γαργάλισμα > φυσιολογικά

γαργαλίζω: > γαργάλισμα > φυσιολογικά

γαργαλισιά: > γαργάλισμα > φυσιολογικά

γαργάλισμα: > γαργάλισμα > φυσιολογικά

γάργαλο: αδήν > βαλανίδι > όργανα

γαργάρα: > γαργάρα > γιατρικά

γαργάρα: > γαργάρα > φυσιολογικά

γαργαρητό: > γαργάρα > φυσιολογικά

γαργάρι: δαμαλάκι που το σκουλήκι του τρώει τα ρούχα > κασίδα > σκουλήκια και ζωύφια

γαργαρίζω: > γαργάρα > γιατρικά

γαργαρίζω: > γαργάρα > φυσιολογικά

γαργαρισιά: > γαργάρα > φυσιολογικά

γαργάρισμα: > γαργάρα > φυσιολογικά

γαργαρισμός: > γαργάρα > γιατρικά

γάργαρο: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

γάργαρο: > ζέστη > καιρικά

γάργαρο: γάργαρο φεγγάρι > φεγγάρι > αστρικά

γαρδαβίτσα: > ελιά > φυσιολογικά

γαρδέλι: Carduelis elegans > καρδερίνα > πουλιά

γάρδος: λάκκος γύρω σε δέντρο για πότισμα > λάκκος > του χωραφιού

γαρδούμια: πλεγμένα άντερα > κρέας > του φαγιού

γαρίδα: Crangon vulgaris > γαρίδα > όστρακα κι άλλα θαλασσινά

γαρμπής: > άνεμος > καιρικά

γαρμπινός: νοτιοδυτικός > άνεμος > καιρικά

γάρος: > αλάτι > του φαγιού

γάρος: άντερα ψαριών αλατισμένα > ψάρια και χαβαρικά > του φαγιού

γαρούφαλο: > μπαχαρικά > του φαγιού

γαρτή: > βελονιές > ραφτικά

γαρώνω: > αλατιστής > άλλες τέχνες και σύνεργα

γαρώνω: > μαγειρέματα > του μαγεριού

γαστέρα: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

γαστέρα: > διάροια > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γαστέρας: > μέρη της τράτας > της ψαρικής

γάστρα: > αγγιά και δοχεία > του τσουκαλά και του γυαλά

γάστρα: > γλάστρα > του χωραφιού

γάτα: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατάκι: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γάταρος: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατζούδια: > άρματα κλεφτών > του πολεμιστή

γάτης: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατί: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατόπουλο: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γάτος: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατουλάκι: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατούλι: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γατόψαρο: Petromyzon marinus > γαλιά > ψάρια της θάλασσας

γατσούλα: Felis domestica > γάτος > θηλαστικά

γγάστρι: > αγγαστριά > βιολογικά

γγάστρι: έμβρυον > αγγάστρι > βιολογικά

γγαστριά: > αγγαστριά > βιολογικά

γγαστρόγαλο: > γάλα > της βοσκής

γγαστρολογιέτσι: > γγαστρωμένη > βιολογικά

γγάστρωμα: > αγγαστριά > βιολογικά

γγαστρωμένη: > γγαστρωμένη > βιολογικά

γγαστρώνω: > αγγαστριά > βιολογικά

γγάστρωση: > αγγαστριά > βιολογικά

γδάρμα: > ξέγδαρμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γδαρσιά: > χασάπης > άλλες τέχνες και σύνεργα

γδάρσιμο: > ξέγδαρμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γδαρτήρι: > γδάρτης > άλλες τέχνες και σύνεργα

γδάρτης: > γδάρτης > άλλες τέχνες και σύνεργα

γδάρτης: Μάρτης > μήνας > της μέρας και της ώρας

γδέρνι: > γδάρτης > άλλες τέχνες και σύνεργα

γδέρνω: > γδάρτης > άλλες τέχνες και σύνεργα

γδέρνω: > ξέγδαρμα > αρώστιες και άλλα κουσούρια

γδούρα: το μέρος όπου κρεμούν το σφαχτό για να το γδάρουν > χασάπης > άλλες τέχνες και σύνεργα

γδυτό: > σπαθί > του πολεμιστή

γέβουμαι: > γέψη > φυσιολογικά

γεδέκι: σειροφόρος ίππος > άλογο > του αγωγιάτη και του αμαξά

γειαίνω: > γιατρική > γιατρικά

γειαίνω: > δουλιές του γιατρού > γιατρικά

γειτονοπούλα: > κόρη > οικογενειακά

γελάδα: > γελάδι > της βοσκής

γελαδάρης: > βοσκός > της βοσκής

γελάδι: > γελάδι > της βοσκής

γελαδιά: > είδη γουναρικών > άλλες τέχνες και σύνεργα

γελάδια: > ζωντανά > της βοσκής

γελαδικά: > ζωντανά > της βοσκής

γελαδικά: > κοπάδι > της βοσκής

γελαδινό: > κρέας > του φαγιού

γελαδίτσα: Scarabaeidae > σκάθαρος > σκουλήκια και ζωύφια

γελαδοκοπή: > κοπάδι > της βοσκής

γελαδοστάνη: > βουκολιό > της βοσκής

γελαντζής: Ζευς > πλανήτες > αστρικά

γελέκι: > γελέκο > ρούχα

γελέκο: > γελέκο > ρούχα

γέλιο: > γέλιο > φυσιολογικά

γελούδες: κακές νεράιδες > γελούδες > δαιμονικά

γελουτίτσα: κάποιο λιμόψαρο > γελουτίτσα > ψάρια της θάλασσας

γελώ: > γέλιο > φυσιολογικά

γεμάτο: > είδη χρωμάτων > του ζουγράφου

γεμάτος: > είδη χορών > χοροί

γέμελος: > δίδυμος > βιολογικά

γεμενί: > φακιόλι > ρούχα

γεμενί: > χακίκι > πετράδια

γέμι: > ταγή > του αγωγιάτη και του αμαξά

γέμιση: > γέμιση > του φαγιού

γέμιση: > φεγγάρι > αστρικά

γεμισοφεγγαριά: > φεγγάρι > αστρικά

γεμιστή: > βώλοι > παιγνίδια