Λεξικό Συνωνύμων. Λέξεις που αρχίζουν από απο-αποπ

 

 

 

Από τις ρωμαίικες διαλέκτους στην κοινή νεοελληνική

 

συνώνυμα

 

λέξεις που αρχίζουν από απο-αποπ

 

 

Δημήτρης Λιθοξόου

 

πρώτη δημοσίευση: 15.3.2021

αναθεώρηση: 27.7.2021

 

 


Η εργασία είναι διπλής κατεύθυνσης. Από τις διαλέκτους της ρωμαίικης γλώσσας (που κατά τη γνώμη μου λαθεμένα καταγράφονται σαν «ιδιώματα της νέας ελληνικής»), στα συνώνυμα της σύγχρονης εθνικής γλώσσας ή «κοινής νεοελληνικής» (ΚΝΕ). Αλλά και αντίστροφα, από τις λέξεις της ΚΝΕ στα διαλεκτικά συνώνυμα.

Η μελέτη αποσκοπεί στην καταγραφή του διαλεκτικού πλούτου της ρωμαίικης γλώσσας και στη συγκέντρωση υλικού για την ουσιαστική μελέτη της γλώσσας, πέρα από τα εθνικά στερεότυπα.

Στα λήμματα συνυπάρχουν λέξεις των ρωμαίικων διαλέκτων μαζί με λέξεις της «κοινής νεοελληνικής».

Στην «ορθογραφία» των διαλεκτικών λέξεων ακολουθώ κυρίως την πρόταση των λεξικογράφων. Ωστόσο τα διπλά σύμφωνα τα χρησιμοποιώ συνήθως όταν αυτά σημαίνουν και διαφορετική προφορά (όπως σε Κύπρο, Δωδεκάνησα, Κάτω Ιταλία, Ικαρία, Χίο).

Με σκούρο κόκκινο χρώμα σημειώνονται οι λέξεις-έννοιες, τα βασικά λήμματα, που συγκεντρώνουν δίπλα τους τα συνώνυμα. Έτσι δίπλα στο «αβγό», βρίσκουμε τα διαλεκτικά: αβγιό, αβγκό, αβγκόν, αβγκουό, αβγόν, αβγού, αβιγό, αβκό, αβκόν, αβό, αβουγό, αγκβό, αγκό, αγκουό, αγκουού, αγουό, αυγό, αυγόν, αφκό, αφκόν, βγο, βο, εβγό, οβγό, οβγόν, οβό, οβόν, ουό.

Με μπλε χρώμα σημειώνονται λέξεις-έννοιες της δημοτικής που τις βρίσκουμε και σαν βασικά λήμματα με κόκκινο χρώμα. Εδώ όμως δίπλα τους δεν έχουμε συνώνυμα, αλλά στοιχεία από την ιστορική-γεωγραφική εξάπλωση, δηλαδή από τη γλωσσογεωγραφία της λέξης.

Μέσα σε αγκύλη, δίπλα σε λέξεις της δημοτικής, βρίσκεται το όνομα ενός λεξικού και η χρονιά που εκδόθηκε. Αυτό διευκρινίζει το έτος πρώτης καταγραφής της λέξης (ή μια από τις χρονικά πρώτες καταγραφές) σε λεξικό της κοινής (για την εποχή εκείνη) γλώσσας. Για παράδειγμα το «αβανία [Germano 1622]» εξηγεί πως τη λέξη «αβανία» την πρωτοσυναντάμε στο «Vocabolario Italiano et Greco» του Girolamo Germano, που εκδόθηκε στη Ρώμη το 1622. Εκτός από τα γενικά λεξικά, σε ορισμένες περιπτώσεις αναφέρονται και κάποια ειδικά λεξικά [λ.χ. Γεννάδιος 1914, Κουκκίδης 1960].

Δίπλα σε κάποιες λέξεις, υπάρχει η συχν(ότητα) εμφ(άνισης) και ένας αριθμός, από το 2 ως το 7. Πρόκειται για τις λέξεις με τη συχνότερη παρουσία στη σύγχρονη γλώσσα. Σε αυτή την κλίμακα, κάθε αριθμός είναι δεκαπλάσιος περίπου από τον προηγούμενο. Λόγου χάρη η λέξη «αβγό» (με συχν. εμφ. 3), εμφανίζεται στις μέρες μας, σχεδόν δέκα φορές πιο συχνά από τη λέξη «άβγαλτος» (με συχν. εμφ. 2) και η λέξη «άβολα» (με συχν. εμφ. 4), δέκα φορές συχνότερα από την πρώτη λέξη και εκατό φορές συχνότερα από τη δεύτερη.

Όπου υπάρχει η ένδειξη δημοτική, σημαίνει πως η λέξη που προηγείται χαρακτηρίζεται στα λεξικά του περασμένου αιώνα, σαν λέξη της δημοτικής γλώσσας. Όπου υπάρχει η ένδειξη λόγιο σημαίνει πως η λέξη είναι λόγιο δάνειο, δεν έχει διασωθεί δηλαδή αγράμματα στο στόμα του λαού. Οι λόγιες λέξεις μπήκαν στη λαϊκή γλώσσα από το εθνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Οι περισσότερες από αυτές χαρακτηρίζονταν στα παλιά λεξικά σαν λέξεις της καθαρεύουσας.

Μετά τις διαλεκτικές λέξεις, ακολουθούν γεωγραφικές περιοχές ή οικισμοί. Πρόκειται για ονόματα τόπων που συναντιέται η διαλεκτική λέξη (της διπλανής εγγραφής). Έτσι για τη λέξη «αβασκαμός» βλέπουμε πως είναι (ή ήταν) σε χρήση σε: Αιτωλοακαρνανία, Αργολίδα, Αχαΐα, Βοιωτία, Ζάκυνθος, Λευκάδα, Μαγνησία, Μάνη, Παξοί, Σκόπελος, Φθιώτιδα. Αν δίπλα στον τόπο σημειώνεται αστερίσκος (*), όπως π.χ. Αδριανούπολη* ή Τραπεζούντα*, αυτό δηλώνει πως οι χριστιανοί Ρωμιοί του οικισμού εγκατέλειψαν τον τόπο τους μέχρι το 1923-1924.

Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει μια μικρή ερμηνεία της λέξης ή η λατινική επιστημονική ονομασία της (για τη χλωρίδα και την πανίδα). Επίσης για ορισμένες βασικές λέξεις-έννοιες υπάρχουν εδώ αναφορές σε κάποιες συγκριτικές λίστες λεξικοστατιστικής ή γλωσσογεωγραφίας [Swadesh List, Buck List, Atlas Linguarum Europae].

Στο τέλος του λήμματος καταγράφονται τα συνώνυμα της κοινής που αντιστοιχούν στις διαλεκτικές λέξεις.

Η βιβλιογραφία υπάρχει στον ιστότοπο σε χωριστή ανάρτηση https://www.lithoksou.net/2020/11/lexiko-synonymon-eisagogi.html

 

από || & Αδριανούπολη*, Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Αμοργός, Ανάφη, Άνδρος, Αργολίδα, Αρκαδία, Αυλωνάρι, Αχαΐα, Ευρυτανία, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Θήρα, Ιθάκη, Ικαρία, Ιωάννινα, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κάρυστος, Κάσος, Καστελλόριζο, Κέα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κίμωλος, Κονίστρες, Κορινθία, Κοτύωρα*, Κρήτη, Κύθηρα, Κύθνος, Κύμη, Κύπρος, Κως, Λακωνία, Λάρισα, Λέρος, Λευκάδα, Λιβίσι*, Μάνη, Μεσσηνία, Μήλος, Νάξος, Νίσυρος, Παξοί, Ρόδος, Σαράντα Εκκλησιές*, Σέρρες, Σίλλη*, Σίφνος, Σκύρος, Σύμη, Σύρος, Τραπεζούντα*, Τσακήλι*, Φάρασα*, Χαλδία*, Χάλκη, Χίος  || από

από || Αρκαδία, Θήρα, Μεσσηνία || μετά

από [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 7 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | α, άε, αμ, αμέ, αμπί, άμπι, αμπό, αμπός, αν, αξ, αξέ, αό, αού, απ, απά, απέ, απίν, απίς, αποντά, απός, αποτά, απτ, απού, άπου, απούντα, απούς, απούτ, ας, ασς, ασσέ, άσσε, ατ, ατζέ, ατς, ατσέ, αφ, αφς, αφού, αφσέ, αψ, αψέ, επ, με, μπε, νι, ντα, οπ, πε, πετά, πι, πο, πος, ποτά, που, πουτ, τσε, φσε || από

απόα || Απουλία || αφότου

αποαβράχου || Τσακωνιά || αποπαίρνω

αποαγλέουρον || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδι

αποαζίκου || Τσακωνιά || αποπαίρνω

αποαλημό || Τσακωνιά || ξεθέωμα

αποαλητέ || Τσακωνιά || φλυαρία

αποάλλω || Κάρπαθος || στέλνω

απόαλο || Ρόδος || αφρόγαλα

απόαλον || Ρόδος || αφρόγαλα

απόαλος || Ρόδος || αφρόγαλα

αποαντραπία || Κάρπαθος || ξεδιαντροπιά

αποάντραπος || Κάρπαθος || ξεδιάντροπος

αποαού || Τσακωνιά || ξεθεώνομαι

αποαρζίκου || Τσακωνιά || αποπαίρνω

αποαρίκου || Τσακωνιά || αποπαίρνω

αποαρματώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αφοπλίζω

αποαύλιν || Κάρπαθος || αποδαύλι

απόβα || Κρήτη || απόφαση

αποβάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || διαχωρίζω

απόβαθα [Βλαστός 1931] || δημοτική || κατάβαθα

απόβαθα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || βαθιά

απόβαθος [Βλαστός 1931] || δημοτική || κατάβαθος

αποβάθρα || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || ιβγατή, μπαρκαρούτσος, ναυτοσκάλα, ξυλογαδάρα, πάγκος, πούντος, σκάλα || αποβάθρα

αποβάλλω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || για έγκυο: αποβαλώνομαι, αποβάνου, αποβάνω, αποβάρνω, αποβαρτού, αποβέρνου, αποβέρνουμαι, αποβέρνουμι, αποβέρνω, αποδέρνομαι, αποξεζίχου, αποξερίχου, απορίθτω, απορίσσω, απορίστω, απορίτζω, απορίχνου, απορίγνω, απορίφτω, απορίχνω, απορρίχνω, απουβαίρνουμι, απουβάλω, απουβουλεύγουμι, απουρίχνου, μπεβαλώνομαι, μπεμπαλώνομαι, μπιμπαλώνομαι, μπιρμπένομαι, πηαλώνομαι, ποάλλω, ποβαλώνομαι, ποβέλου, ποκόβγω, πορίβκω, πορίχνου, πορίχνω || αποβάλλω

απόβαλμα [Du Cange 1688] || δημοτική || Αδριανούπολη*, Καστοριά, Φιλιππούπολη* || αποβολή

απόβαλμα [Meursius 1614] || δημοτική || Αδριανούπολη* || έκτρωμα

απόβαλμαν || Τραπεζούντα || ξεθώριασμα

απόβαλση [Βλαστός 1931] || Φιλιππούπολη* || αποβολή

αποβαλσίδι || Αρκαδία || έκτρωμα

αποβαλσίδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκουπίδι

αποβαλώνομαι || Κίμωλος, Σίφνος || αποβάλλω

αποβάνου || Τσακωνιά || αποβάλλω

αποβάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κρήτη || αποβάλλω

αποβάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απογεμίζω

αποβαραίνω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || χειροτερεύω

αποβαραίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Θήρα || επιβαρύνω

απόβαρμα || Χίος || αποφόρι

απόβαρμα || Αιτωλοακαρνανία, Λέσβος || έκτρωμα

απόβαρμαν || Λιβίσι* || αποβολή

αποβάρνω || Ζάκυνθος || αποβάλλω

απόβαρο || λόγιο || αντάρα, αντζύγ, ντάρα || απόβαρο

αποβαρσάρικο || Κρήτη || έκτρωμα

αποβαρσάρικο || Κρήτη || πρόωρο

απόβαρση || Κρήτη || αποβολή

απόβαρσο || Χίος || έκτρωμα

αποβαρτού || Μάκρη* || αποβάλλω

απόβαση || Χίος || απόφαση

αποβασίλεμα || Μάνη || ηλιοβασίλεμα

αποβασιλεύου || Μάνη || δύω

αποβαστάζω[Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υποβαστάζω

αποβαστάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βαστώ

αποβαστώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Νάξος || βαστώ

αποβαστώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υποβαστάζω

αποβάτζερμα || Κρήτη || περίσσευμα

αποβατζέρνω || Κρήτη || περισσεύω

απόβατος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βατεμένος

αποβάφτω || Σάντα*, Χαλδία* || ξεθωριάζω

αποβάφω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεβάφω

απόβγα || Κύπρος || τελικά

απόβγα || Κύπρος || ύστερα

αποβγάζω || Άνδρος, Θήρα || βγάζω

αποβγάζω || Κύθηρα || ξεβγάζω

αποβγάζω || Κύθηρα, Κωνσταντινούπολη, Χίος || ξεπροβοδίζω

αποβγάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Θήρα || διώχνω

αποβγαινίσκω || Όφις || ξεφεύγω

αποβγαίνω || Κύπρος || εξαιρούμαι

αποβγαίνω [Βλαστός 1931] || Άνδρος, Τσεσμέ*, Κύπρος, Νάξος || βγαίνω

αποβγαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κερασούντα* || κλάνω

αποβγάλλω || Κύπρος || ξεπληρώνω

απόβγαλμα [Deheque 1825] || δημοτική || αποβολή

απόβγαλμα [Βλάχος 1659] || διώξιμο

απόβγαλμα [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || έκτρωμα

αποβγαλμένος [Βλάχος 1659] || διωγμένος

αποβγαλμός [Βλάχος 1659] || διώξιμο

αποβγαλτής [Βλάχος 1659] || διώκτης

αποβγάλω || Σινασός* || ξεπροβοδίζω

αποβγάλω || Τραπεζούντα* || ξοφλώ

αποβγάνω || Κύθηρα, Μεσσηνία || ξεπροβοδίζω

αποβγάνω [Βλάχος 1659] || δημοτική || Κρήτη || διώχνω

απόβγαρμαν || Κύπρος || αποβολή

απόβγαρμαν || Κύπρος || απομάκρυνση

αποβγενικός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αγενής

αποβγκάζζω || Κως || αφανίζω

αποβγκάλλω || Κως || αφανίζω

αποβγκάλλω || Κάρπαθος || διώχνω

αποβγκάλλω || Χίος || ξεπροβοδίζω

αποβγκαλλωμός || Κάρπαθος || ξεπροβόδισμα

αποβδόμαδα || & Άνδρος, Ζάκυνθος, Ήπειρος, Θήρα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κρήτη, Κύθνος, Πελοπόννησος, Χίος || αποβδόμαδα

αποβδομάδα [Legrand 1882] || δημοτική || αποβδόμαδα

αποβδόμαδα [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || από βδομάδα: αποβδομάδα, αποβδομάδας, απουβδόμαδα || αποβδόμαδα

αποβδομάδας [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποβδόμαδα

αποβέγγερο [ΙΛΝΕ 1939] || δημοτική || Πάρος, Σμύρνη || βεγγέρα

αποβενετώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χλωμιάζω

αποβέντεμα || Θήρα || απότρυγα

αποβεντεμίζω || Θήρα || αποτρυγώ

αποβεντέμισμα || Νάξος || αποτρύγημα

αποβεντεμισμός || αποτρύγημα

αποβεργίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Χίος || λυγίζομαι

αποβέρνου || Λέσβος || αποβάλλω

αποβέρνουμαι || Χίος || αποβάλλω

αποβέρνουμι || Αίνος* || αποβάλλω

αποβέρνω || Κρήτη || αποβάλλω

απόβι || Βάτικα*, Χαβουτσί* || φώλι

αποβιάζομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βιάζομαι

αποβιβάζω || λόγιο || απομπαρκαρίζω || αποβιβάζω

αποβιγλάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βιγλιζω

αποβιγλίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βιγλίζω

αποβίδωμαν || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεβίδωμα

αποβιδώνω || Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεβιδώνω

αποβίω || Κάρπαθος || εξαντλούμαι

αποβλακωμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || ζαβλακουμένους, ζαβλακωμένος, ζαβωμένος, ζαμπλακουμένπυς, ντότσας, ντότσκαρους, ντότσκας, σακκουλοτζιοιμιστός, χαωμένος || αποβλακωμένος

αποβλακώνομαι || λόγιο || απουμουρώνουμι, ντρουβαλιάζω || αποβλακώνομαι

αποβλακώνω || λόγιο || αποζαβώνω, αποκουταίνω, αποκουτιαίνω, απομπουνταλιάζω, αποπουνταλιάζω, απουκταίνου, απουμουρώνου, αποχαϊλώνου, ζαβώνω, σιομπουταλιάω, σομπουταλιάζω || αποβλακώνω

αποβλάκωση || λόγιο || απουκατμός || αποβλάκωση

αποβλαστάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεβλαστώνω

αποβλειχάδι || Μάνη || απολειφάδι

αποβλείχαδο || Μάνη || απολειφάδι

αποβλήματα || Νίσυρος || αποφάγια

απόβλητος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποδιαβασμένος, αποσταλμένος, στελμένος || απόβλητος

απόβο || Βάτικα* || φώλι

αποβοήθιο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βοήθεια

απόβολα || Αρκαδία || εντελώς

απόβολα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || άβολα

αποβολή || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || διακοπή της κύησης: απόβαλμα, απόβαρμαν, απόβγαλμα, απόβγαρμαν, απόβαλση, απόβαρση, απόβγαλμα, απόριμα, αποριξιά, μπεμπάλομα, μπεμπάλοση, μπιμπάλοση, πίρβαση || αποβολή

αποβορδιννιάζζω || Νίσυρος || μπαγιατεύω

αποβορδινός || Νίσυρος || μπαγιάτικος

αποβόρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βοριαδάκι

αποβορίζω || Χαλδία* || απολιχνίζω

αποβορώνω || Τραπεζούντα* || ψύχω

αποβοσκάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποβόσκω

αποβόσκω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τελειώνω τη βοσκή: αποβοσκάω || αποβόσκω

αποβοτανίζω || Θήρα, Όφις*, Χαλδία* || ξεβοτανίζω

αποβοτάνισμαν || Σάντα*, Χαλδία* || ξεβοτάνισμα

αποβουβαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστομώνω

αποβούλωμα || Κρήτη || βαθούλωμα

αποβουλώνω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποσφραγίζω

αποβουλώνω || Κρήτη || βαθουλώνω

απόβουνος [Βλαστός 1931] || ορεινός

αποβούντητο || Καλαβρία || ξεβούλωτος

αποβουντώννω || Καλαβρία || ξεβουλώνω

αποβούντωτο || Καλαβρία || ξεβούλωτος

αποβουτορώνω || Κοτύωρα*, Σάντα*, Χαλδία* || αποβουτυρώνω

αποβουτουρώνω || Κοτύωρα*, Σάντα* || αποβουτυρώνω

αποβουτυρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποβουτορώνω, αποβουτουρώνω, αποκορυφώνω, ντουρβανίζω, ξεβουτυρίζω || αποβουτυρώνω

απόβραδα || & Θήρα, Κρώμνη*, Νάξος, Τραπεζούντα, Χαλδία* || απόβραδα

απόβραδα [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποσκότεινα, απόσπερα, αποσπέρα, πρόσπερα || απόβραδα

αποβραδάσκομαι || Κοτύωρα* || νυχτώνομαι

αποβραδάσκουμαι || Χαλδία* || νυχτώνομαι

αποβραδές || Οινόη* || αποβραδίς

αποβραδί || Ήπειρος, Λακωνία, Παλιά Αθήνα, Χαβουτσί* || αποβραδίς

αποβραδινός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || χτεσινοβραδινός

αποβραδιού || Ηλεία || αποβραδίς

αποβραδίς || & Αίγινα, Άνδρος, Αρκαδία, Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Θήρα, Κάρπαθος, Κάρυστος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κίμωλος, Κοτύωρα*, Κύθηρα, Κύθνος, Λακωνία, Μεσσηνία, Νάξος, Νικόπολη*, Σάντα*, Σίφνος, Σύρος, Χαλδία* || αποβραδίς

αποβραδίς [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απισπιριού, απισπιρνά, αποβραδές, αποβραδί, αποβραδιού, αποβραδίς, αποβραδύς, αποβραϊδιού, αποπερού, αποσπέρας, αποσπερί, αποσπεριάς, αποσπεριού, αποσπερίς, αποσπερού, αποτουβραδίς, αποτουρβραδίς, απουβραδί, απουβραδίς, απουρβαδίς, απουσπέρα, απουσπιρί, απουσπιρίς, απουσπιρνά, απουσπιρού, ομπανέ, πισπιρνά, πισπιρού, ποβραδίς, ποσπερίς, πουβραδί, πουβραδίς, πουβραΐς, πουσπιριού, πουσπιρνά || αποβραδίς

απόβραδο || & Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, 'Ήπειρος, Λακωνία, Μάνη || απόβραδο

απόβραδο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απόβραδου, αποσπεριά, αποσπεριού, απόσπερνο, αποσπερού || απόβραδο

απόβραδος [Βλαστός 1931] || βραδινός

απόβραδος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόσπερος || απόβραδος

απόβραδου || Ιωάννινα, Σέρρες, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Φωκίδα || απόβραδο

αποβραδύς [Germano 1622] || αποβραδίς

αποβράζω || & Κερασούντα*, Κύθηρα, Οινόη*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία*, Χίος || αποβράζω

αποβράζω [Deheque 1825] || δημοτική || τελειώνω το βράσιμο: ποβράσου || αποβράζω

αποβραϊδιού || Μάνη || αποβραδίς

αποβρακίζω || Τραπεζούντα* || ξεβρακώνω

αποβράκισμαν || Τραπεζούντα* || ξεβράκωμα

αποβράκωμαν || Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεβράκωμα

αποβρακώνω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδια* || ξεβρακώνω

αποβρακωτίζω || Όφις* || ξεβρακώνω

αποβρασμένος [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || βρασμένος

απόβρεχα || Κορινθία || απόβροχα

αποβρεχάρης [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κεφαλονιά, Πελοπόννησος || αποβροχάρης

αποβρέχια || Αμοργός || αποβρόχια

απόβρεχο || Αχαΐα, Πάργα || απόβροχο

αποβρέχω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Άνδρος, Θήρα || μουσκεύω

απόβριχου || Αιτωλοακαρνανία, Καρδίτσα, Μαγνησία, Φθιώτιδα || απόβροχο

αποβρομώ || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεβρομίζω

αποβρόντητος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || εμβρόντητος

αποβροτίζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || μολύνω

απόβρουχου || Ιωάννινα || απόβροχο

απόβροχα || & Αρκαδία, Αχαΐα, Κορινθία, Μεσσηνία, Μυριόφυτο*, Τσακωνιά || απόβροχα

απόβροχα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόβρεχα, αποβροχάρι, αποβροχάρικα, απόνερου || απόβροχα

αποβροχάρης || & Αρκαδία, Ηλεία, Ήπειρος, Μεσσηνία || αποβροχάρης

αποβροχάρης [Ηπίτης 1908] || δημοτική || για καιρό: αποβρεχάρης, αποβροχάρικος || αποβροχάρης

αποβροχάρι || Ηλεία || απόβροχα

αποβροχάρικα || Κέρκυρα || απόβροχα

αποβροχάρικος || Κέρκυρα || αποβροχάρης

αποβρόχι || Ήπειρος, Λακωνία, Νάξος || απόβροχο

αποβρόχια [Βλάχος 1897] || δημοτική || αντίθετο του πρωτοβρόχια: αποβρέχια, απουβρόχια || αποβρόχια

αποβροχιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβροχο

αποβρόχιν || Κάρπαθος || απόβροχο

απόβροχο [Βλαστός 1931] || δημοτική || απόβρεχο, απόβριχου, απόβρουχου, αποβρόχι, αποβροχιά, αποβρόχιν, απουβρουχιά, απουβρόχ, πόβρουχου || απόβροχο

αποβυζαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη || απογαλακτίζω

αποβυζαλίζω || Χαλδία* || απογαλακτίζω

αποβυζάνω || Μάνη, Νάξος, Κρήτη || απογαλακτίζω

αποβυζαστάρι || Ηλεία || στερνοπαίδι

αποβύζι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αχαΐα, Κορινθία, Κρήτη, Νάξος || στερνοπαίδι

αποβύζι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογαλακισμένο αρνί: ποβύζιν, ποΰζιν || αποβύζι

απογαβρούμαι || Χαλδία* || αποξεραίνομαι

απογαγγλάζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σεμένι*, Χαλδία* || στραμπουλίζω

απογάγγλασμα || Κοτύωρα* || στραμπούληγμα

απογάδα || Κύθηρα || απόγειος

απογαέρνω || Κρήτη || επιστρέφω

απογαϊδιρίσκουμαι || Σάντα*, Χαλδία* || γαϊδουρεύω

απογαλακτίζομαι || λόγιο || αποκόβγομαι || απογαλακτίζομαι

απογαλακτίζω || λόγιο || αποκόβγομαι, ακόβγκω, απεκόβγω, απικόβου, αποβυζαίνω, αποβυζαλίζω, αποβυζάνω, απογαλίζω, απογατσάζου, αποκόβγω, αποκόβκω, αποκόβου, αποκόβω, αποκόθτω, αποκολίζω, αποκόστω, αποκόφου, αποκόφτω, αποσκολίζω, απουκόβγου, απουκόβου, απουκόφτου, ξεβιζαίνομαι, πεκόβγω, πικόφτου, ποκόβγω, ποκόβκω, ποκόβω, ποκόθτω, πουκόφτου, σακάζω || απογαλακτίζω

απογαλακτισμένο || λόγιο || αποκόλ, αποκόλιν, αποκολιστέρ, αποκολιστέριν, αποκομάτιν, αποκομένο, αποκοφταρούδι, αποκοψάρικο, αποκοψιάρικο, αποκοψιόνι, απουκουπάρι, απουκουψάρκου, πουκουψάρκου || απογαλακτισμένο

απογαλακτισμένος || λόγιο || αποκομμένο, αποκομμένος, αποκοψάρης, αποκοψιάρης, απουκουμένους || απογαλακτισμένος

απογαλακτισμός || λόγιο || αποκόλιγμαν, αποκόλισμα, αποκόλισμαν, απόκομα, απόκομμα, απόκομμαν, απόκουμα, απόκοψη, αποκόψιμο, απούκουμαν, πόκομα, ποκομός, σάκασμα || απογαλακτισμός

απογαλανισμένος || Κρήτη || ωχρός

απογαλγανίζω || Χαλδία* || κατακαίω

Απογαλέρκα || Κύπρος || Ωρίων

απογαληνώνου || Μάνη || ηρεμώ

απογάλι || Ήπειρος || σιγά

απογάλια [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Ήπειρος, Μελένικο* || σιγά

απογαλίζω || Κρήτη, Κύθνος || απογαλακτίζω

απογαλιώ || Ήπειρος || προσέχω

απόγαλος || Ρόδος || αφρόγαλα

απογαμίδι || Λακωνία || στερνοπαίδι

απογαμπιλώνω || Σάντα*, Χαλδία* || γουρλώνω

απογαμώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || γαμώ

απογαναχτώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Οινόη*, Σαμψούντα*, Τραπεζούντα* || ξεκουράζομαι

απογαρδιλώνω || Σάντα*, Χαλδία* || γουρλώνω

απογάστρα || ύστερο

απογατσάζου || Τσακωνιά || απογαλακτίζω

απογγελιάζω || Νάξος || αποδυναμώνω

απογδύμ || Πάρος || απαλλαξίδι

απόγδυμα || Κρήτη || αποφόρι

απόγδυμα [Βλάχος 1659] || δημοτική || Κρήτη || απαλλαξίδι

απογδύμι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Άνδρος, Αρκαδία, Κρήτη, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία, Πάρος || απαλλαξίδι

απογδύμνι || Άνδρος, Ηλεία, Τσακωνιά || απαλλαξίδι

απογδύμνια (τα) || Μάνη || αποφόρια

απογδύνι || Τσακωνιά || απαλλαξίδι

απογδύνομαι || Κύθηρα || αποσύρομαι

απογδύνου || Αδριανούπολη*, Αίνος* || ξεγδύνω

απογδύνω [Βλάχος 1659] || Κρήτη, Χίος || ξεγδύνω

απογδύσι || Κρήτη || απαλλαξίδι

απογδυσίμι || Αρκαδία, Αχαΐα, Κορινθία, Μεσσηνία || απαλλαξίδι

απόγειο || Μάνη || αγιάζι

απόγειος || λόγιο || άνεμος: απογάδα, απογιάδα, απόγιο, απόγιου, απογιούρα, απόγι, απόι, αποστέριος || απόγειος

απογέλασμα || Μύκονος || εξαπάτηση

απογέλασμα || Κοτύωρα* || περιγέλασμα

απογελάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεγελώ

απογέλοιπος || Ικαρία || υπόλοιπος

απογελώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μύκονος, Χίος || ξεγελώ

απογελώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σταματώ να γελώ: πογελώ || απογελώ

απόγεμα [Βλάχος 1659] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || Αργολίδα, Κίμωλος, Λέρεος, Μεσσηνία, Νάξος || απόγευμα

απογεματάκι [ΙΛΝΕ 1939] || δημοτική || απογευματάκι

απογεματιανός || Θήρα, Χίος || απογευματινός

απογεματίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογευματίζω

απογεματινός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογευματινός

απογεμάτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || υπερπλήρης

απογεμίζω [Somavera 1709] || δημοτική || γεμίζω εντελώς: αποβάνω, απογεμίνω, απογεμώζω, απογιομίζου, απογιομίζω, απογιομίνου, απογιουμώνου, απογομίζου, απογομώνου, απουγιμίζου, πογιομίζω || απογεμίζω

απογεμίνω || Χίος || απογεμίζω

απογέμισμα [Deheque 1825] || δημοτική || απογιόμισμα, πογιόμισμα || απογέμισμα

απογεμώζω || Θήρα || απογεμίζω

απογένικο || Αρκαδία || στερνοπαίδι

απογεννάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μάνη || ξεγεννώ

απογέννημα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αχαΐα || στερνοπαίδι

απογέννι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κεφαλονιά, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία || στερνοπαίδι

απογεννίδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στερνοπαίδι

απογεννώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στειρεύω

απογεννώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ήπειρος, Χίος || ξεγεννώ

απογένομαι [Somavera 1709] || δημοτική || Πάρος || απογίνομαι

απογενού || Τσακωνιά || ξεγεννώ

απογένουμαι || Ζάκυνθος || τελειώνω

απογένουμι || Σκόπελος || χειροτερεύω

απογεράζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογερνώ

απογεραθιάζω || Κρήτη || απογερνώ

απογερατζάζω || Κρήτη || απογερνώ

απόγερμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ηλιοβασίλεμα

απογέρνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || γέρνω

απογερνώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || γερνώ πολύ: απογεραθιάζω, απογεράζω, απογερατζάζω, απογερώ, απουγιράζου, απουγιρνάου || απογερνώ

απογερώ || Κρήτη || απογερνώ

απόγευμα || & Αργολίδα, Αρκαδία, Κέα, Λακωνία, Νάξος || απόγευμα

απόγευμα [Βλάχος 1659] || δημοτική || συχν. εμφ. 5 || Atlas Linguarum Europae 521 | Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | απόγεμα, απόγιβμα, απόγιμα, απόγιομα, απόγιομαν, απόγιουμα, απόεμα, απόιμα, απόσπερνο, απουσπερί, αργαδινή, γιόμα, γιοματόπουλο, κιντί, πρόσαργο, ταργά || απόγευμα

απογευματάκι || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απογεματάκι, απογιοματάκι, αποξεσταλού, απουγιματάκ, απουγιουματάκ || απογευματάκι

απογευματίζω [Deheque 1825] || απογεματίζω, απογιοματάω, απογιοματίζω, απογιοματώ || απογευματίζω

απογευματινό || πρόχειρο γεύμα: αργατινάκη, μαρέντα || απογευματινό

απογευματινός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απογεματιανός, απογεματινός, απογιοματήσιος, απογιοματινός || απογευματινός

απογεύομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || χορταίνω

απόγηου || Σάμος || αντήχηση

απόγηση || Τσακωνιά || απάντηση

απόγι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόγειος

απογιά || Κάρπαθος || αποδώ

απογιά || Κάρπαθος || εφεξής

απογιααίνω || Κάρπαθος || περνώ

απογιαβανούμαι || Κοτύωρα* || αδυνατίζω

απογιάδα || Ηλεία, Κύθηρα, Μεσσηνία || απόγειος

απογιαέρνω || Κρήτη || επιστρέφω

απογιάζου || Τσακωνιά || διώχνω

απογιάζου || Μάνη || κρυώνω

απογιαλεγούδι || Μάνη || ξεδιαλεγούδι

απογιαλεγούδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μάνη || απομεινάρι

απογιαλεγούιγια || Μάνη || ξεδιαλεγούδια

απογιαλεγούρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομεινάρι

απόγιαση || Τσακωνιά || υπεκφυγή

απογιάτιγος || Κερασούντα*, Κοτύωρα* || αμπογιάτιστος

απογιάτιστος || Κύπρος, Τραπεζούντα* || αμπογιάτιστος

απόγιβμα || Καρδίτσα || απόγευμα

απόγιμα || Πιερία, Φθιώτιδα || απόγευμα

απογίνομαι || Κύθηρα || κουράζομαι

απογίνομαι [Somavera 1709] || δημοτική || απογίνουμαι, αποΐνομαι, αποΐνουμαι, απουγένουμι, απουγίνουμι || απογίνομαι

απογίνομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία || καταντώ

απογίνουμαι [Βλαστός 1931] || Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απογίνομαι

απογινώ || Αιτωλοακαρνανία, Ιωάννινα, Μάδυτος*,  || ξεγεννώ

απόγιο || Κεφαλονιά || απόγειος

απόγιομα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Δέλβινο, Ζάκυνθος, Ηλεία, Κέρκυρα, Κορινθία, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία, Πάργα, Χάλκη || απόγευμα

απόγιομαν || Κύπρος || απόγευμα

απογιοματάκι [ΙΛΝΕ 1939] || απογευματάκι

απογιοματάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απογευματίζω

απογιοματήσιος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απογευματινός

απογιοματίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κέρκυρα || απογευματίζω

απογιοματινή [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόγευμα

απογιοματινός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογευματινός

απογιοματώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απογευματίζω

απογιομίζου || Μάνη || απογεμίζω

απογιομίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ηλεία, Λακωνία, Μάνη || απογεμίζω

απογιομίνου || Τσακωνιά || απογεμίζω

απογιόμισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Λακωνία, Τσακωνιά || απογέμισμα

απογιονά || Χίος || αποδώ

απόγιορτα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κέρκυρα, Παξοί || μεθεόρτια

απόγιου || Φθιώτιδα || απόγειος

απόγιου || Σαμοθράκη || αποδώ

απόγιουμα || Ευρυτανία, Κοζάνη, Πιερία, Σκόπελος, Φθιώτιδα, Φωκίδα || απόγευμα

απογιουμώνου || Αιτωλακαρνανία || απογεμίζω

απογιούρα || Ηλεία, Λακωνία || απόσκιο

απογιούρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία, Μεσσηνία || απόγειος

απόγιουρος || Μάνη || απόμερος

απογιρζεύω || Τραπεζούντα* || ξεβοτανίζω

απογισετούρα || Λακωνία || απόσκιο

απογιώννω || Κάρπαθος || λιώνω

απόγκζουφα || Τσακωνιά || απόκρυφα

απογκιάζου || Μάνη || απαγκιάζω

απογκιάρω || Ζάκυνθος || απαγκιάζω

απόγκιο || Λακωνία, Μάνη || απάγκιο

απογκράζομαι || Κύθηρα || αφουγκράζομαι

απογκρεμιά [Βλαστός 1931] || γκρεμός

απογκρεμίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογκρεμίχου || απογκρεμίζω

απογκρεμίχου || Τσακωνιά || απογκρεμίζω

απόγκρεμνα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || γκρεμοί

απόγκρεμος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόκρημνος

απόγκρεμος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || γκρεμός

απογκρενίχου || Τσακωνιά || απογκρεμίζω

απόγκωνο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απάγκιο

απόγκωνος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απάνεμος

απόγκωνος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόμερος

απογλακάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || καταδιώκω

απογλάκημα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || καταδίωξη

απογλακίζω || Κρήτη || καταδιώκω

απογλακώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Κύθηρα || καταδιώκω

απογλάρ || Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απόπιμα

απογλάρ || Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποφάγι

απογλείμιδο || Θήρα || απολειφάδι

απογλειφάδι || Κρήτη, Κύθηρα, Λακωνία || απολειφάδι

απογλειφάιδι || Τσακωνιά || απολειφάδι

απογλειφίδι || Κύθηρα || απολειφάδι

απογλησμόνηση || Κύπρος || λησμονιά

απογλησμονιά || Κύπρος || λησμονιά

απογλησμονώ || Κύπρος || ξεχνώ

απογλίμ || Τραπαζούντα || απολειφάδι

απογλίσμ || Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απολειφάδι

απόγλισμαν || Κερασούντα* || απολειφάδι

απογλίσμιν || Κερασούντα* || απολειφάδι

απογλουπίζω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεφλουδίζω

απογλυκαίνω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || πικραίνομαι

απογλυκαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεγλυκαίνω

απογλυκαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || παραγλυκαίνω

απογλυτώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || γλιτώνω

απογνέθου || Ιωάννινα || απογνέθω

απογνέθω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || τελειώνω το γνέσιμο: απογνέθου, απονέθω, απονέσου, πογνέθου, πονέθου || απογνέθω

απόγνωση || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || απαγνουσιά, απαγνωσιά, απογνωσιά, διασπεριά || απόγνωση

απογνωσιά || Πάρος || απόγνωση

απογοητευμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || απόκαρδος, απουκουντριασμένους || απογοητευμένος

απογοητεύομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποκρυαίνω, ποκρυώννω || απογοητεύομαι

απογομαράζω || Όφις* || ξεφορτώνω

απογομή [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεφόρτωμα

απογομίζου || Μάνη || απογεμίζω

απογομώνου || Μάνη || απογεμίζω

απογομώνω || Σάντα* || γουρλώνω

απογονά || Χίος || αποδώ

απογονή [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || οι απόγονοι || απογονή

απογόνι [Βλαστός 1931] || δημοτική || στερνοπαίδι

απογονίκια [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || απογονίκια

απόγονοι || Buck List 2.57 | απογονή, απογονίκια || απόγονοι

απόγονος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποόνον || απόγονος

απογουλίζω || Οινόη* || ξεσβερκώνομαι

απογουλίζω || Κερασούντα*, Οινόη*, Σαμψούντα*, Χαλδία* || σφάζω

απογούλισμα || Οινόη* || ξεσβέρκωμα

απογουλώνω || Χαλδία* || σφάζω

απόγουνου || Αιτωλοακαρνανία, Καρδίτσα, Τρίκαλα || απάγκιο

απογουρζεύω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεβοτανίζω

απογραβιδώννω || Κύπρος || ρυτιδιάζω

απόγραμμα || Μάνη || υστερόγραφο

απόγραμμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Παξοί, Τσακωνιά, Χαλκιδική || διεύθυνση

απογραμματίντζομαι || Κάρπαθος || αποφοιτώ

απογραφή || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ιβεντάριο || απογραφή

απογραφή || Μύκονος || επιγραφή

απογραφή || Μύκονος || υπογραφή

απόγραφος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διαγραμμένος

απογράφου || Τσακωνιά || υπογράφω

απογράφτω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || διαγράφω

απογράφω || Μύκονος || υπογράφω

απογράφω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || διαγράφω

απογρίβωμαν || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκόλληση

απογριβώνω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκολλώμαι

απογριζεύω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεβοτανίζω

απογρίζω || Τσακήλι* || ανταποδίδω

απογρικίζω || Τραπεζούντα* || καταλαβαίνω

απογρικώ || Κάρπαθος || καταλαβαίνω

απογύμια [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεγύμνωμα

απογύμνια [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεγύμνωμα

απογυμνωμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || ακανούνιστο || απογυμνωμένος

απογυναικούμαι || Τραπεζούντα* || γυναικίζω

απογυναίτζικα || Όφις || γυναικεία

απόγυρα || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || Μάνη || απόμερα

απόγυρα [Γούλας 1961] || δημοτική || τριγύρω

απόγυρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || έμμεσα

απογυρδά || Πάρος || παράκαμψη

απογύρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || περίπατος

απογύρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κεφαλονιά, Κρήτη || υπαινιγμός

απογύρι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κρήτη || παράκαμψη

απογυρία || Κύθηρα || περιφορά

απογυριά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη || υπαινιγμός

απογυρίδα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύθηρα || περίπατος

απογυρίδα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αμοργός, Άνδρος, Κρήτη, Κύθνος, Μύκονος, Πάρος || παράκαμψη

απογυρίδι || Κάρπαθος || αποκοσκινίδι

απογυρίδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || περίπατος

απογυρίζου || Μάνη || αποφεύγω

απογυρίζω || Κύπρος || αποστρέφω

απογυρίζω || Κύθηρα || τριγυρίζω

απογυρίζω || Κεφαλονιά || υπαινίσσομαι

απογυρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αναποδογυρίζω

απογυρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βολτάρω

απογυρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη || μεταστρέφω

απογυρίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αντιστρέφω

απογυρίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Μύκονος || παρακάμπτω

απογύριση [Βλαστός 1931] || μεταστροφή

απογύρισμα [Κοντόπουλος 1903] || επιστροφή

απογύρισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μεταστροφή

απογύρισμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || παράκαμψη

απογυριστά || Κεφαλονιά || υπαινικτικά

απογυριστικά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υπαινικτικά

απογυριστικός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υπαινικτικός

απογυριστικός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αντίστροφος

απόγυρος || Άνδρος || απόμερος

απόγυρος || Θήρα, Κεφαλονιά, Κρήτη, Νίσυρος, Σίφνος, Σύρος || παράκαμψη

απόγυρος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || περίπατος

απογώνι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απάγκιο

απογωνιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || γωνιάζω

απόγωνο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Θεσπρωτία, Λευκάδα || απάγκιο

απόγωνος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απάνεμος

απόγωνος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόμερος

αποδά || Κρήτη, Κύπρος, Νάξος || αποδώ

αποδααίνω || Χαλδία* || δύω

αποδαβάζω || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποδιαβάζω

αποδαβαίνω || Κοτύωρα*, Σαμψουντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || δύω

αποδαβαίνω || Κοτύωρα* || εγκαταλείπω

αποδαβαίνω || Κοτύωρα* || παρατώ

αποδαιμονίζω || Αμοργός, Άνδρος, Κάσος, Κύθνος, Κρήτη, Σίφνος || αποτρελαίνω

αποδαίσου || Τσακωνιά || αποκαίω

αποδαλεούδι || Χαβουτσί* || ξεδιαλεγούδι

απόδαλο || Πάρος || χνάρι

αποδαρά || Κρήτη || μπατζάκι

αποδάρα || Χαβουτσί* || εφεξής

απόδαρι || Βάτικα*, Τσακωνιά || εφεξής

αποδαρίζω || Χαλδία || σκορπίζω

απόδαρμα [Βλάχος 1659] || έκτρωμα

αποδαρμένος [Βλάχος 1659] || εκτρωματικός

άποδας || Σύμη || πετροχελίδονο

αποδαύλ || Κοτύωρα* Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποδαύλι

αποδαύλι || & Ήπειρος, Κάρπαθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύθνος, Νάξος || αποδαύλι

αποδαύλι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || μισοκαμμένος δαυλός: αποαύλιν, αποδαύλ, αποδαύλιν, απόδαυλο, απόδαυλος, απόδαυλου, απόδαυλους, αποκάμ, απουδαύλ, κάψαλος, ποδαύλι, ποδαύλιν, πόδαυλο, ποζαύλιν || αποδαύλι

αποδαύλιν || Κερασούντα*, Οινόη* || αποδαύλι

απόδαυλο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Ήπειρος, Κέρκυρα, Κρήτη, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία, Σκόπελος, Χίος || αποδαύλι

απόδαυλος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδαύλι

απόδαυλου || Αιτωλοακαρνανία, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Σάμος || αποδαύλι

απόδαυλους || Λέσβος || αποδαύλι

αποδαύτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτέτοιος

αποδαφορωμένος || Τραπεζούντα* || άκερδος

αποδέ || Κύθηρα || αποδώ

απόδε || Κέρκυρα, Κεφαλονια, Κύπρος, Παξοί || αποδώ

αποδεβάζω || Χαλδία* || αποδιαβάζω

αποδεβαίνω || Κερασούντα* || δύω

αποδέβασμαν || Χαλδία* || ηλιοβασίλεμα

αποδεικνύομαι || λόγιο || αποδείχνομαι || αποδεικνύομαι

αποδεικνύω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποδείχνω, αποδείχτω, αποδενάχου, ποδείχνω || αποδεικνύω

αποδεικτικό || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αποδειχτικό || αποδεικτικό

απόδειπνα || & Άνδρος, Ήπειρος, Θήρα, Κύθνος, Λακωνία, Πιερία, Σύρος || απόδειπνα

αποδειπνάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδειπνώ

απόδειπνε || Τσακωνιά || απόδειπνο

αποδείπνι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ήπειρος, Κέρκυρα, Κρήτη || απόδειπνο

απόδειπνο || λόγιο || απόδειπνε, αποδείπνι, απόδειπνος, απόειπνο, απουδείπν, πόδειπνε || απόδειπνο

απόδειπνος || Αραβανί*, Κρήτη || απόδειπνο

αποδειπνώ || & Άνδρος, Θήρα, Κρήτη, Σίφνος || αποδειπνώ

αποδειπνώ [Somavera 1709] || δημοτική || αποδειπνάω, ποδειπνίζω || αποδειπνώ

αποδείχνουμαι || Τσακήλι* || φανερώνομαι

αποδείχνω [Germano 1622] || δημοτική || Θήρα, Κύπρος || αποδεικνύω

αποδειχτικό [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδεικτικό

αποδείχτω [Κοντόπουλος 1903] || Άνδρος, Χίος || αποδεικνύω

αποδεκεί [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκεί

αποδελάζω || Κοτύωρα* || ξεμπερδεύω

αποδέλιπον [Corona Preciosa 1527] || υπόλοιπο

αποδέλοιπο || Κρήτη, Νάξος || υπόλοιπο

αποδέλοιπον [Germano 1622] || υπόλοιπο

αποδέλοιπος [Somavera 1709] || δημοτική || Άνδρος, Αρκαδία, Αχαΐα, Βιθυνία*, Βουρλά*, Ζάκυνθος, Ηλεία, Ήπειρος, Θήρα, Κάλυμνος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κορινθία, Κρήτη, Κύθηρα, Κύθνος, Κως, Λακωνία, Λευκάδα, Μάνη, Μεσσηνία, Μήλος, Μύκονος, Νάξος, Νίσυρος, Πάργα, Παξοί, Πάρος, Προποντίδα*, Ρόδος, Σίφνος, Σύρος, Τήλος, Τήνος, Τσακωνιά, Τσεσμέ*, Χίος || υπόλοιπος

αποδέλπος || Δαρδανέλια*, Ήπειρος, Παξοί, Σκύρος || υπόλοιπος

απόδεμα [Deheque 1825] || δημοτική || Άνδρος, Ζάκυνθος, Ήπειρος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λακωνία || αμπόδεμα

αποδεμένος [Deheque 1825] || Ήπειρος || αμποδεμένος

αποδενάχου || Τσακωνιά || αποδεικνύω

αποδέννω || Καλαβρία || ξαναδένω

αποδένω [Deheque 1825] || δημοτική || Άνδρος, Ζάκυνθος, Ήπειρος, Κέρκυρα, Κύθνος, Νάξος, Σκύρος, Σύρος || αμποδένω

αποδέξια [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αδέξια

αποδέξιμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδοχή

αποδέξιος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αδέξιος

αποδέξος || Κερασούντα* || αδέξιος

αποδεπά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδώ

αποδέρνομαι [Βλάχος 1659] || αποβάλλω

αποδέρνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || εξαντλούμαι

αποδεσιά || Λακωνία || ξυπολυσιά

απόδετος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κορινθία || ξυπόλυτος

αποδέχνουμαι || Λακωνία || δέχομαι

αποδέχομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αμπονάρω, ατζετάρω, ατζεπίρω, ατσίρω, ερσεβέρω, ετσετιάζω, συνεπαίρνω || αποδέχομαι

αποδέχομαι || Ήπειρος, Θήρα, Κρήτη, Κύθηρα, Μάνη, Παξοί || δέχομαι

αποδέχομαι || Κρήτη || υποδέχομαι

αποδέχουμαι || Αρκαδία, Κρήτη || δέχομαι

απόδητος || Ρόδος || ξυπόλυτος

απόδητους || Αιτωλοακαρνανία, Καρδίτσα || ξυπόλυτος

απόδι || Ήπειρος || αποδώ

αποδιάβα || Ήπειρος || μεθεόρτια

απόδιαβα || Ιωάννινα, Κέρκυρα, Λευκάδα, Παξοί || μεθεόρτια

αποδιάβα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μετά

απόδιαβα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αιτωλοακανανία, Άρτα, Θεσπρωτία, Ιωάννινα, Κέρκυρα || μετά

αποδιαβάζω || Κύθηρα || θάβω

αποδιαβάζω || Κύπρος || ξεχνώ

αποδιαβάζω [Germano 1622] || δημοτική || τελειώνω το διάβασμα: αποδαβάζω, αποδεβάζω || αποδιαβάζω

αποδιαβάζω [Βλάχος 1659] || διώχνω

αποδιαβαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || διέρχομαι

αποδιαβαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μύκονος || περνώ

αποδιαβαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεμακραίνω

αποδιάβασμα [Βλάχος 1659] || αποπομπή

αποδιαβασμένος [Portius 1635] || απόβλητος

απόδιαβος [Βλαστός 1931] || δημοτική || απόμακρος

απόδιαβους || Φθιώτιδα || δύσβατος

αποδιάζω || Νάξος, Χίος || αδειάζω

αποδιαλέγι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομεινάρι

αποδιαλέγι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέγκου || Τσακωνιά || ξεδιαλέγω

αποδιάλεγμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μάνη || απομεινάρι

αποδιάλεγμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μάνη || ξεδιάλεγμα

αποδιαλεγμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διαλεγμένος

αποδιαλέγομαι || Κύπρος || ειρωνεύομαι

αποδιαλέγομαι || Κύπρος || περιγελώ

αποδιαλεγούδ || Προποντίδα || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλεγούδι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Ηλεία, Κρήτη, Λακωνία || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλεγούδια || Αχαΐα, Ηλεία, Σινασός* || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλέγουδο || Κρήτη || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέγουρα || Κύθηρα || απομεινάρια

αποδιαλέγουρα || Θεσπρωτία || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλεγούρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αργολίδα, Αχαΐα, Ήπειρος, Κύθηρα, Κρήτη, Μάνη || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέγουρο || Ήπειρος, Κρήτη, Κύθηρα || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέγω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Άργος, Λακωνία || ξεδιαλέγω

αποδιαλέγω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διαλέγω

αποδιαλεκτής || Κύπρος || είρωνας

αποδιαλεμένος || Κύπρος || εξευτελισμένος

αποδιαλεμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διαλεγμένος

αποδιαλεούδι || Κρήτη || απομεινάρι

αποδιαλεούδι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Αρκαδία, Ζάκυνθος, Θήρα, Κάρπαθος, Κρήτη, Κύθμος, Λακωνία, Μήλος, Νάξος, Νίσυρος, Πάρος || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλεούδια || Θήρα, Μεσσηνία || απομεινάρια

αποδιαλεούδια || Αμοργός, Άνδρος, Θήρα, Μέγαρα, Νάξος || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλεούδια || Θήρα || υπόλοιπα

αποδιαλέουδια || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλεούδιν || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέουδο || Κρήτη || απομεινάρι

αποδιαλέουδο || Κρήτη || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέουρα || Κύθηρα || απομεινάρια

αποδιαλέουρα || Κέρκυρα, Παξοί || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλέουρα || Κέρκυρα, Πάργα || υπόλοιπα

αποδιαλεούρι || Ήπειρος, Κύθνος, Λευκάδα || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλεούρια || Κεφαλονιά, Λευκάδα || απομεινάρια

αποδιαλέουρο || Κρήτη || απομεινάρι

αποδιαλέουρο || Κέρκυρα, Κρήτη, Παξοί || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέουρον || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλέω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Θήρα, Κύπρος, Σίφνος || ξεδιαλέγω

αποδιαλίδια || Αδριανούπολη* || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλόγι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Άνδρος, Δαρδανέλια*, Βάτικα*, Προποντίδα*, Χαβουτσί* || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλογί [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλόγια || Αϊβαλί*, Αίνος*, Άνδρος, Βάτοκα*, Βιθυνία*, Κρήτη, Σκύρος, Χαβουτσί*, Χίος || ξεδιαλεγούδια

αποδιαλόι || Μύκονος, Χίος || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλοΐ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλούδ || Τσακήλι* || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλούδι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Επιβάτες* || ξεδιαλεγούδι

αποδιαλούδι [Σκαρλάτος 1835] || σκουπίδι

αποδιαλούδια || Θεσπρωτία, Τσακήλι* || ξεδιαλεγούδια

αποδιαντρέπομαι || Κρήτη || απεχθάνομαι

αποδιαντρέπομαι || Κρήτη || αποστρέφομαι

αποδιαντρέπομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αμοργός, Κάσος, Κρήτη, Νάξος, Χίος || ξεδιαντρέπομαι

αποδιαντρέπω || Τήλος || ντροπιάζω

αποδιαφάζει || Καλαβρία || ξημερώνει

αποδιαφαντευω || Άνδρος || παρηγορώ

αποδιαφωτά || Κρήτη || ξημερώνει

αποδιαφωτίζει [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || ξημερώνει

αποδιαφώτισμα || Κρήτη || ξημέρωμα

αποδιαφώτισμα [Germano 1622] || αυγή

αποδιαφωτίσματα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη || ξημερώματα

αποδιαφώτιστα || Κρήτη || αξημέρωτα

αποδίγω || Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεθωριάζω

αποδίδομαι || λόγιο || αποδίνομαι || αποδίδομαι

αποδίδω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | αποδίνω, αποδίου || αποδίδω

αποδίδω || Αντικύθηρα, Κρήτη || καταντώ

απόδιμα || Ιωάννινα, Κοζάνη || αμπόδεμα

αποδίνομαι || δημοτική || αποδίδομαι

αποδίνω [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποδίδω

αποδιόνας || Λέρος || ποδόγυρος

απόδιονας || Ρόδος || μπατζάκι

αποδίου || Τσακωνιά || αποδίδω

αποδιοφωτίσματα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ηλεία, Κρήτη || χαράματα

αποδίπλα || Ηλεία || δίπλα

αποδίπλα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Μάνη, Μεσσηνία || πλάγια

απόδιπλα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Λακωνία || πλάγια

αποδίπλωμαν || Κερασούντα* || ξεδίπλωμα

αποδιπλώννω || Καλαβρία || ξεδιπλώνω

αποδιπλώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Οινόη*, Σάντα*, Χαλδία* || ξεδιπλώνω

αποδίπωση || Καλαβρία || ξεδίπλωμα

αποδιψάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεδιψώ

αποδιψώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Σάντα* || ξεδιψώ

αποδίω || Ινέπολη* || ξεθωριάζω

απόδιωγμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατατρεγμός

αποδιωγμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διωγμένος

αποδιωγμός [Deheque 1825] || δημοτική || διώξιμο

αποδιωγμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατατρεγμός

αποδιώκτω [Portius 1635] || απαγορεύω

αποδιώξιμο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διώξιμο

αποδιωχμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || διωγμένος

αποδιώχνω [Portius 1635] || δημοτική || άνδρος || διώχνω

αποδκιάλεμαν || Κύπρος || ξεδιαλεγούδι

αποδκιαλυνώννω || Κύπρος || ξεμουδιάζω

αποδογυρίδα || Μύκονος || παράκαμψη

αποδοκιμασία || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απηλόγιασμα || αποδοκιμασία

αποδοκιμασμένος || λόγιο || απηλογιασμένος || αποδοκιμασμένος

απόδομα (το) || Κρήτη || στερνά

αποδομή || Κρήτη || κατάντημα

αποδόμι [ΙΛΝΕ 1939] || πεζούλα

αποδομός || Κρήτη || κατάντημα

αποδομός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόδοση

αποδοξαρώνω || Κρήτη || ανακλαδίζομαι

αποδοξαρώνω || Κρήτη || τεντώνομαι

απόδοση || λόγιο || συχν. εμφ. 5 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | αποδομός, αποδοσιά || απόδοση

αποδοσιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόδοση

αποδοσίδι || Χίος || παρακαταθήκη

αποδοσίδι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Αμοργός, Άνδρος, Θήρα, Κάρυστος, Κύθηρα, Κύθνος, Μύκονος, Νάξος, Παλιά Αθήνα, Πάρος, Τσακωνιά, Χίος || πεσκέσι

αποδοσίμι || Νίσυρος, Τσακωνιά || πεσκέσι

αποδοσίνα || Τσακωνιά || βοήθεια

αποδοσούδια || Κρήτη || κέρδη

αποδοχάρα || Νάξος || λεκάνη

αποδοχάρης || Νάξος || κλεπταποδόχος

αποδοχή || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αποδέξιμο || αποδοχή

αποδόχισσα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τσατσά

αποδόχος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υδρορροή

αποδράζω || Χαλδία* || κρυώνω

απόδρομα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόστρατα || απόδρομα

απόδρομος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φόρα

απόδρουμους || Σάμος || φόρα

αποδρώννω || Κάρπαθος || ιδρώνω

αποδρώννω || Κύπρος || ξεϊδρώνω

αποδρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεϊδρώνω

αποδυναμίζω || Κρήτη || αποδυναμώνω

αποδυναμώνω || λόγιο || απογγελιάζω, αποδυναμίζω, απαδυναμώνω, αποδυνατίζω, αποδυνατώ, απουδνατίζου, ποϋναμίζω, ποϋνατίζω || αποδυναμώνω

αποδυνάμωση || λόγιο || απουδνάτσμα || αποδυνάμωση

αποδυνατίζω || Χίος || αποδυναμώνω

αποδυνατώ || Οινόη* || αποδυναμώνω

αποδώ || & Κίμωλος, Λακωνία, Μήλος, Σύμη || αποδώ

απόδω || Κέρκυρα, Παξοί || αποδώ

αποδώ [Somavera 1709] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αδαθέμπεραν, αμποπαέ, αοπά, απαδά, απαδαχά, απαδαχάν, απαδαχάνας, απαδώ, απαλά, απαύτα, απαυτού, απαυτούγια, απεδά, απέδανα, απέδιου, απέδου, απέδω, απεδώ, απεδωά, απεδωβά, απεδώθε, απεδωνά, απεό, απερά, απερού, απιδά, απιδέ, απιδί, απιδού, απογιά, απογιονά, απόγιου, απογονά, αποδά, αποδέ, απόδε, αποδεπά, απόδι, απόδω, αποδωδά, αποδώθε, αποδώθενες, αποδώθες, αποδωνά, αποδωπά, απόδωπα, απόε, αποεπά, αποπαές, απόιπα, απομνά, απονά, απόντε, αποπά, αποπαά, αποπαδά, αποπαδέ, αποπαέ, αποποδέ, απότε, αποτσιά, απουδό, απουδουγιά, απουδουνά, απουδώ, απουδώγια, απουδώθι, αππεώ, αππογιά, αππόδε, αππόθε, αππότε, αππούδε, αππώ, απώδε, εποδέ, εποδιά, επότε, οπουδώ, παδά, παδέ, πέδανα, πεδώ, πογά, ποδά, πόδε, πόδες, ποδιά, ποδώ, ποδωνά, ποπά, ποπαδά, ποπαδιά, ποπέσα, ποπέσια, ποπιά, πότε, ποτσιά, πουγδώ, πουδά, πουδανά, πούδε, πουδουνά || αποδώ

αποδωδά || Θήρα || αποδώ

αποδώθε [Germano 1622] || Ζάκυνθος, Μεσσηνία || αποδώ

αποδώθενες || Ζάκυνθος || αποδώ

αποδώθες || Ζάκυνθος || αποδώ

αποδωνά || Χάλκη, Χίος || αποδώ

αποδωπά || Θήρα, Ζάκυνθος || αποδώ

απόδωπα || Ζάκυνθος || αποδώ

απόε || Κάρπαθος || αποδώ

απόε || Κάρπαθος || μετά

απόει || Κρήτη || μετά

αποείπνιν || Κάρπαθος || δείπνο

απόειπνο || Κάλυμνος || απόδειπνο

αποέλοιπος || Κάρπαθος, Κάσος || υπόλοιπος

απόεμα || Αμοργός, Βουρλά*, Κωνσταντινούπολη, Μύκονος || απόγευμα

αποεμώννω || Κάρπαθος || απογεμίζω

αποένω || Κάρπαθος || αμποδένω

αποεπά || Ζάκυνθος || αποδώ

απόεργκος || Κως || απόμαχος

αποερίδι || Θήρα || αποκοσκινίδι

απόες || Κάρπαθος || μετά

αποέσπαλες || Κρήτη || ανέκαθεν

αποέχομαι || Κάρπαθος || δέχομαι

αποέχου || Τσακωνιά || ευνοώ

αποέχου || Τσακωνιά || λογαριάζω

αποζαβλακωμένος || Κρήτη || αποχαυνωμένος

αποζαβλακώνομαι || Κρήτη || αποχαυνώνομαι

αποζαβλάκωση || Κρήτη || αποχαύνωση

αποζαβώνω || Πάρος || αποβλακώνω

αποζαλεγούδι || Τσακωνιά || ξεδιαλεγούδι

αποζάλεμα || Τσακωνιά || ξεδιαλεγούδι

αποζαλέχου || Τσακωνιά || ξεδιαλέγω

αποζαλίουμαι || Χαλδία* || ζαλίζομαι

απόζαλο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη || χνάρι

αποζαμπλακωμένος || Κρήτη || αποχαυνωμένος

αποζαμπλακώνομαι || Κρήτη || αποχαυνώνομαι

αποζαμπλάκωση || Κρήτη || αποχαύνωση

αποζαμπλάκωση || Κρήτη || σκοτοδίνη

απόζαρος || Οινόη* || λοξός

απόζαρος || Οινόη* || στρεβλός

αποζαρούνου || Τσακωνιά || ζαρώνω

αποζαρώνω || Σάντα*, Τραπεζιούντα*, Χαλδία* || ισιώνω

αποζεματίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ζεματίζω

απόζερβα || Αρκαδία || παράμερα

απόζερβα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αδέξια

απόζερβα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αριστερά

απόζερβος [Βλαστός 1931] || απόμερος

απόζερβος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || δύσβατος

απόζερβος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αδέξιος

απόζερβος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αριστερός

αποζετάρω || Κέρκυρα, Παξοί || υποθηκεύω

αποζεύω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μύκονος || ξεζεύω

αποζζεύω || Νίσυρος || ξεζεύω

αποζημιώνω || λόγιο || αμεντάρω || αποζημιώνω

αποζημίωση || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αμέντα || αποζημίωση

αποζητάου || Ηλεία || αποζητώ

αποζητάω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποζητώ

αποζήτηση [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αναζήτηση

αποζήτηση [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || πόθος

αποζητού || Μάνη || αποζητώ

αποζητώ [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποζητάου, αποζητού, αποζητάω || αποζητώ

απόζιρβα || Καρδίτσα, Τρίκαλα || παράμερα

απόζιρβους || Λάρισα || απόμερος

απόζιτος || Λευκάδα || κατάλληλος

αποζολογούδι || Τσακωνιά || ξεδιαλεγούδι

αποζολογούζι || Τσακωνιά || ξεδιαλεγούδι

αποζούδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μούργα

αποζούδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || στερνοπαίδι

αποζουλάγουμαι || Χαλδία* || αποπροσανατολίζομαι

αποζούλιγος || Κοτύωρα* || αμουνούχιστος

αποζουλίζω || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεστρίβω

αποζούμι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κορινθία || απόζουμο

απόζουμο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || υπόλειμμα ζωμού: αποζούμι, ποζούμιν || απόζουμο

αποζουμώνω || Χαλδία* || αποζυμώνω

αποζουράκι || Μύκονος || κατακάθι

αποζούρι || Κρήτη || αποτρυγίδι

αποζούρι || Μύκονος || κατακάθι

αποζούρι || Ζάκυνθος, Κρήτη, Μύκονος || στερνοπαίδι

αποζουρίδι || Κρήτη || στερνοπαίδι

αποζουρλαίνομαι [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || αποτρελαίνομαι

αποζουρλαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μεσσηνία || αποτρελαίνω

αποζουρλαμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποτρελαμένος

αποζυγώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || πλησιάζω

αποζυγώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || καταδιώκω

αποζυμούκου || Τσακωνιά || αποζυμώνω

αποζυμούνου || Τσακωνιά || αποζυμώνω

αποζυμώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || τελειώνω το ζύμωμα: αποζουμώνω, αποζυμούκου, αποζυμούνου, απουζμώνου, πιζμώνου || αποζυμώνω

αποζωίσκουμαι || Σάντα* || εξαντλούμαι

αποζώνω || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || σκοτώνω

αποζώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεζώνω

αποησκιά [Βλαστός 1931] || σκιά

απόηχο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αντίλαλος

αποθαίνω [Germano 1622] || δημοτική || Αμοργός, Θήρα, Κάρπαθος, Κρήτη, Κύθηρα, Κύπρος, Νάξος || πεθαίνω

αποθάλασσα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || νηνεμία

αποθαλασσιά || Νίσυρος, Πάρος, Χίος || νηνεμία

αποθαλασσιά [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Λακωνία || φουσκοθαλασσιά

αποθαλασσώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || θαλασσώνω

αποθαλατσιά || Κάρπαθος || άμπωτη

απόθαμα || Κοτύωρα*, Οινόη*, Σεμένι* || θάνατος

αποθαμάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || θαυμάζω

απόθαμαν || Κοτύωρα*, Χαλδία* || θάνατος

αποθαμένος [Germano 1622] || δημοτική || Αργολίδα, Ιθάκη, Κάρπαθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία, Νάξος, Πόντος*, Χίος || πεθαμένος

αποθαμή || Μύκονος, Σύρος || σπιθαμή

αποθαμός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Καστελλόριζο, Κρήτη || θάνατος

απόθαμπα || Καρδίτσα || ξημέρωμα

αποθανατώνω || Χαλδία* || σκοτώνω

αποθάνω || Κοτύωρα* || πεθαίνω

αποθάου || Ηλεία || αποθέτω

αποθαρός || Τρίγλια* || αποθάρρυνση

απόθαρους || Γρεβενά, Καρδίτσα, Κοζάνη, Τρίκαλα || αποθάρρυνση

αποθαρρέβω [Βλαστός 1931] || Κύπρος || ξεθαρρεύω

αποθαρρεύω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτολμώ

αποθαρρίζομαι || Κύπρος || ξεθαρρεύω

απόθαρρος [Βλαστός 1931] || δημοτική || τολμηρός

απόθαρρος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποθάρρυνση

αποθαρρύνομαι || λόγιο || αποθαρύσκομαι || αποθαρρύνομαι

αποθάρρυνση || λόγιο || αποθαρός, απόθαρρος, απόθαρους, απόθουρους, απουθαρός, απουθουρός || αποθάρρυνση

αποθαρρύνω || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αβελίρω || αποθαρρύνω

αποθαρύσκομαι || Οινόη* || αποθαρρύνομαι

αποθαρώ || Ινέπολη* || αποτολμώ

αποθαρώ || Κάρπαθος || ελπίζω

απόθε || Όφις*, Σούρμενα || πόθεν

αποθεκάρης [Somevera 1709] || κλεπταποδόχος

αποθελάκωμαν || Κερασούντα* || ξεκούμπωμα

αποθελεκιάζω || Χαλδία* || ξεκουμπώνω

αποθελεκώνω || Χαλδία* || ξεκουμπώνω

αποθεμελιώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεθεμελιώνω

αποθεμελώνω || Χαλδία* || ξεθεμελιώνω

απόθεν || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Νάξος, Οινόη*, Τραπεζούντα* || πόθεν

αποθένω || Ήπειρος, Νίσυρος, Σύμη || αποθέτω

αποθεούτσου || Τσακωνιά || θολώνω

αποθέρ || Χαλδία* || αποθέρισμα

απόθερα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μετά το θερισμό: απόθιρα, απόσερα, πέθερα, πόθερα || απόθερα

αποθερέα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Κάρπαθος || αποθέρισμα

αποθέρι || Μέγαρα || αποθέρισμα

αποθεριά || Χίος || αποθέρισμα

αποθεριά || Λακωνία || αποκάλαμο

αποθερία || Λακωνία || αποθέρισμα

αποθέριγμαν || Σάντα || αποθέρισμα

αποθερίζου || Αυλωνάρι, Κονίστρες, Σκύρος || αποθερίζω

αποθερίζω || & Κρήτη, Κρώμνη*, Σάντα*, Τραπεζούντα, Χαλδία* || αποθερίζω

αποθερίζω [Legrand 1882] || δημοτική || τελειώνω το θέρισμα: αποθερίζου, αποθερίντζω, αποθερίτζω, αποθερνώ, αποκαγανεύω, αποσεζίντου, αποσερίντου, απουθιρίζου, πιθιρίζου, ποθερίζου, πεθερίζω, ποθερίζω, πουθιρίζου || αποθερίζω

αποθερίμαι || Κερασούντα* || εξαγριώνομαι

αποθερίντζω || Κάρπαθος || αποθερίζω

αποθέρισμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || το τέλος του θερισμού: αποθέρ, αποθερέα, αποθέρι, αποθερία, αποθεριά, αποθέριγμαν, αποθέρισμαν, αποθερισμός, απόθερο, απόσερε, απουθιρσιά, απουθέρσμα, πεθέρι, ποθέρι, ποθέρι || αποθέρισμα

αποθέρισμαν || Κρώμνη*, Τραπεζούντα* || αποθέρισμα

αποθερισμός [Ηπίτης 1908] || δημοτική || αποθερισμός

αποθερίστρα || Ηλεία || αποκάλαμο

αποθερίτζω || Σίφνος || αποθερίζω

αποθεριώνομαι || Λακωνία || εξαγριώνομαι

αποθερνώ || Ρόδος || αποθερίζω

απόθερο || Κάρπαθος || αποθέρισμα

απόθεση || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απίθωμα, αποθωμός, αποθωσιά || απόθεση

αποθεσιμιό [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || παρακαταθήκη

αποθεσιμιό [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποταμίευση

αποθέττω || Χίος || αποθέτω

αποθέτω || & Αντικύθηρα, Κρήτη, Κύθηρα, Μάνη, Μυριόφυτο*, Νάξος || αποθέτω

αποθέτω [Deheque 1825] || δημοτική || απθώνου, απθώνω, απιθώνω, αποθάου, αποθένω, αποθέττω, αποθεύγω, αποθέχτω, αποθού, αποθώνω, αποθώχτω, απουθέγκου, απουθέκου, απουθένου, απουθέτου, μοθέννω, μοθεύκω, πθώνω, πιθώνω, πιθώχτω, ποθέννω, ποθέχτω, ποθώχτω, πουθέττω, πουθέτω || αποθέτω

αποθεύγω || Νάξος || αποθέτω

αποθέχτω || Κάρπαθος, Νάξος || αποθέτω

αποθεώννω || Κύπρος || ξεθεώνω

αποθηκάριος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αμπαρζής, αμπαριτζής, αμπαρτζής || αποθηκάριος

αποθήκη || λόγιο || συχν. εμφ. 5 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | βεκκελές, κατζέλο, κέλλα, μαγαζάς, μαγαζέ, μαγαζές, μαγαζί, μαγατζές, μαγκατζές, μαγατζί, μαέζα, μαξενέ, ματζές, μετζάο, μετζάος, ξιοστς, οκέλλα, μπαστικό, νταμ, ντέπος, παράσπιτε, σαλβαρόμπα, τραγιασξάς || αποθήκη

αποθηλυκώνω || Κοτύωρα*, Οινόη* || ξεκουμπώνω

αποθησαυρίζω || λόγιο || αναμαζώνω || αποθησαυρίζω

απόθθε || Κάρπαθος || πόθεν

αποθθυμούμαι || Κάρπαθος || θυμάμαι

αποθιά || Νίσυρος || απροθυμία

απόθιρα || Αιτωλοακαρνανία || απόθερα

αποθού || Μάνη || αποθέτω

απόθουρους || Κοζάνη, Σιάτιστα || αποθάρρυνση

απόθουρους || Ιωάννινα || απόφαση

αποθυμάου || Ηλεία || επιθυμώ

αποθυμάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Πωγώνι, Σύρος || επιθυμώ

αποθύμια || Χίος || επιθυμία

αποθυμία [Germano 1622] || Πωγώνι, Σύρος, Χίος || επιθυμία

αποθυμιά [Somevera 1709] || δημοτική || Ηλεία || επιθυμία

αποθυμώ [Germano 1622] || δημοτική || Κύθηρα, Κωνσταντινούπολη, Χίος || επιθυμώ

αποθυμώννω || Κάρπαθος || ξεθυμώνω

αποθυμώνω || Χαλδία* || ξεθυμώνω

απόθω || Κύπρος || σπρώχνω

αποθωμός || Κέρκυρα || απόθεση

αποθώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κέρκυρα, Παξοί || αποθέτω

αποθωράζω || Χαλδία* || ξεθωριάζω

αποθωρώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποστρέφω

αποθωσιά || Κέρκυρα || απόθεση

αποθώχτω || Κάρπαθος || αποθέτω

απόι || Κρήτη, Χαλκιδική || αγιάζι

απόι || Κρήτη,  || μετά

απόι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Καρδίτσα, Κρήτη || απόγειος

αποϊαλεγούι || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδι

αποϊαλεούι || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδι

αποϊαλέουρο || Κάρπαθος || ξεδιαλεγούδι

αποϊδιώχνου || Μάνη || διώχνω

αποΐκου || Τσακωνιά || ποδένω

αποΐλοιπος || Κάλυμνος, Κως || υπόλοιπος

απόιμα || Νιγρίτα || απόγευμα

απόιμα || Τσακωνιά || υπόδηση

αποϊμό || Τσακωνιά || υπόδηση

αποΐνομαι || Σαμψούντα* || απογίνομαι

αποΐνομαι || Κάρπαθος || τελειώνω

αποΐνουμαι || Χαλδία* || απογίνομαι

απόιπα || Νάξος || αποδώ

αποϊπλώνω || Κάρπαθος || διπλώνω

απόις || Κρήτη || αφού

απόιση || Τσακωνιά || υπόδηση

αποϊσκιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόσκιο

αποϊτέ || Τσακωνιά || παπουτσωμένος

αποΐχου || Τσακωνιά || ποδένω

αποκά || Αρκαδία, Μεσσηνία, Οινόη* || αποκάτω

απόκα || Κάρπαθος, Κως, Λέρος || αποκεί

απόκα || Κως || μετά

αποκαβαλλικεύω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || ξεπεζεύω

αποκαγανεύω || Χαλδία* || αποθερίζω

αποκαδά || Κως || αποκεί

αποκαή [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαΐδι

αποκαημένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαμένος

αποκαθαρίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || σκουπίδι

αποκαθέζου || Μάνη || αποτελειώνω

αποκαθίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κατακάθι

αποκαθίσταμαι || λόγιο || αποκατασταίνομαι || αποκαθίσταμαι

αποκαθιστώ || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποκατασταίνω, αποκαταστήνω || αποκαθιστώ

αποκαίγομαι || δημοτική || αποκαίγομαι

αποκαίγουμαι [Βλαστός 1931] || αποκαίγουμαι

αποκαίγω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαίω

αποκαΐδι || & Αρκαδία, Βουρλά*, Ηλεία, Μάνη, Μεσσηνία, Νίσυρος || αποκαΐδι

αποκαΐδι [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποκαή, αποκαΐδι, αποκαΐιδι, αποκάμ, απόκαμα, αποκάμι, αποκάμιν, αποκαούδι, αποκάουδο, αποκαρβουνίδι, αποκαψίδι, αποξυαλίδι, αποξύαλο, αποπύρι, απουκαΐδ, κάουδο, καρβουνίδα, καψάλι, κάψαλο || αποκαΐδι

αποκαΐδια || συχν. εμφ. 2 || αποκάουδα, αποκαούδια, αποκαρβουνίδια, αποκαψίδια, αποξυαλίδια, απόσβεστα, ποκάτζα || αποκαΐδια

αποκαΐιδι || Τσακωνιά || αποκαΐδι

αποκαινουργής [Σκαρλάτος 1835] || εξαρχής

αποκαινουργίς || Κρήτη || ξανά

αποκαινουργίς [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία, Κρήτη || εξαρχής

αποκαινουργκής || Κάρπαθος || εξαρχής

αποκαίομαι || δημοτική || αποκαίγομαι, αποκαίγουμαι || αποκαίομαι

απόκαιρος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || μελλοντικός

αποκαίω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || καίω εντελώς: αποδαίσου, αποκαίγω, ποκαίγω || αποκαίω

αποκακαρώνω || Κρήτη || αποκοιμούμαι

αποκακίντζω || Κάρπαθος || ξεκακίζω

αποκακιώννω || Κάρπαθος || ξεκακίζω

αποκαλαμέ || Κρήτη || αποκάλαμο

αποκαλαμέα || Κύθηρα || αποκάλαμο

αποκάλαμη || Κως, Ρόδος, Σύμη || αποκάλαμο

αποκαλάμη [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος || αποκάλαμο

αποκαλαμία || Κύθηρα || αποκάλαμο

αποκαλαμιά [Βλαστός 1931] || Κρήτη, Κύθηρα || αποκάλαμο

αποκάλαμο || & Αρκαδία, Ηλεία, Λακωνία, Κρήτη, Κύπρος, Μεσσηνία || αποκάλαμο

αποκάλαμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αυτό που απομένει στο χωράφι μετά το θερισμό: αποθεριά, αποθερίστρα, αποκαλαμέ, αποκαλαμέα, αποκάλαμη, αποκαλάμη, αποκαλαμιά, αποκαλαμία, απουκαλαμιά, ποκαλάμη, ποκαλαμία, ποκάλαμο || αποκάλαμο

απόκαλε || Τσακωνιά || έγκυος

αποκαλούτσου || Τσακωνιά || γκαστρώνω

αποκαλύπτω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ξιαπουχώνου || αποκαλύπτω

αποκαλώ || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || αναβάλλνω || αποκαλώ

αποκάμ || Κοτύωρα* || αποδαύλι

αποκάμ || Κοτύωρα*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκαΐδι

αποκάμ || Κοτύωρα*, Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || δαυλός

απόκαμα || Καλαβρία || αποκαΐδι

απόκαμα || Όφις*, Σεμένι* || καούρα

απόκαμαν || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || καούρα

αποκαμάρωμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || καμάρωμα

αποκαμαρώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κάρπαθος, Κάσος, Κρήτη, Πάρος, Ρόδος, Χίος || καμαρώνω

αποκαμένο || Καλαβρία || αποκαμένος

αποκαμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαημένος, αποκαμένο, πακαμένο, ποκαημένος, ποκαμένο, ποκαμένος || αποκαμένος

αποκάμι || Όφις* || αποκαΐδι

αποκάμι || Οινόη* || δαυλός

αποκαμίδα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || καύτρα

αποκάμιν || Κερασούντα*, Όφις* || αποκαΐδι

αποκάμιν || Κερασούντα*, Τρίπολη* || δαυλός

αποκάμισον || Κύπρος || πουκάμισο

απόκαμμα || Κάρπαθος || ηλιοβασίλεμα

αποκαμμός || Κάρπαθος || φυγή

αποκάμνου || Χαλκιδική || κουράζομαι

αποκάμνω || Κάρπαθος, Κάσος, Κύθηρα, Κύπρος, Τσακήλι* || κουράζομαι

αποκάμνω || Κάρπαθος, Χίος || τελειώνω

αποκαμός [Βλαστός 1931] || κούραση

αποκάμου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

αποκαμούσι || Αρκαδία, Αχαΐα || σώσμα

αποκάμω || Μέγαρα, Νάξος, Σινασός* || κουράζομαι

αποκάμωμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Μάνη || κούραση

αποκαμωμάρα || Μάνη || κούραση

αποκαμωμένος [Germano 1622] || συχν. εμφ. 2 || Βουρλά*, Κέρκυρα, Κύθνος || κουρασμένος

αποκαμωμός || Κάρπαθος || τελείωμα

αποκαμωμός [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Κύθηρα || κούραση

αποκαμωσά || τελείωμα

αποκάμωση || Κάρπαθος || τέλος

αποκάμωση [Βλαστός 1931] || κούραση

αποκαμωσιά || Κρήτη || τελείωμα

αποκαμωσία || Κύθηρα || κούραση

αποκαμωσιά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κούραση

αποκαμωτικός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κουραστικός

αποκάμωτος || Κάρπαθος || ατέλειωτος

αποκάννω || Κάσος || κουράζομαι

αποκάνου || Μάνη || κουράζομαι

αποκάνω [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Ζάκυνθος, Ηλεία, Κρήτη, Κύθηρα, Λευκάδα, Τρίγλια* || κουράζομαι

αποκάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία, Κρήτη || τελειώνω

αποκάου || Απουλία || αποκάτω

αποκάουδα || Κέρκυρα || αποκαΐδια

αποκαούδι || Κρήτη || αποκαΐδι

αποκαούδια || Κέρκυρα || αποκαΐδια

αποκάουδο || Κρήτη || αποκαΐδι

αποκαούτσου || Τσακωνιά || γκαστρώνω

αποκαρβουνίδι || Κρήτη || αποκαΐδι

αποκαρβουνίδια || Κρήτη || αποκαΐδια

αποκαρδίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κορινθία, Κοτύωρα*, Μάνη, Μεσσηνία || αποκαρδιώνω

αποκαρδισμός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαρδίωση

αποκαρδιωμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απόκαρδος || αποκαρδιωμένος

αποκαρδιώνω || λόγιο || αποκαρδίζω, αποκαρδώνω || αποκαρδιώνω

αποκαρδίωση || λόγιο || αποκαρδισμός || αποκαρδίωση

απόκαρδος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απογοητευμένος

απόκαρδος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαρδιωμένος

αποκαρδώνω [Βλαστός 1931] || Κερασούντα || αποκαρδιώνω

αποκάρομα || Ζάκυνθος || κούραση

αποκαρομάρα || Ζάκυνθος || κούραση

αποκαρομάρα || Κεφαλονιά || υπνηλία

αποκάροση || Κεφαλονιά || υπνηλία

αποκαρούκου || Τσακωνιά || πεθαίνω

αποκαρπίζω || Κύπρος || καρπίζω

αποκαρτελίζω || Σάντα*, Χαλδία* || κομματιάζω

αποκάρφωμα || Μάνη || κάρφωμα

αποκάρφωμαν || Τραπεζούντα* || ξεκάρφωμα

αποκαρφώνω || Λακωνία, Μάνη || καρφώνω

αποκαρφώνω || Κοτύωρα*, Όφις, Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεκαρφώνω

αποκάρωμα [Deheque 1825] || δημοτική || Λακωνία, Μύκονος || λήθαργος

αποκάρωμα [Κοντόπουλος 1903] || νύστα

αποκαρωμάρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κέρκυρα || λήθαργος

αποκαρωμένος || Κύθηρα || εξαντλημένος

αποκαρωμένος [Βλαστός 1931] || δημοτική || Παξοί || γλαρωμένος

αποκαρώνομαι || δημοτική || αποκαρώνουμαι, αποκορώνομαι || αποκαρώνομαι

αποκαρώνουμαι [Βλαστός 1931] || αποκαρώνομαι

αποκαρώνω || Κρήτη || αποκοιμούμαι

αποκαρώνω || Λευκάδα || κοιμάμαι

αποκαρώνω [Κοντόπουλος 1903] || Άνδρος, Κύθηρα, Λευκάδα, Μύκονος || νυστάζω

αποκάρωση || Λακωνία || λήθαργος

απόκας || Κως || μετά

αποκασίου || Τσακωνιά || αποκοιμούμαι

αποκασιώ || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποκοιμούμαι

αποκασμού [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κάρπαθος || υποθετικά

αποκάτ || Κερασούντα*, Χαβουτσί* || αποκάτω

αποκαταντάω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || καταντώ

αποκατάντια || δημοτική || Ζάκυνθος || κατάντια

αποκαταντιά [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Άνδρος, Κάρπαθος || κατάντια

αποκαταντώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Σμύρνη || καταντώ

αποκαταπίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || καταπίνω

αποκατάρι || Κέρκυρα || αποκαταριά

αποκατάρι || Παξοί || μουνί

αποκαταριά || Κέρκυρα || κατακάθι

αποκαταριά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || το κάτω μέρος ενός πράγματος: αποκατάρι || αποκαταριά

αποκατασταίνομαι || δημοτική || αποκαθίσταμαι

αποκατασταίνω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || αποκαθιστώ

αποκατασταλάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κατασταλάζω

αποκατάσταση || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || καταστεμός || αποκατάσταση

αποκαταστήνω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || αποκαθιστώ

αποκατεινός [Portius 1635] || κατώτερος

αποκατηβαίνω || Σάντα*, Χαλδία* || καταντώ

αποκατιάζω || Τρίγλια* || κοιμάμαι

αποκατιανός [Ηπίτης 1908] || δημοτική || κατώτερος

αποκατιανός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || παρακατιανός

αποκατίδι || Λακωνία, Μεσσηνία || απομεινάρι

αποκατινός [Legrand 1882] || δημοτική || Βουρλά*, Μάνη || κατώτερος

αποκατινός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κώλος

αποκατίτσα || Μεσσηνία || αποκάτω

αποκάτου [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Βάτικα*, Ζάκυνθος, Ηλεία, Κλαβρία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Μάνη, Μεσσηνία, Οινόη*, Πάρος, Τσακωνιά, Χαβουτσί* || αποκάτω

αποκάτουθε [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκάτω

αποκάτουθες || Ζάκυνθος || αποκάτω

αποκατουθιό || Ζάκυνθος, Κέρκυρα || αποκάτω

αποκατουράω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκατουρώ

αποκατουρέσκομαι || Οινόη* || κατουριέμαι

αποκατουρέσκουμαι || Κερασούντα* || κατουριέμαι

αποκατουρεύκομαι || Κοτύωρα* || κατουριέμαι

αποκατουρίσκομαι || Κοτύωρα* || κατουριέμαι

αποκατουρίσκουμαι || Κερασούντα* || κατουριέμαι

αποκατουρούμαι || Τραπεζούντα* || κατουριέμαι

αποκατουρώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || τελειώνω το κατούρημα: αποκατουράω || αποκατουρώ

αποκατούσε || Τσακωνιά || αποκάτω

αποκατσαρώνω || Κύπρος || κατσαρώνω

αποκάτω || & Αμοργός, Άνδρος, Αξός*, Αραβανί*, Αρκαδία, Αχαΐα, Θεσπρωτία, Κέα, Κίμωλος, Κρήτη, Λέρος, Μεσσηνία, Μήλος, Παξοί, Σίλλη*, Σύρος, Χίος || αποκάτω

αποκάτω [Βλάχος 1659] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αβικάτου, αϊπκάτ, ακατούσε, αμποκάτου, αμποκατωθιό, αοκάτω, αουκάτω, απαπκάτ, απαπκάτω, απαπουκά, απαπουκάτ, απαπχάτ, απαφκά, απικάτου, απκάτ, αποκά, αποκάου, αποκάτ, αποκατίτσα, αποκάτου, αποκάτουθε, αποκάτουθες, αποκατουθιό, απουκατούλια, αποκατούσε, αποκάτωθε, αποκατωθιό, αποκατωθιός, αποκάω, απουγκάτ, απουκά, απουκάτ, απουκάτου, απουκατουθιό, απουκάτω, απουφκά, απουφκακές, αποφκά, αποφκακές, αποχάμου, απχάτ, απχάτου, αφκά, αφκάτ, αφκάτου, επουκά, επουκάτ, επουκάτα, ουπχάτ, μπουκάτου, πεκάτ, ποκά, ποκάτ, ποκάτου, ποκάτω, ποκατωθιό, ποκατωθιός, ποκατωθκιόν, ποκάω, πουκά, πουκάτ, πουκάτου, πουκάτω, πουκατωθκιόν || αποκάτω

αποκάτωθε [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκάτω

αποκατωθιό [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || Κέρκυρα, Κρήτη, Λευκάδα, Παξοί, Σύρος || αποκάτω

αποκατωθιός || Κρήτη || αποκάτω

αποκατωθιός [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || κατώτερος

αποκαυκαλίζω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Κερασούντα*, Οινόη*, Σούρμενα*, Τραπεζούντα* || ξεφλουδίζω

απόκαυτρο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || καύτρα

απόκαφτος || Κάρπαθος || απόμερος

αποκάχλασμα || Κοτύωρα* || απόχρεμψη

αποκαψίδι || Κύθηρα || αποκαΐδι

αποκαψίδια || Κύθηρα || αποκαΐδια

αποκάψιμο || Κοτύωρα* || καούρα

αποκάω || Χίος || αποκάτω

αποκαωμός || Κάρπαθος || τελείωμα

αποκέ || Κρήτη || αποκεί

αποκεί || & Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λακωνία, Μύκονος, Νάξος, Προποντίδα* || αποκεί

αποκεί [Somavera 1709] || δημοτική || ακόπο, απακεί, απακεκά, απατού, απατουά, απατσεί, απατσειχά, απαυτού, απαύτου, απαυτούθε, απέδαφνα, απέκ, απέκα, απέκας, απεκεί, απέκει, απεκείθε, απεκείθεν, απεκεινά, απεκεινάς, απέκεις, απεκειχά, απέκια, απέκιο, απέκιος, απεκιού, απέκιου, απέκνα, απέκο, απέκου, απέτσα, απετσεί, απέτσει, απέτσο, απέτσος, απέφνα, απίκιο, απιτζά, απίτζει, απίτσιο, απκείθι, αποδεκεί, απόκα, αποκαδά, αποκέ, απόκει, αποκειγέ, αποκειδά, αποτσιά, απόκειδα, αποκειδανά, αποκειδέ, αποκειέ, αποκείθε, αποκείθενες, αποκείθες, αποκείθθεν, αποκειθούλια, απόκεις, αποκιά, απόκια, απόκιαθε, απόκιας, απόκιο, απόκο, απόκον, αποπά, αποτά, αποτού, απότουδα, αποτσά, αποτσεί, απότσει, αποτσειδά, αποτσείθ, αποτσείθε, αποτσείς, απότσεις, απουκεί, απουκειά, απουκειγέ, απουκείγια, απουκειδά, απουκειέ, απουκείθι, απουτά, απουτικεί, απούτουδα, απουτσεί, απουτσιά, απόφτου, αποφτούθε, αποφτούθενε, αποφτούθενες, αππεκεί, επεκεί, επετσεί, πακιά, πεκ, πεκεί, πεκεινά, πέκια, πέκνα, πέτσος, πόκα, πόκο, ποκοδά, ποπά, ποσκ, ποτσά, ποτσεί, ποτσιά, πουκείθι, πούτσια || αποκεί

απόκει [Κοντόπουλος 1903] || Κάρπαθος || μετά

απόκει [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || Αμοργός, Βιθυνία*, Κέρκυρα, Κρήτη, Λευκάδα, Μεσσηνία, Παλιά Αθήνα, Σέριφος || αποκεί

αποκειγέ || Κρήτη || αποκεί

αποκειδά || Κρήτη || αποκεί

απόκειδα || Κρήτη || αποκεί

αποκειδανά || Σύρος || αποκεί

αποκειδέ || Κρήτη || αποκεί

αποκειέ || Κρήτη || αποκεί

αποκείθε || Δέλβινο, Μεσσηνία || αποκεί

αποκείθε [Legrand 1882] || δημοτική || απέναντι

αποκείθενες || Ζάκυνθος || αποκεί

αποκείθες [Germano 1622] || Ζάκυνθος || αποκεί

αποκείθθεν || Κύπρος || αποκεί

αποκειθούλια || Μεσσηνία || αποκεί

αποκεινοσέ || Κρήτη || τάδε

απόκεις || Κρήτη || αποκεί

αποκέντα || Κρήτη || απόφαση

αποκεντάω [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκεντώ

απόκεντρα || λόγιο || απόκολα || απόκεντρα

απόκεντρο || λόγιο || απόκολο || απόκεντρο

αποκεντώ [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκεντάω || αποκεντώ

αποκένω || Κρήτη || τελειώνω

αποκέρι [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || απότσερε || αποκέρι

αποκεφαλέα || Οινόη* || κατακεφαλιά

αποκεφαλίζω || λόγιο || αποκεφαλώνω, απουκιφαλίννου, κεφαλοκόβγω, κουτσοκεφαλίζω, κουτσοκεφαλίζω || αποκεφαλίζω

αποκεφαλού || Σάντα*, Χαλδία* || υπεράνω

αποκεφαλώνω [Portius 1635] || αποκεφαλίζω

αποκεφαλώνω [Portius 1635] || περιτέμνω

αποκζάτσιχο || Τσακωνιά || αποκριάτικος

Αποκζίσε || Τσακωνιά || Απόκριες

απόκζιση || Τσακωνιά || απάντηση

αποκζούνου || Τσακωνιά || αποκρεύω

απόκι || Κάρπαθος || φώλι

αποκιά || Κρήτη, Κύθηρα || αποκεί

αποκιά || Κρήτη || μετά

απόκια || Κέρκυρα, Κρήτη, Παξοί || αποκεί

απόκιαθε || Κέρκυρα || αποκεί

απόκιας || Κρήτη || αποκεί

απόκιας || Κρήτη || μετά

απόκιμα || Τσακωνιά || απόπιμα

αποκινώ || Τραπεζούντα*, Τρίπολη* || ξεκινώ

απόκιο || Νάξος || αποκεί

αποκιονά || Κρήτη || τάδε

αποκιονέ || Κρήτη || τάδε

αποκιοσέ || Κρήτη || τάδε

αποκιουμάμαι || Μάνη || αποκοιμούμαι

αποκιουμίζω || Μάνη || αποκοιμίζω

αποκιουμούμαι || Καλαβρία || αποκοιμούμαι

αποκιούφου || Τσακωνιά || αποκοιμούμαι

αποκιριαίνου || Μάνη || ξεπαγώνω

Απόκιριες || Μάνη || Απόκριες

αποκίρωμα || Παξοί || λήθαργος

αποκίσου || Τσακωνιά || αποπίσω

απόκιστε || Τσασκωνιά || απότιστος

αποκιφαλού || Σάντα* || υπεράνω

αποκιώνω || Αρκαδία, Ηλεία || ολοκληρώνω

αποκιώνω || Ηλεία || τελειώνω

αποκιώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || συμφωνώ

αποκλαδεύω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κλαδεύω

αποκλαδίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κλαδεύω

αποκλαίγω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || θρηνώ

αποκλαινίζω || Χαλδία* || αδικώ

αποκλαίω [Βλαστός 1931] || δημοτική || ποκλαίω || αποκλαίω

απόκλαμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || θρήνος

αποκλαμός [Βλαστός 1931] || δημοτική || Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κύθηρα, Κρήτη, Κως, Λευκάδα, Νίσυρος, Πάρος, Σύμη || πλοκάμι

αποκλαμός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || θρήνος

αποκλαμός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Κορινθία || παρακλάδι

αποκλαμούδι || Ηλεία || παραβλάσταρο

απόκλαμους || Λιβίσι* || πλοκάμι

αποκλειδώνω || Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεκλειδώνω

αποκλείνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκλείω

αποκλεισμός || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποκλεισούρα || αποκλεισμός

αποκλεισούρα || Ηλεία || αποκλεισμός

αποκλειώ || Νίσυρος || περιορίζω

αποκλείω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποκλείνω || αποκλείω

αποκλείω || Κάρπαθος || περιορίζω

αποκλερίσκουμαι || Σάντα* || απελπίζομαι

αποκληρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεκληρίζω

αποκληρώνω || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απουβγάζου || αποκληρώνω

αποκλισάρης || Κύπρος || απεσταλμένος

αποκλισιάρης || Κύπρος || αγγελιοφόρος

απόκλισμαν || Χαλδία* || γέρσιμο

απόκλουθος || Νίσυρος || τελευταίος

αποκλώθω || Καλαβρία || ξανακλώθω

αποκλώθω || Κύπρος, Οινόη* || ξεκλώθω

αποκλωνίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κλαδεύω

απόκλωσμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ηλιοβασίλεμα

αποκλώσω || Καλαβρία || ξανακλώθω

αποκνιάζουμαι || Κύπρος || ανακλαδίζομαι

απόκνιασμαν || ανακλάδισμα

απόκο || Ρόδος || αποκεί

απόκο || Πάργα || παρολίγο

αποκόβγομαι [Βλάχος 1659] || απογαλακτίζομαι

αποκόβγου || Κύμη || ξεκόβω

αποκόβγω [Portius 1635] || Άνδρος, Κάρπαθος, Κρήτη, Κύθνος, Μέγαρα, Νάξος, Χίος || απογαλακτίζω

αποκόβγω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κύπρος, Νάξος || αποχωρίζω

αποκόβκω || Κύπρος || απογαλακτίζω

αποκόβου || Μάνη || απογαλακτίζω

αποκόβου || Μάνη, Νιγρίτα || αποχωρίζω

αποκόβω || δημοτική || για πότισμα: απουκόφτου || αποκόβω

αποκόβω || Κέρκυρα, Κύθηρα || παρεμποδίζω

αποκόβω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ηλεία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κύθηρα, Λακωνία, Λευκάδα, Μεσσηνία, Μύκονος, Τρίγλια*, Χίος || απογαλακτίζω

αποκόβω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μεσσηνία || αποχωρίζω

αποκοθιά || Θήρα, Κρήτη, Νάξος || αποκοτιά

αποκοθιά || Νάξος || θρασύτητα

αποκοθιάρης || Κρήτη || απόκοτος

αποκόθτω || Καλαβρία || απογαλακτίζω

αποκοίλι || Κάρπαθος, Κρήτη, Μύκονος, Σύμη || υπογάστριο

αποκοίλιν || Κάρπαθος || υπογάστριο

απόκοιλο || Κάλυμνος || υπογάστριο

αποκοιμάμαι [ΙΛΝΕ 1933] || δημοτική || αποκοιμούμαι

αποκοιμάω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Κορινθία || αποκοιμίζω

αποκοίμημα [Somavera 1709] || Μάνη || αποκοίμισμα

αποκοιμημάρα || Κέρκυρα || νύστα

αποκοιμημάρα || Κεφαλονιά, Παξοί || υπνηλία

αποκοιμημένος [Germano 1622] || αποκοιμισμένος

αποκοιμιέμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || Αρκαδία, Κορινθία || αποκοιμούμαι

αποκοιμίζου || Μάνη || αποκοιμίζω

αποκοιμίζω || & Άνδρος, Ζάκυνθος, Οινόη*, Πελοπόννησος, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκοιμίζω

αποκοιμίζω [Βλάχος 1659] || δημοτική || αποκιουμίζω, αποκοιμάω, αποκοιμίζου, αποκοιμίντζω, αποκοιμού, αποκοιμώ, αποκορόνω, απομπαΐχου, απομπλαΐχου, αποτσοιμίζω, αποτσουμίζω, απουκμάου, απουκμίζου, απουκμώ, πεκοιμίζω, ποκοιμάω, ποκοιμίζω, ποτσοιμάου, ποτσοιμίζω, πουκμάου || αποκοιμίζω

αποκοιμίντζω || Κάρπαθος || αποκοιμίζω

αποκοιμιούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || αποκοιμούμαι

αποκοίμισμα || & Ζάκυνθος, Κρήτη || αποκοίμισμα

αποκοίμισμα [Somavera 1709] || δημοτική || αποκοίμημα, αποκοίμισμαν || αποκοίμισμα

αποκοίμισμαν || Τραπεζούντα* || αποκοίμισμα

αποκοιμισμένος [Germano 1622] || δημοτική || αποκοιμημένος, απομπατέ || αποκοιμισμένος

αποκοιμνιώμαι || Μάνη || αποκοιμούμαι

αποκοιμού || αποκοιμίζω

αποκοιμούμαι || δημοτική || & Άνδρος, Θήρα, Κάρπαθος, Κερασούντα*, Κίμωλος, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Οινόη*, Τραπεζούντα*, Χίος || αποκοιμούμαι

αποκοιμούμαι [Germano 1622] || δημοτική || αποκακαρώνω, αποκαρώνω, αποκασίου, αποκασιώ, αποκιουμάμαι, αποκοιμάμαι, αποκοιμιέμαι, αποκοιμιούμαι, αποκοιμνιώμαι, απομπαλού, απομπού, αποτσιουμιέμαι, αποτσουμιέμαι, απουκιουμιέμαι, απουκιουμιούμι, αποκιούφου, απουκμάμι, απουκμούμι, απουκμώμι, ποκιουμούμαι, ποκοιμιούμαι, ποκοιμούμαι, ποτσοιμιόμαι, ποτσοιμόμαι, ποτσοιμούμαι, πουκμιόμι || αποκοιμούμαι

αποκοιμώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αργολίδα || αποκοιμίζω

αποκοιτάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || περιποιούμαι

αποκοιτάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || προσβλέπω

απόκοιτο || Κεφαλονιά || λαγοφωλιά

αποκοκινίζω ||  Χαλδία* || ξεκοκκινίζω

αποκοκινώ || Κερασούντα*, Σάντα*, Χαλδία* || ξεκοκκινίζω

αποκοκρά (η) || Θήρα || θαλπωρή

αποκόλ || Κοτύωρα*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απογαλακτισμένο

απόκολα || Κρήτη || απόκεντρα

απόκολα || Κρήτη || απόμακρα

αποκολεύγω || Κρήτη || απομακρύνομαι

αποκόλιγμαν || Χαλδία* || απογαλακτισμός

αποκολίζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Κρώμνη*, Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απογαλακτίζω

αποκόλιν || Κερασούντα* || απογαλακτισμένο

αποκόλισμα || Κοτύωρα* || απογαλακτισμός

αποκόλισμαν || Κερασούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απογαλακτισμός

αποκολιστέρ || Χαλδία* || απογαλακτισμένο

αποκολιστέριν || Κερασούντα* || απογαλακτισμένο

αποκόλληση || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || απογρίβωμαν || αποκόλληση

αποκολλώμαι || λόγιο || απογριβώνω || αποκολλώμαι

απόκολο || Κρήτη || απόκεντρα

αποκολώνω || Κρήτη || απομακρύνομαι

απόκομα || Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ήπειρος, Μάνη, Σκύρος, Χίος || απογαλακτισμός

απόκομαν || Τραπεζούντα* || έκτρωμα

αποκομάτιν || Οινόη* || απογαλακτισμένο

αποκόμβιν || Κύπρος || πουγκί

αποκομένο || Μύκονος || απογαλακτισμένο

απόκομμα [Σκαρλάτος 1835] || απογαλακτισμός

απόκομμαν || Μάκρη* || απογαλακτισμός

αποκομμένο || Καλαβρία || απογαλακτισμένος

αποκομμένος [Germano 1622] || συχν. εμφ. 3 || απουκουμένους || αποκομμένος

αποκομμένος [Βλάχος 1659] || δημοτική || Ήπειρος || απογαλακτισμένος

αποκομμός || Νίσυρος || αποτίμηση

αποκομπώνομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεγελιέμαι

αποκομπώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεγελώ

απόκον || Ρόδος || αποκεί

απόκον || Ρόδος || μετά

αποκοντά || Λευκάδα || κατόπιν

αποκοντά [Portius 1635] || δημοτική || από κοντά: απόκοντα, απουκουντά || αποκοντά

απόκοντα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αργολίδα, Ηλεία, Ικαρία, Κύθηρα, Μεσσηνία, Τσακωνιά || αποκοντά

αποκοντία || Μάνη || αποκοτιά

αποκόντο || Ζάκυνθος, Κέρκυρα || τουλάχιστον

απόκοντος || Μάνη || απόκοτος

απόκοντος || Κύθηρα || πρόθυμος

απόκοντος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κοντός

αποκοντού || Μάνη || αποκοτώ

αποκοντραλάκι || Μύκονος || στερνοπαίδι

αποκοντρία || Κέρκυρα || νωθρότητα

αποκοντριασμένος || Χίος || ιδιότροπος

αποκοπάρης || Ήπειρος || πραγματογνώμονας

αποκοπάρος || Ήπειρος || πραγματογνώμονας

αποκοπή || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποκόψιμο || αποκοπή

αποκοπή || Τραπεζούντα* || πραγματογνωμοσύνη

αποκοπτής || Πάρος || πραγματογνώμονας

αποκορδίζομαι || δημοτική || Χίος || ανακλαδίζομαι

αποκορδίζομαι || Πάρος || κοκορεύομαι

αποκορδίζομαι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Μύκονος || χασμουριέμαι

αποκορδίζουμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ανακλαδίζομαι

αποκόρδισμα [Κοντόπουλος 1903] || χασμουρητό

αποκορδυλάζω || Κοτύωρα*, Σάντα*, Χαλδία* || λύνω

αποκορδυλίαμα || Κοτύωρα* || λύσιμο

αποκορδώνω [ΙΛΝΕ 1939] || Κρήτη || ανακλαδίζομαι

απόκορμο || Κύθηρα || σκαμνί

αποκορόνω || Κέρκυρα || αποκοιμίζω

απόκορος [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || χορτάτος

αποκορτζίζω || Τραπεζούντα* || καθαρίζω

αποκορτζώνω || Σάντα* || καθαρίζω

αποκορυφώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποβουτυρώνω

αποκόρωμα || Κέρκυρα, Παξοί || λήθαργος

αποκορωμένη || Ηλεία || πούτσα

αποκορώνομαι || Κέκυρα, Παξοί || αποκαρώνομαι

αποκοσινίδι || Χίος || αποκοσκινίδι

αποκοσκινάω [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκοσκινίζω

αποκοσκίνιγμαν || Κερασούντα* || αποκοσκινίδι

αποκοσκινίδι [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || απογυρίδι, αποερίδι, Χίος, αποκοσκίνιγμαν, αποκοσκίνιδο, αποκοσκίνισμα, αποκοτσινίδι, αποκοτσινίιδι, αποντριμονίδι, αποντριμόνιδο, αποσκυβαλίδι, αποσκύβαλο, αποστσύβαλε, αποσώρι, απουκουσκίνσμα, απουκουσνίδ, αποϋρίδι, αποχόντρι, κοσκνίδι, πικουσκνίδ, ποκοσσίνιδον, ποσκοκινίδι, ποστσύβαλε, πουκουσκνίδι, σκύβαλο || αποκοσκινίδι

αποκοσκινίδια || & Αίγινα, Ζάκυνθος, Κρήτη, Κύθηρα, Νίσυρος || αποκοσκινίδια

αποκοσκινίδια [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || τα ακάθαρτα στοιχεία από το κοσκίνισμα: αποκοσκινίσματα, αποκοτσινούδια, απόλιθα, αποσίδια, αποσκύβαλα, αποσκυβαλίδια, αποστσύβαουα, αποσύρια, αποϋρίδια || αποκοσκινίδια

αποκοσκίνιδο || Νάξος || αποκοσκινίδι

αποκοσκινίζω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || τελειώνω το κοσκίνισμα: αποκοσκινάω, αποσκυβαλίζω, απουδιρμουνίζου, απουκουσκνίζου, αποφκιασίδια, πουκουσκνάου || αποκοσκινίζω

αποκοσκίνισμα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ήπειρος, Κερασούντα*, Μάλγαρα*, Παξοί || αποκοσκινίδι

αποκοσκινίσματα [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκοσκινίδια

αποκόστω || Καλαβρία || ποκόθτω

απόκοτα || Χίος || γρήγορα

απόκοτα [Germano 1622] || απόκοττα || απόκοτα

αποκοτάω || Ζάκυνθος || τολμώ

αποκοτάω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || Πάργα || αποκοτώ

αποκοτέα || Κύθηρα || αποκοτιά

αποκοτερός || Κρήτη || απόκοτος

αποκοτεύω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκοτώ

αποκοτζακιάζω || Χαλδία* || ξεκουμπώνω

αποκότημα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκοτιά

αποκότηση || Κρήτη || αποκοτιά

απόκοτθα || Κάλυμνος || θαρραλέα

αποκοτθίζω || Κάλυμνος || αποκοτώ

αποκοτθίζω || Κάλυμνος || τολμώ

απόκοτθος || Κάλυμνος, Σύμη || απόκοτος

αποκοτθώ || Κάλυμνος, Ρόδος, Σύμη || αποκοτώ

αποκοτθώ || Κάλυμνος || τολμώ

αποκοτιά || & Αστυπάλαια, Βουρλά*, Ηλεία, Θεσπρωτία, Κορινθία, Κρήτη, Λακωνία, Μεσσηνία, Νάξος, Πάργα, Σκύρος, Σύμη, Τσεσμέ* || αποκοτιά

αποκοτιά [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποκοθιά, αποκοντία, αποκοτέα, αποκότημα, αποκότηση, αποκοτία, αποκοτιού, αποκοτοσύνη, αποκοττιά, απουκουκιά, απουκουτιά || αποκοτιά

αποκοτία [Germano 1622] || Κύθηρα, Μάνη || αποκοτιά

αποκοτίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Σκύρος || αποκοτώ

αποκοτιού || Μύκονος || αποκοτιά

απόκοτο [Βλαστός 1931] || Ανάφη, Άνδρος, Θήρα, Κάρυστος, Κέα, Κρήτη, Μύκονος, Νάξος, Νίσυρος, Σύρος || φώλι

απόκοτος || & Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύθηρα, Λακωνία, Μάνη, Πάργα, Πάρος || απόκοτος

απόκοτος || Κως || γρήγορος

απόκοτος [Germano 1622] || δημοτική || παράτολμος: αποκοθιάρης, απόκοντος, αποκοτερός, απόκοτθος, απόκοττος, αποκουτιάρης, αποκούτουρος, απουκουτός, ατζαρδόζος, πεκουτερός, ποκοτερός, πόκοτθος, πόκοττος, ποκούτουρος || απόκοτος

αποκοτοσύνη || Σύμη || αποκοτιά

αποκοτού || Σκύρος, Τσακωνιά || αποκοτώ

αποκοτσινίδι || Τσακωνιά || αποκοσκινίδι

αποκοτσινίιδι || Τσακωνιά || αποκοσκινίδι

αποκοτσινούδια || Ινέπολη* || αποκοσκινίδια

απόκοττα || Κάρπαθος || απόκοτα

αποκοττιά || Κάρπαθος || αποκοτιά

αποκοττίζω || Κάρπαθος || αποκοτώ

απόκοττος || Κάρπαθος, Κως || απόκοτος

αποκοττώ || Κάρπαθος, Κύπρος || αποκοτώ

αποκοττώ || Κάρπαθος || αποτολμώ

αποκοττώ || Κάρπαθος || τολμώ

αποκοτώ || & Θήρα, Καστελλόριζο, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Μεσσηνία, Νάξος, Ρόδος, Χάλκη, Χίος || αποκοτώ

αποκοτώ [Germano 1622] || δημοτική || αποτολμώ: αποκοντού, αποκοτάω, αποκοτεύω, αποκοτθίζω, αποκοτθώ, αποκοτού, αποκοττίζω, αποκοττίζω, αποκοττώ, αποκουτάω, αποκουτώ, απουκουτάου, απουκουτού, απουκουτώ, κοτού, πεκοτώ, ποκοτθίζω, ποκοτθώ, ποκοτίζω, ποκοττώ, ποκοτώ, πουκουτίζου || αποκοτώ

αποκουβάραγμαν || Σάντα* || ξεκουβάριασμα

αποκουβαράζω || Κοτύωρα*, Όφις*, Σάντα*, Τραπαζούντα || ξεκουβαριάζω

αποκουβαρίαμα || Κοτύωρα* || ξεκουβάριασμα

αποκούγκι || Τσακωνιά || αποκούμπι

αποκουγκίχου || Τσακωνιά || αποκουμπώ

αποκουζουλαίνω || Κρήτη || αποτρελαίνομαι

αποκουκουλίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεπαρθενεύω

αποκουλουριάζω [Λεξικο Δημητράκου 1933] || δημοτική || κουλουριάζω

αποκουλουρίδα || Κρήτη || παράκαμψη

απόκουμα || Αιτωλοακαρνανία, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || απογαλακτισμός

αποκούμουτσε || Τσακωνιά || ξεροκόμματο

αποκούμπα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ήπειρος, Νίσυρος || αποκούμπι

αποκούμπαγμαν || Κοτύωρα* || ξεκούμπωμα

αποκουμπάζω || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Όφις*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεκουμπώνω

αποκούμπασμαν || Κοτύωρα* || ξεκούμπωμα

αποκούμπημα || Μάνη || αποκούμπι

αποκουμπημένος [Λεξικο Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκουμπισμένος

αποκούμπι || & Αρκαδία, Αχαΐα, Βουρλά*, Ηλεία, Θεσπρωτία, Κέρκυρα, Κορινθία, Κρήτη, Κύθηρα, Μάνη, Μεσσηνία, Νάξος, Πάργα, Τσακωνιά || αποκούμπι

αποκούμπι [Portius 1635] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || ακούμπισμα, ανακούμπι, αντικούμπι, απακούμπ, απακούμπημα, απακούμπι, απακούμπιο, αποκούγκι, αποκούμπα, αποκούμπημα, αποκουμπίδιο, αποκούμπιν, αποκούμπιο, αποκούμπιση, αποκούμπισμα, απουκούμπ, απουκούμπα, απουκούμπιου, απουκούμπμα, απουκούμπς, απουκούμπσμα, ποκούμπημα, ποκούμπιν, ποκούμπισμαν || αποκούμπι

αποκουμπίαγμαν || Χαλδία* || ξεκούμπωμα

αποκουμπίασμαν || Κοτύωρα* || ξεκούμπωμα

αποκουμπίδιο || Αχαΐα || αποκούμπι

αποκουμπίζω [Portius 1635] || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ακουμπώ

αποκουμπίζω [Βλάχος 1659] || Κοτύωρα* || αποκουμπώ

αποκούμπιν || Κάρπαθος, Νίσυρος || αποκούμπι

αποκουμπίντζω || Κάρπαθος || αποκουμπώ

αποκούμπιο || Άνδρος, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κρήτη, Χίος || αποκούμπι

αποκούμπιση || Χίος || αποκούμπι

αποκούμπισμα || Κοτύωρα* || ακούμπημα

αποκούμπισμα [Germano 1622] || αποκούμπι

αποκουμπισμένος [Germano 1622] || δημοτική || αποκουμπημένος || αποκουμπισμένος

αποκουμπιστέρ || Χαλδία* || ακουμπιστήρι

αποκουμπίχου || Τσακωνιά, Χαβουτσί* || αποκουμπώ

αποκουμπώ [Legrand 1882] || δημοτική || απακουμπάω, απακουμπίζω, απακουμπώ, αποκουμπίζω, αποκουμπίντζω, αποκουγκίχου, αποκουμπίχου,  || αποκουμπώ

αποκούμπωμαν || Τραπεζούντα* || ξεκούμπωμα

αποκουμπώνω || Οινόη*, Τραπεζούντα, Χαλδία* || ξεκουμπώνω

αποκούνι [Βλαστός 1931] || Αμοργός, Θήρα || στερνοπαίδι

αποκούννι || Αμοργός, Κάλυμνος, Νίσυρος || στερνοπαίδι

απόκουννος || Κάλυμνος || στερνοπαίδι

αποκουντέμ || Σάντα*, Χαλδία* || προγονός

αποκουντέσιμος || Χαλδία* || περιφρονημένος

αποκούντημα [Λεξικο Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκούντημα

αποκουντουρίζω || Κρήτη || δυσαρεστούμαι

απόκουντους || Φθιώτιδα || κοντούτσικος

αποκουντραλάκι || Μύκονος || στερνοπαίδι

αποκουντρίζω || Κάρπαθος || πεισμώνω

αποκουντρώ || Κάρπαθος || πεισμώνω

αποκουντώ || Σάντα*, Χαλδία* || παραγκωνίζω

αποκουντώ [Λεξικο Δημητράκου 1933] || δημοτική || σκουντώ

απόκουπα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μπρούμυτα

αποκουπάω || Θεσπρωτία || αναστρέφω

αποκουπιάζω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Ήπειρος || αναστρέφω

αποκούπιασμα || δημοτική || αναστροφή

αποκουπίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αναστρέφω

απόκουππα || Κύπρος || μπρούμυτα

αποκουππίζουμαι || Κύπρος || μπρουμυτίζω

αποκουππίζω || Κύπρος || αναστρέφω

αποκουρά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κούτσουρο

αποκουράζομαι [Germano 1622] || Κάλυμνος, Κίμωλος, Μήλος, Νάξος, Σέριφος, Σίφνος, Χίος || ξεκουράζομαι

αποκουράζω || Σέριφος || ξεκουράζω

αποκούραος || Σίφνος || ξεκούραστος

αποκούραση || Νάξος, Σέριφος || ξεκούραση

αποκουρασιά || Σύρος || ξεκούραση

αποκούραστα || Σίφνος || ξεκούραστα

αποκούραστος || Σίφνος || ξεκούραστος

αποκούρι [Βλαστός 1931] || απόμαλλο

αποκούρι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκουρίδι

αποκουρίδι [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποκούρι, απόκουρο || αποκουρίδι

αποκουρίδι [Βλαστός 1931] || απόμαλλο

απόκουρο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκουρίδι

απόκουρφα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Τσεσμέ* || απόκρυφα

αποκουρφίζω || εγκωμιάζω

απόκουρφος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόκρυφος

αποκουστό || Σύμη || ακουστά

αποκουστός || Καστελλόριζο || ακουστός

αποκουταίνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποβλακώνω

αποκουταίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεκουτιάζω

αποκουτάω || Κεφαλονιά || αποκοτώ

αποκουτάω || Κεφαλονιά || τολμώ

αποκουτερός || Κάρπαθος || υπάκουος

αποκουτιά || Νίσυρος, Σκιάθος || αποκοτιά

αποκουτιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεκουτιάζω

αποκουτιαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία || αποβλακώνω

αποκουτιαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μεσσηνία || ξεκουτιάζω

αποκουτιάρης || Νάξος, Νίσυρος || απόκοτος

αποκούτιασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεκούτιασμα

αποκούτουρος || Κονίστρες || απόκοτος

αποκουτσαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κουτσαίνω

αποκουτώ || Αίγινα, Κάρπαθος, Νίσυρος || αποκοτώ

απόκουφα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || σιγαλά

αποκουφαίνομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κουφαίνομαι

αποκουφαίνου || Τσακωνιά || αποκουφαίνω

αποκουφαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκουφαίνου, αποκωφούκου || αποκουφαίνω

αποκουφαίνω [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || ξεκουφαίνω

απόκουφος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || υπόκωφος

αποκόφου || Τσακωνιά || απογαλακτίζω

αποκοφτάες || Κύπρος || πραγματογνώμονας

αποκοφταρούδι || Κεφαλονιά || απογαλακτισμένο

αποκοφτής || Αμοργός, Άνδρος, Κάρπαθος, Κύπρος, Μήλος, Νάξος, Νίσυρος, Πάρος, Σύμη, Σύρος || πραγματογνώμονας

αποκόφτης || Αχαΐα, Σύμη || πραγματογνώμονας

απόκοφτος || Κύπρος || αλογάριαστος

αποκόφτω [Somevera 1709] || δημοτική || Ζάκυνθος, Οινόη*, Όφις*, Σάντα*, Σινασός*, Τραπεζούντα*, Τσακήλι*, Χαλδία* || απογαλακτίζω

αποκόφτω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποχωρίζω

αποκοχλιδάζω || Χαλδία* || ξετυλίγω

αποκοψάρης || Νάξος || απογαλακτισμένος

αποκοψάρικο || Κρήτη, Νάξος || απογαλακτισμένο

απόκοψη || Αχαΐα || απογαλακτισμός

αποκοψιά || Κέκυρα || αποτροπή

αποκοψιάρης || Νάξος || απογαλακτισμένος

αποκοψιάρικο || Άνδρος, Ήπειρος, Κύθηρα, Κύθνος || απογαλακτισμένο

αποκοψίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κοψίδι

αποκόψιμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απογαλακτισμός

αποκόψιμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκοπή

αποκοψιόνι || Κέρκυρα || απογαλακτισμένο

αποκπάω || Λευκάδα || αναποδογυρίζω

Αποκρά || Κάρπαθος, Κρήτη || Αποκριά

Αποκράδες || Κρήτη || Απόκριες

αποκραήγκω || Κάρπαθος || υποβαστάζω

αποκραημός || Κάρπαθος || συγκράτηση

αποκραίνομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απαντώ

αποκρατίζω || Ζάκυνθος || συγκρατώ

αποκρατώ || Κύπρος || κατακρατώ

αποκρατώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || παρακρατώ

αποκρατώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αίγινα, Κρήτη || διατηρούμαι

αποκραώ || Κάρπαθος || υποβαστάζω

Αποκρέ || Κρήτη || Αποκριά

Αποκρέα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Βάτικα*, Κάρπαθος, Κερασούντα*, Κύθηρα, Κύμη, Μέγαρα || Αποκριά

αποκρεατίζω || Κερασούντα* || αποκρεύω

αποκρέγγου || Τσακωνιά || αποκρεύω

Αποκρέε || Βάτικα*, Χαβουτσί* || Απόκριες

Αποκρεές || Κύθηρα || Απόκριες

Αποκρειά [Germano 1622] || Αποκριά

Αποκρειαίς [Germano 1622] || Απόκριες

αποκρεμάνω || Οινόη* || ξεκρεμώ

αποκρεμιέμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || στηρίζομαι

αποκρεμιούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || στηρίζομαι

αποκρένομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κεφαλονιά, Λευκάδα || απαντώ

Αποκρές || Αρκαδία, Ζάκυνθος, Κρήτη || Απόκριες

αποκρεύγω [Somevera 1709] || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποκρεύω

αποκρεύω || & Ζάκυνθος, Ηλεία, Κάρυστος, Λακωνία, Τσακήλι* || αποκρεύω

αποκρεύω [Βλάχος 1659] || δημοτική || απικριώνου, αποκζούνου, αποκρεατίζω, αποκρέγγου, αποκρεύγω, αποκρεώνω, αποκριατίζω, αποκριγιώνω, αποκριεύγω, αποκριούνου, αποκριώνω, αποκριώννω, απουκγιώνου, απουκουριάννου, απουκουριώννου, απουκρεύου, απουκριγιώνου, απουκριεύου, απουκριώνου, απουκρώνου, πικριώνου, ποκριώννω, πουκριώνου || αποκρεύω

αποκρεώνω [Somevera 1709] || αποκρεύω

Απόκρηα || Καστελλόριζο || Αποκριά

απόκρημνος || λόγιο || απόγκρεμος || απόκρημνος

απόκρημνος || Ζάκυνθος || γκρεμός

Αποκριά || & Αμοργός, Ανάφη, Βουρλά*, Κέα, Κέα, Κουβούκλια*, Λακωνία, Λέρος, Σινασός* || Αποκριά

Αποκρία || Βάτικα*, Ρόδος, Τσακωνιά, Χαβουτσί* || Αποκριά

Αποκριά [Somavera 1709] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || Αποκρά, Αποκρέ, Αποκρέα, Αποκρειά, Απόκρηα, Απόκρια, Αποκρία, Αποκριγιά, Αποτύρωση, Απουκγιά, Απουκιριά, Απουκουριά, Απουκρά, Απουκρέ, Απουκριά, Απουκριγιά || Αποκριά

Απόκρια [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ήπειρος, Κρήτη, Κύπρος, Μήλος || Αποκριά

Αποκριαίς [Portius 1635] || Απόκριες

αποκριανές || Σκύρος || αποκριάτικος

αποκριανός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκριάτικος

αποκριάτης [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκριάτικος

αποκριατίζω || Κερασούντα* || αποκρεύω

αποκριάτικα [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || απουκγιάκα || αποκριάτικα

αποκριάτικος [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποκζάτσιχο, αποκριανές, αποκριανός, αποκριάτης, απουκγιάκους, απουκριάτκους, απουκράτσκους || αποκριάτικος

Αποκριγιά [ΙΛΝΕ 1939] || Αποκριά

αποκριγιώνω || Κρήτη || αποκρεύω

Απόκριες || δημοτική || συχν. εμφ. 4 || Αποκζίσε, Απόκιριες, Αποκρέε, Αποκρεές, Αποκρειαίς, Αποκρές, Αποκριαίς, Αποκριές, Αποκρίσε, Απονήστες, Απουκγιές, Απουκρές, Απουκριές, Γιαποκρές || Απόκριες

Αποκριές [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || Αμοργός, Ζάκυνθος, Ηλεία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κρήτη, Κύθηρα, Κύπρος, Σίλλη* || Απόκριες

αποκριεύγω || Κουβούκλια* || αποκρεύω

αποκριζάμενος || Κέρκυρα || απολογούμενος

αποκριζάμενος || Ζάκυνθος || υπεύθυνος

αποκριζάμενος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αυτεξούσιος

αποκρίνομαι [Germano 1622] || δημοτική || Κάρπαθος, Λακωνία, Μάνη || απαντώ

αποκρίνουμαι [Βλαστός 1931] || απαντώ

αποκριούνου || Τσακωνιά || αποκρεύω

αποκρισαρεύω [Βλάχος 1659] || πρεσβεύω

αποκρισάρης [Corona Preciosa 1527] || πρέσβης

αποκρισάρης [Portius 1635] || δημοτική || Κύπρος || αγγελιοφόρος

αποκρισάρης [Somevera 1709] || Κύπρος, Νίσυρος || απεσταλμένος

αποκρισαρία [Βλάχος 1659] || πρεσβεία

αποκρισάριος || Κωνσταντινούπολη || απεσταλμένος

αποκρισάριος [Meursius 1614] || Ζάκυνθος || αγγελιοφόρος

αποκρισάτορας [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αγγελιοφόρος

Αποκρίσε || Τσακωνιά || Απόκριες

απόκριση [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || Κάρπαθος, Κύπρος, Μάνη, Μεσσηνία, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Τσακωνιά || απάντηση

αποκρισιάρης [Somavera 1709] || απεσταλμένος

αποκρισιάρης [Κοντόπουλος 1903] || πρέσβης

αποκρισιάρης [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αγγελιοφόρος

αποκρίσκομαι || Οινόη* || απαντώ

αποκριώννω || Νίσυρος || αποκρεύω

αποκριώνω || Μύκονος || αποκρεύω

αποκριώνω [Βλάχος 1659] || ψυχω

αποκροσιάρης || Καστελλόριζο || προξενητής

αποκρουστικός || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ζαμπάρκουδο || αποκρουστικός

απόκρουφα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόκρυφα

απόκρουφος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόκρυφος

αποκρυαίνω || Κύπρος || απογοητεύομαι

αποκρυαίνω || Χίος || κρυώνω

αποκρυαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπαγώνω

αποκρυανίσκω || Μάνη || κρυώνω

αποκρύβγκω || Κάρπαθος || αποκρύπτω

αποκρύβω || Κάρπαθος || αποκρύπτω

αποκρυγαίνω || Κρήτη || κρυώνω

αποκρυγαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπαγώνω

απόκρυος || Ζάκυνθος || ξεπαγωμένος

αποκρύπτω || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποκρύβγκω, αποκρύβω, αποκρύφτω, αποσεπαίνω, απουκρύβου || αποκρύπτω

απόκρυσμα || Τσακωνιά || απόπλυμα

απόκρυφα || λόγιο || απόγκζουφα, απόκουρφα, απόκρουφα || απόκρυφα

απόκρυφος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απόκουρφος, απόκρουφος || απόκρυφος

αποκρύφτω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκρύπτω

αποκρώννω || Κάρπαθος || αποκρεύω

απόκσυσμα || Τσακωνιά || απόπλυμα

αποκτάω [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αποκτώ

αποκτενίδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποχτενίδι

απόκτημα || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ακίστο, ακουΐστα, ακουΐστο, απότστιν, απόχτημα, απόχτιν, απόχτιο, γκίστο, κίστο || απόκτημα

αποκτημένος || δημοτική || ακιστάδος, ακίστος, ακουστάδος, αποχτημένος, εκουιστάδος || αποκτημένος

απόκτυπος || Άνδρος || καρδιοχτύπι

αποκτύπου || Μύκονος || καρδιοχτύπι

αποκτυπώ [Somavera 1709] || αποχτυπώ || αποκτυπώ

αποκτώ [Portius 1635] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || Buck List 11.16 | Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | αγκιστάρω, ακβιστάρω, ακιστάρω, αποκτάω, απολίβγκομαι, αποτάζω, αποτάσω, απουτάζου, απουτάσου, απουχτάου, απουχτένου, απουχτώ, αποχκίζου, αποχτάω, αποχταίνω, αποχτήνω, αποχτού, αποχτώ, εγκιστάρω, ποτάζω, ποτάσω, ποχτάου || αποκτώ

αποκυλάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκυλώ

αποκυλίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κυλώ

αποκυλώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκυλώ || αποκυλώ

αποκυλώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κυλώ

αποκυρτίζομαι || Ικαρία || ανακλαδίζομαι

απόκωλα || Αυλωνάρι || όπισθεν

απόκωλα || Κρήτη, Μύκονος || παράμερα

απόκωλος || Κρήτη || απομακρυσμένος

απόκωλος || Κρήτη || παράμερος

αποκωλώνω || απόκωλος || εξαφανίζομαι

αποκωλώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπατώνω

αποκωρομένο || Αρκαδιά, Ηλεία || φίδι

αποκωφούκου || Τσακωνιά || αποκουφαίνω

απόλα || Λάρισα || ελευθερία

απολαβαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κερδίζω

απολαβή [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κάρπαθος, Ρόδος, Σινασός*, Σωζόπολη*, Χίος || κέρδος

απολάβι || Ινέπολη* || ψίχα

απολάγκαδο || Προποντίδα* || λαγκαδάκι

απολάδ || Κοτύωρα*, Σαμψούντα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ψίχα

απολάδιν || Κερασούντα* || ψίχα

απολαλού || Τσακωνιά || ξεθεώνομαι

απολαλώ [Λεξικό Δημητάκου 1933] || δημοτική || βροντοφωνάζω

απολαλώ [Λεξικό Δημητάκου 1933] || δημοτική || φλυαρώ

απολαλωμένος || Οινόη* || αμίλητος

απολαμβάνω || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || Βασικό Λεξιλόγιο ΚΝΕ 1962 | αποχαίρομαι, θαραπάβουμι, θαραπέβουμι, ξαραθυμώ, ξεραθυμάω, πολαβαίνω, ρέμπομαι, ρέπομαι || απολαμβάνω

απολαμπή [Λεξικό Δημητάκου 1933] || δημοτική || αναλαμπή

απολαμπίδα [Λεξικό Δημητάκου 1933] || δημοτική || αναλαμπή

απολαμπίδα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ακτινοβολία

απολαμπίδα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || λάμψη

απόλαμπρα [Somavera 1709] || δημοτική || Αιτωλοακαρνανία, Ηλεία, Θεσπρωτία, Κερασούντα*, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Μεσσηνία, Παξοί, Τραπεζούντα* || απόπασχα

απολαναρίδα [Βλαστός 1931] || απολαναρίδα

απολαναρίδι [Βλαστός 1931] || δημοτική || απολαναρίδα, αποξανίδι || απολαναρίδι

απολάου || Ηλεία || αμολώ

απολαργάρω || Κάρπαθος, Τήλος, Χίος || απομακρύνομαι

απολαργέρω || Κάρπαθος, Κασος || απομακρύνομαι

απολαργέρω || Κάσος || απομακρύνω

απολαργκέρω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

απολαρησιά || Κέρκυρα || ελευθερία

απολαρτός || Κέρκυρα || ελεύθερος

απολάρω || Κρήτη || αμολώ

απόλαφρα || Ηλεία || ελαφρά

απολάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Λακωνία, Πάργα || αμολώ

απολέγω || Κύπρος || αναιρώ

απολέθω || Κρήτη || απαλέθω

απολειπέγγου || Τσακωνιά || λείπω

απολείπου || Μάνη, Τσακωνιά || λείπω

απολείπω || Θήρα, Κάρπαθος, Νάξος || λείπω

απολείπω || Κέρκυρα || ξεφεύγω

απολείπω || Ηλεία || τελειώνω

απολείτουργα || & Ζάκυνθος, Θήρα, Ικαρία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κύθηρα, Παξοί, Τσακωνιά, Χαλδία* || απολείτουργα

απολείτουργα [Germano 1622] || δημοτική || μετά τη λειτουργία: απολείτουργκα, απολείτουργο, απολείτρια, απολείτρουγα, απολείτρουγο, απολούτουργα, απολούτρουα, απολούτρουγα, απουλείτουργα, απουλείτρουα, απουλείτρουγα, πολείτουργα, πολούτουρκα || απολείτουργα

απολειτουργάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απολειτουργώ

απολείτουργκα || Κάρπαθος || απολείτουργα

απολείτουργο || Αρκαδία || απολείτουργα

απολειτουργώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απολειτουργάω, απολειτριώ, απολειτρουγάω, απουλτουργώ, απολουτρουγώ, απολουτρουώ, απολουτροώ, απολτρουώ, πολουτουργώ, πολουτρουώ || απολειτουργώ

απολείτρια || Κάρπαθος || απολείτουργα

απολειτριώ || Κάρπαθος || απολειτουργώ

απολείτρουα || Κύθνος || απολείτουργα

απολείτρουγα || Κεφαλονιά, Κρήτη, Μεσσηνία || απολείτουργα

απολειτρουγάω || Κεφαλονιά || απολειτουργώ

απολείτρουγο || Μεσσηνία || απολείτουργα

απολειφάδι || & Άνδρος, Αρκαδία, Ηλεία, Κεφαλονιά, Κύθηρα, Λακωνία, Μεσσηνία, Μύκονος, Παξοί, Σύρος, Τρίγλια*, Τσακωνιά, Χίος || απολειφάδι

απολειφάδι [Legrand 1882] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || υπόλειμμα σαπουνιού: απομεινάρι σαπουνιού: απιπλάκ, αποβλειχάδι, αποβλείχαδο, απογλείμιδο, απογλειφάδι, απογλειφάιδι, απογλειφίδι, απογλίμ, απογλίσμ, απόγλισμαν, απογλίσμιν, απολείφαδο, απολειφάιν, απολειφάρι, απολείφιν, απολειχάδι, απολφάδ, απολφάδ, αποπλειχάδι, αποσαπουνίδα, αποσαπουνίδι, αποσάπουνο, απουλφάδ, απουπλάκ, απουσάπνου, αποχλειφάδι, αποχλειφάιδι, πελειφάδι, πιπλάκ, πολειφάδ, πολειφάδα, πολειφάδι, πολειφάδιν, πολειφάι, πολειφάιν, πολειχάδα, πελουφάι, πολφάδ, πουλφάδ, πουπλάκ || απολειφάδι

απολείφαδο || Αμοργός || απολειφάδι

απολειφάιν || Κάρπαθος || απολειφάδι

απολειφάρι || Κρήτη || απολειφάδι

απολειφαώννω || Κάρπαθος || λειαίνω

απολείφιν || Κερασούντα* || απολειφάδι

απολειχάδι || Μάνη || απολειφάδι

απολείψιμο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || έλλειψη

απολέκω || Κοτύωρα* || αμολώ

απόλεμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ειρηνικά

απολέμητε || Τσακωνιά || απολέμητος

απολέμητος [Somevera 1709] || δημοτική || απολέμητε || απολέμητος

απόλεμος || λόγιο || άκαπνος || απόλεμος

απόλεμος || Ρόδος || υπόνομος

απολένω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Δέλβινο, Πωγώνι || αμολώ

απολεπιδάζω || Κοτύωρα*, Χαλδία* || ξεφλουδίζω

απολεπιδίζω || Σάντα*, Χαλδία* || ξεφλουδίζω

απολέρνω || Κέρκυρα, Κρήτη, Παξοί || αμολώ

απολεσμονού || Τσακωνιά || ξεχνώ

απολέω || τελειώνω τον λόγο μου: απολίω, απουλέου || απολέω

απολέω || & Κρήτη, Κύπρος, Κως, Νάξος || απολέω

απολησμονάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεχνώ

απολησμονημένος [Βλαστός 1931] || δημοτική || ξεχασμένος

απολησμόνηση || Κύπρος || λησμονιά

απολησμονησιά || Μάνη || λησμονιά

απολησμονιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος || λησμονιά

απολησμονιάρης || Κάρπαθος || ξεχασιάρης

απολησμοννιάρης || Νίσυρος || ξεχασιάρης

απολησμονοβότανο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || φανταστικό βότανο: απολησμονοχόρταρο, αρνοβότανο, λησμονοβότανο, της άρνας το βοτάνι, της αρνησιάς το χόρτο || απολησμονοβότανο

απολησμονού || Σκύρος || ξεχνώ

απολησμονοχόρταρο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απολησμονοβότανο

απολησμονώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ήπειρος, Κάρπαθος, Κάσος, Κρήτη, Κύπρος, Λευκάδα, Μύκονος, Νάξος, Χίος || ξεχνώ

αποληταράζω || Χαλδία* || ξετυλίγω

αποληψιά || Κως || υπόληψη

αποληώρα || Λευκάδα || πρωτύτερα

απολίανος || Σύμη, Χάλκη || δεντρολίβανο

απολίβγκομαι || Κάρπαθος || αποκτώ

απόλιγα || Κύθηρα || λιγοστά

απόλιγα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || λίγο-λίγο: απολιγού || απόλιγα

απολιγαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || λιγοστεύω

απολιγαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αδυνατίζω

απολιγιάς || Κρήτη || σπάνια

απολίγο || Κρήτη || παραλίγο

απόλιγο || Κέρκυρα || παραλίγο

απολιγού || απόλιγα

απολιγού || Κρήτη || λιγότερο

απολίγου || Κρήτη || σπάνια

απολιγούμαι || Κοτύωρα* || ξελιγοθυμώ

απολιγώνω || Κοτύωρα* || ξελιγοθυμώ

απολιέμαι || Ηλεία || αμολιέμαι

απόλιθα || Σάντα* || αποκοσκινίδια

απολιθώνομαι || λόγιο || αναμαρμαρώ, αναμαρμαρώνω || απολιθώνομαι

απολιθώνω || λόγιο || αποστρακώνω || απολιθώνω

απολιμένω || Κάρπαθος || περιμένω

απολίμη || Σινασός* || πατητήρι

απολιμπίζομαι || Κάρπαθος || λιμπίζομαι

απολιπίζομαι || Πάργα || απελπίζομαι

απολιχνίζου || Τσακωνιά || απολιχνίζω

απολιχνίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || τελειώνω το λίχνισμα: απεβορίζω, αποβορίζω, απολίχνισμα || απολιχνίζω

απολίω || Κως || απολέω

απολιώρα || Κέρκυρα, Παξοί || πριν

απολιώρα || Κύθηρα || προηγουμένως

απολιώρας || Πάργα || πριν

απολλαπλασίαστος || αβγάτιστος || απολλαπλασίαστος

απολλησμονώ || Κύπρος || ξεχνώ

απολλιώννω || Κύπρος || ξελιποθυμώ

απολνάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αμολώ

απολνίσκω || Στενήμαχος* || αμολώ

απολνώ [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || αμολώ

απολογάω || Καλαβρία || απαντώ

απολόγερα || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || τριγύρω

απολογέω || Καλαβρία || απαντώ

απολογητιός || Κύπρος || απολογούμενος

απολογία || Κερασούντα*, Χαλδία* || απάντηση

απολογία || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αλεγκατίβα || απολογία

απολογιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος, Κως || απάντηση

απολογιάζω || Κύπρος || απαντώ

απολογιάζω || Κύπρος || διώχνω

απολογιάζω || Ζάκυνθος || υπολογίζω

απολογιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || λογαριάζω

απολογιέμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κονίστρες, Λακωνία, Παξοί || απαντώ

απολογίζζομαι || Καλαβρία || απαντώ

απολογίομαι || Οινόη* || απαντώ

απολογιόμαι [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || Κέρκυρα, Κύθηρα, Παξοί || απαντώ

απολογιούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || απαντώ

απολογίτζομαι || Καλαβρία || απαντώ

απολογίτζω || Καλαβρία || απαντώ

απόλογος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || συμπέρασμα

απολογούμαι [Portius 1635] || δημοτική || Κύπρος, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απαντώ

απολογούμενος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποκριζάμενος, απολογητιός || απολογούμενος

απολογώμαι || Καλαβρία || απαντώ

απολόερα || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || τριγύρω

απολόετος || Οινόη* || απερίσκεπτος

απολόημα || Κέρκυρα || απάντηση

απολόητος || Κύπρος || αναπολόγητος

απολοΐα || Ινέπολη* || απάντηση

απόλοιπος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη || υπόλοιπος

απολόοητος || Κύπρος || αναπάντητος

απόλοος || Κύπρος || απάντηση

απολοούμαι || Κύπρος || απαντώ

απολός || Κύπρος || παραφυάδα

απολού || Τσακωνιά || αμολώ

απολουγυρίζου || Λέσβος || παρακάμπτω

απολούζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απολούζω

απολούμαι || Ινέπολη* || απαντώ

απολουσιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απολουσίδι

απολουσίδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || το βρόμικο νερό μετά το λούσιμο: απολουσιά, απόλουσμα || απολουσίδι

απόλουσμα [Deheque 1825] || δημοτική || απολουσίδι

απολούτουργα || Κρήτη || απολείτουργα

απολούτουρκα || Κύπρος || απολείτουργα

απολούτρουα || Θήρα, Σίφνος || απολείτουργα

απολούτρουγα || Κρήτη, Τραπεζούντα*, Τσεσμέ*, Χαλδία* || απολείτουργα

απολουτρουγώ || Κρήτη || απολειτουργώ

απολουτρουώ || Θήρα || απολειτουργώ

απολουτροώ || Μύκονος || απολειτουργώ

απολουφάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || λουφάζω

απολουχαίνω || Χίος || χλιαραίνω

απολούω [Deheque 1825] || δημοτική || τελειώνω το λούσιμο: απολούζω || απολούω

απολοχούδι || Ινέπολη || νεογνό

απολπερωμή [Βλάχος 1659] || συμπλήρωση

απολπίζομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Μύκονος || απελπίζομαι

απολπίζου || Τσακωνιά || απελπίζω

απολπίζουμαι || Ηλεία, Μεσσηνία || απελπίζομαι

απολπίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Θήρα, Ιθάκη, Λακωνία, Μύκονος, Σκύρος, Σύρος, Χαβουτσί* || απελπίζω

απολπισά || Κρήτη || απελπισία

απολπισία || Μάνη, Μέγαρα, Μύκονος, Σύρος, Τσακωνιά || απελπισία

απολπισιά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αρκαδία, Ηλεία, Μεσσηνία || απελπισία

απολπισμένα || Αχαΐα || απελπισμένα

απολπισμένος || Μύκονος, Πάρος || απελπισμένος

απολπιστέ || Τσακωνιά || απελπισμένος

απολπιστικός || Αρκαδία || απελπιστικός

απολσιό || Κόνιτσα || ασυδοσία

απόλτους || Καστοριά || ελεύθερος

απολτρουώ || Μύκονος || απολειτουργώ

απόλτσμα || Κοζάνη || σχόλασμα

απόλυα || Τσακήλι* || ελευθερία

απολυδονάτος || Κρήτη || αδέσμευτος

απολυδονάτος || Κρήτη || αδέσποτος

απολυδονάτος || Κρήτη || αμολητός

απολυδονίζω || Κρήτη || αμολώ

απολυδονώ || Κρήτη || αμολώ

απόλυμα || Μέγαρα || βλαστάρι

απόλυμαν || Κύπρος || βλαστός

απολύομαι || Κοτύωρα* || λιώνω

απολύου || Τσακωνιά || αμολώ

απολύπηση || Κέρκυρα || απελπισία

απολυσιά || & Αρκαδία, Ήπειρος, Κορινθία, Μάνη, Παξοί, Σύρος || απολυσιά

απολυσιά [Βλαστός 1931] || δημοτική || αμουλσιά, αμπολυσιά, απουλσιά, απουλτσιά, πουλσιά || απολυσιά

απολυσιά [Γούλας 1961] || δημοτική || ελευθερία

απολυσιώνα || Μέγαρα || ελευθέρια

απολυστάρω || Λακωνία || εκσφενδονίζω

απολυσώνας [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ελευθέρια

απολυτά || Κρήτη || κέρματα

απολυτά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ελεύθερα

απολυταρά || Κρήτη || εκσφενδόνιση

απολυταρέ || Κρήτη || εκσφενδόνιση

απολυταριά || Νάξος || εκσφενδόνιση

απολυταριά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || πετριά

απολυταριάζω || Μύκονος, Πάρος || εκσφενδονίζω

απολυταριάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ελευθερώνω

απολυταριάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || πετροβολώ

απολυταριές || Νάξος || παρόλες

απολυταρίζω || Κύθηρα || εκσφενδονίζω

απολυταρίχνω || Κρήτη || εκσφενδονίζω

απολυταρώ || Κρήτη || εκσφενδονίζω

απολυτέ || Τσακωνιά || αμολητός

απολυτέρνω || Κρήτη || αμολώ

απολυτέρνω || Κρήτη, Κύθηρα || εκσφενδονίζω

απολυτιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ασυδοσία

απολυτιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ελευθέρια

απολυτός || Ζάκυνθος, Κρήτη || ελεύθερος

απόλυτος || Ηλεία || αμολητός

απόλυτος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ασόλουτος || απόλυτος

απολυτός [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || Ζάκυνθος, Ηλεία, Κάρπαθος, Κρήτη || αμολητός

απολυώ || Τσακήλι* || αμολώ

απολυώ || Κάρπαθος || αποστέλλω

απολύω || Ηλεία, Τρίγλια* || αμολώ

απολύω || Κάρπαθος || αποστέλλω

απολφάδ || Μύκονος, Πάρος || απολειφάδι

απολώ || Βάτικα*, Κουβούκλια*, Νίσυρος || αμολώ

απολωλαίνομαι [Somavera 1709] || δημοτική || αποτρελαίνομαι

απολωλαίνου || Σκύρος || αποτρελαίνω

απολωλαίνω [Somavera 1709] || δημοτική || αποτρελαίνω

απολωλλαίνω || Κάρπαθος || αποτρελαίνω

απόλωλος [Βλαστός 1931] || θεότρελος

απόλωλος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποτρελαμένος

απολωλώνω || Λακωνία || αποτρελαίνω

απολωνεύγω || Κρήτη || απαλωνίζω

άπομα || Προποντίδα* || σπρώξιμο

απομαγκουρώνω || Κρήτη || ξεπαγιάζω

απομαζεύω || δημοτική || απομαζούκου, απομαζώνω, αποσυνάζω, απουμαζώνου || απομαζεύω

απομαζούδι || Νάξος || απομάζωμα

απομαζούκου || Τσακωνιά || απομαζεύω

απομάζουμα || Τσακωνιά || απομάζωμα

απομάζωμα || & Άνδρος, Κρήτη, Παξοί, Μάνη, Σύρος, Χίος || απομάζωμα

απομάζωμα [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || απομαζούδι, απομάζουμα, απουμάζουμα || απομάζωμα

απομαζώματα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ζάκυνθος || σκουπίδια

απομαζώνω || δημοτική || απομαζεύω

απομαθαίνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεμαθαίνω

απομαθάνω || Κοτύωρα* || ξεμαθαίνω

απομάθεμαν || Τραπεζούντα || ξεμάθημα

απομαθθαίννω || Καλαβρία || ξεμαθαίνω

απομαθίζω || Κοτύωρα* || ξεμαθαίνω

απομακρά || Αραβανί*, Κερασούντα*, Σάντα* || μακρόθεν

απόμακρα || & Ηλεία, Κάρπαθος, Κύθηρα || απόμακρα

απόμακρα || Αρκαδία, Λακωνία, Όφις*, Σάντα*, Χαλδία* || μακρόθεν

απόμακρα [Meursius 1614] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || αλαργοπά || απόμακρα

απομακράζω || Όφις* || απομακρύνω

απομάκραιμα [Somavera 1709] || ξεμάκρεμα

απομακραιμός [Somavera 1709] || ξεμάκρεμα

απομακραίνω [Germano 1622] || απομακρύνω

απομακραίνω [Somavera 1709] || ξεμακραίνω

απομάκρεμα [Portius 1635] || απομάκρυνση

απομακρίζω || Κύπρος || απομακρύνω

απομακρινός [Βλαστός 1931] || ακριανός

απόμακρος [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || ακριμιός, απόδιαβος || απόμακρος

απομάκρουλο || Θήρα || μακρόστενο

απομάκρουλος [Βλαστός 1931] || δημοτική || μακρουλός

απομακρύνομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || ααργάρω, αλαργαρεύγω, αλαργαρίζου, αλαργάρου, αλαργάρω, αλαργέγκου, αλαργέγκουω, αλαργκέγκουω, αλαργένω, αλαργέρνου, αλαργέρνω, αλαργέρω, αλαργιάρω, αλαργκέρνω, αλαργκεύγκω, αλαργεύγου, αλαργεύγω, αλαργεύου, αλαργεύω, αλαργκέρω, αλεργκέρω, αλαργοπατώ, αλαργούνου, αλαργώνω, αλαρκάρω, αλασγαρίζου, αλασγέρνου, αναργεύω, απαλαργάρω, απαλαργέρω, απαλαργκέρω, αποκολεύγω, αποκολώνω, απολαργάρω, απολαργέρω, απολαργκέρω, αποστρέφω, αποφύου, λαγρέρω, λαργάρω, λαργέρνω, λαργέρω, λαργεύγω, λαργεύω, λαργκαρίζζω, λαργκέβιω, λαρζέρνω, λασγαρεύου, λασγαρίζου, ξαλαργάρω, πολαρζέρνω, σκορέρνω || απομακρύνομαι

απομάκρυνση || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αλαγάρσμα, αλαργάρισμα, αλάργεμα, αλάργεψη, αλάσγαρμα, αλασγάρσμα, απόβγαρμαν, απομάκρεμα, ξεπλατυσμός || απομάκρυνση

απομακρύνω || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αγκολάω, απολαργέρω, απομακράζω, απομακραίνω, απομακρίζω, αποξενώνω || απομακρύνω

απομακρυσμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αλαργαρισμένος, αλαργεμένος, αλαργιμένους, απόκωλος || απομακρυσμένος

απομάλλι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόμαλλο

απομαλλίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόμαλλο

απόμαλλο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκούρι, αποκουρίδι, απομαλίδι || απόμαλλο

απομανικούμαι || Σάντα* || ανασκουμπώνομαι

απομανίκωμαν || Σάντα* || ανασκούμπωμα

απομαραγκιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομαραίνομαι

απομαραίνομαι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || μαραίνομαι εντελώς: απομαραγκιάζω || απομαραίνομαι

απομαραίνου || Τσακωνιά || απομαραίνω

απομαραίνω [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || απομαραίνου || απομαραίνω

απομαργκόνομαι || Κάρπαθος || ξεπαγιάζω

αποματταίννω || Καλαβρία || ξεμαθαίνω

απομαυρίζει || Κρήτη || συννεφιάζει

απομαυρίζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || μαυρίζω εντελώς: απομαυρίντζω || απομαυρίζω

απομαυρίντζω || Κάρπαθος || απομαυρίζω

απόμαχος || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απόεργκος || απόμαχος

απομεθύγω || Σάντα*, Χαλδία* || ξεμεθώ

απομεθύζω || Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεμεθώ

απομεθώ || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεμεθώ

απομεινάδι [Ηπίτης 1908] || δημοτική || απομεινάρι

απομεινάδια [Deheque 1825] || απομεινάρια

απομεινάρ || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απομεινάρι

απομεινάρης || Κρήτη || υπόλοιπος

απομεινάρης [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επιζήσας

απομεινάρης [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || επιζών

απομεινάρι || Θεσπρωτία, Κρήτη || αποφάγι

απομεινάρι [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || απογιαλεγούδι, απογιαλεγούρι, αποδιαλέγι, αποδιάλεγμα, αποδιαλεούδι, αποδιαλέουδο, αποδιαλέουρο, αποκατίδι, απομεινάδι, απομεινάρ, απομεινάριν, απομενάρ, απομονάδιν, απομονάρι, απομονάριν, αποντηρίδι, απουδιαλίδιν, απουδιαλόγ, απουμνάρ || απομεινάρι

απομεινάρια [Βλαστός 1931] || συχν. εμφ. 4 || αποδιαλέγουρα, αποδιαλεούδια, αποδιαλέουρα, αποδιαλεούρια, απομεινάδια, αποσώρια || απομεινάρια

απομεινάρικος || Κρήτη || υπόλοιπος

απομεινάριν || Κάρπαθος, Κερασούντα* || απομεινάρι

απομεινίσκω || Κύπρος || μένω

απομεινίσκω || Κύπρος || περιμένω

απομεινίσκω || Κύπρος || υπομένω

απομενάρ || Τραπεζούντα* || απομεινάρι

απομενάρης || Κρήτη || υπόλοιπος

απομενάρης [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επιζήσας

απομενάρικος || Κρήτη || υπόλοιπος

απομένου || Λέσβος || υπομένω

απομένω || & Αμοργός, Αρκαδία, Αχαΐα, Θεσπρωτία, Θήρα, Ινέπολη*, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κάρυστος, Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Κρήτη, Οινόη*, Όφις, Σαμψούντα*, Σινασός*, Τραπεζούντα*, Χαλδία*, Χίος || απομένω

απομένω || Κοτύωρα* || κουράζομαι

απομένω || Καλαβρία, Κύπρος, Χίος || υπομένω

απομένω [Germano 1622] || δημοτική || ααπομίκω, απομινέσκω, απομνήσκω, απουμένου, πομένου, πομένω, πομίκω || απομένω

απομένω [Somevera 1709] || Καλαβρία, Κύθηρα || περιμένω

απομένω [Somevera 1709] || Κέρκυρα, Κύθηρα || υποφέρω

απόμερα [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || ανάχωρα, απάμερα, απόγυρα, απόμιρα, απόσκοντα || απόμερα

απόμερε || Τσακωνιά || απόμερος

απόμερος [Βλαστός 1931] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || ανάχωρος, απάμερε, απόγιουρος, απόγκωνος, απόγυρος, απόγωνος, απόζερβος, απόζιρβους, απόκαφτος, απόμερε, απόμιρους || απόμερος

απομερώνω || Κάρπαθος || εξημερώνω

απομέσα || & Αχαΐα, Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Κίμωλος || απομέσα

απομέσα || Κρήτη || εντόσθια

απομέσα || Κάρπαθος || μέσα

απομέσα [Βλάχος 1659] || δημοτική || αομέσα, αουμέσα, απαπές, απαπέσω, απέσω, απμέσα, απομεσαθιό, αποπές, αποπέσου, αποπέσω, απαππεσσωθιόν, απιμέσα, αποπισκές, αποππέσσω, αποππεσσωθιόν, αποππεσσωθκιόν, αποτάσου, απουμέσα, απουπές, αππέσσω, αππεσωθκιόν, αππόσσω, παπέσσω, πιπές, ποππέσσω, ποππεσσωθκιόν, πόσσω, ταπέσου || απομέσα

απομεσαθιό || Κρήτη || απομέσα

απομεσήμερα || & Δαρδανέια, Θήρα, Κάρπαθος, Κρήτη, Κύθνος, Λευκάδα, Μήλος, Μύκονος, Νάξος, Τραπεζούντα* || απομεσήμερα

απομεσήμερα [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || απουμισήμιρα || απομεσήμερα

απομεσημέρι [Somevera 1709] || απομεσήμερο

απομεσημεριάτικος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομεσημερινός || απομεσημεριάτικος

απομεσημερινός [Somavera 1709] || απομεσημεριάτικος

απομεσήμερο || & Ζάκυνθος, Ηλεία, Μεσσηνία, Μάνη || απομεσήμερο

απομεσήμερο [Βλαστός 1931] || δημοτική || απομεσημέρι, απομεσήμερον, ικιντιντέ || απομεσήμερο

απομεσήμερον || Κερασούντα* || απομεσήμερο

απομεσιανά || Μέγαρα || εσώρουχα

απομεσικά || Κρήτη || εντόσθια

απομεσινά || Χίος || εσώρουχα

απομεσινός || Μάνη || εσωτερικός

απομεσόρουχο || Κρήτη || μεσοφόρι

απομεσούδια || Κρήτη || εντόσθια

απομετράω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απομετρώ

απομετρώ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || τελειώνω το μέτρημα: απομετράω || απομετρώ

απόμημα || Θεσπρωτία || αποφάγι

απομίας || Κύθηρα || μεμιάς

απομίκρας || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || παιδιόθεν

απομικροθέας || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || παιδιόθεν

απομικρόθεν || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || παιδιόθεν

απομικροθίας || Κερασούντα* || παιδιόθεν

απομικροθίς || Τραπεζούντα* || παιδιόθεν

απόμικρος || Άνδρος, Κύθνος, Νάξος, Πάρος, Σέριφος, Σύρος || μικρούτσικος

απόμικρος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || μικροσκοπικός

απομικροτές || Οινόη* || παιδιόθεν

απομίκω || Δέλβινο || απομένω

απομιλίδα || Οινόη* || στρίφωμα

απομιλίζω || στρίφωμα

απομινέσκω || Μάνη || απομένω

απόμιρα || Σάμος || απόμερα

απόμιρους || Καρδίτσα, Σάμος || απόμερος

απομισμένος || Μέγαρα || μισοπεθαμένος

απομνά || Χίος || αποδώ

απομνήσκω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομένω

απομοιράζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μοιράζω

απομοιράντζω || Κάρπαθος || διεκδικώ

απομονάδιν || Κύπρος || απομεινάρι

απομονάρης [Βλάχος 1659] || υπόλοιπος

απομονάρης [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || επιζών

απομονάρι || Ρόδος || απομεινάρι

απομονάριν || Κάρπαθος, Ρόδος || απομεινάρι

απομόναχο || Τσακωνιά || ολομόναχος

απομοναχός || Κύθηρα || μοναδικός

απομονάχος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ολομόναχος

απομοναχός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ολομόναχος

απομόναχος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ολομόναχος

απομονετικά || υπομονετικά

απομονετικός [Βλάχος 1659] || Κρήτη || υπομονετικός

απομονεύγκω || Κάρπαθος || υπομονεύω

απομονεύγομαι || Άνδρος || υπομονεύω

απομονεύγω || Κρήτη || υπομονεύω

απομονεύομαι || Κρήτη || υπομένω

απομονή || Κως || αγαύη

απομονή [Βλάχος 1659] || δημοτική || Αμοργός, Άνδρος, Βουρλά*, Ζάκυνθος, Κάρπαθος, Κέρκυρα, Κρήτη, Κύπρος, Κως, Μύκονος, Νίσυρος, Ρόδος, Σύμη, Χάλκη, Χίος || υπομονή

απομονητικά || Κύπρος || υπομονετικά

απομονητικός || Κύπρος || υπομονετικός

απόμονος || δημοτική || απομονωμένος

απόμονος || Ρόδος || αργός

απομονωμένος || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || απόμονος || απομονωμένος

απομόνωση || λόγιο || συχν. εμφ. 4 || απομονωσιά || απομόνωση

απομονωσιά || Ζάκυνθος || απομόνωση

απομουθλώννω || Κάρπαθος || κατσουφιάζω

απόμουνους || Σκόπελος || υπομονετικός

απομουντίζει || Κρήτη || σκοτεινιάζει

απομουντώνει || Κρήτη || σκοτεινιάζει

απομουραίνου || Λακωνία || ξεμωραίνω

απομουριά || Εύβοια || ξεμώραμα

απομουριάζω [Somavera 1709] || γκρινιάζω

απομουριάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μουτρώνω

απομουριάρης [Somavera 1709] || γκρινιάρης

απομουριαριά [Somavera 1709] || γκρινιάρα

απομούριασμα [Somavera 1709] || γκρίνια

απομουρίζω || Κρήτη || αποπαίρνω

απομουρίζω || Κρήτη || καμπουριάζω

απομουρλαίνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποτρελαίνω

απομουροσύνη || Εύβοια || ξεμώραμα

απομουρωμένος || Κύθηρα || θυμωμένος

απομουρωμένος || Εύβοια || ξεμωραμένος

απομουρώνω || Νάξος || μουτρώνω

απομουσκαρώνει || Κρήτη || συννεφιάζει

απομουσκεύω || Νάξος || μουσκεύω

απομουτσουνιάζω || Κρήτη || μουτρώνω

απομουτσουνίζω || Κρήτη || μουτρώνω

απομουττομένος [Meursius 1614] || μουτρωμένος

απόμουχρο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || δειλινό

απομπαίνου || Τσακωνιά || φτάνω

απομπαίνω || Θήρα || εισβάλλω

απομπαίνω [Βλαστός 1931] || μπουκάρω

απομπαΐχου || Τσακωνιά || αποκοιμίζω

απομπαλού || Τσακωνιά || αποκοιμούμαι

απομπάνου || Τσακωνιά || εξαφανίζω

απομπάνου || Τσακωνιά || τελειώνω

απομπαρκαρίζω [ΙΛΝΕ 1939] || αποβιβάζω

απομπατέ || Τσακωνιά || αποκοιμισμένος

απόμπευτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αδιαπόμπευτος

απομπίτι || Μεσσηνία || εντελώς

απόμπιωμα || Κάρπαθος || απόπιμα

απομπλαΐχου || Τσακωνιά || αποκοιμίζω

απομπλεμένος || Κρήτη || πεθαμένος

απομπορώ [ΙΛΝΕ 1939] || μπορώ

απομπού || Τσακωνιά || αποκοιμούμαι

απομπούκι || Κρήτη || αποφάγι

απομπούκια || Κρήτη || αποφάγια

απομπουκίδι || Κρήτη || αποφάγι

απομπουνταλιάζω || Κρήτη || αποβλακώνομαι

απομπρό || Καππαδοκία* || απομπρός

απομπρόθε || Κεφαλονιά || απομπρός

απομπρός || & Ζάκυνθος, Ίος, Κάρπαθος, Κρήτη, Νάξος || απομπρός

απομπρός || Κάρπαθος || μπροστά

απομπρός [Du Cange 1680] || αομπρός, αομπρόσε, αουμπρός, απέμπρ, απέμπρα, απεμπρός, απεμπροστά, απέμπρου, απεμπρουστά, απέμρ, απιμπρός, απομπρό, απομπρόθε, απομπροστά, απομπρώς, απουμπρός, αποπουρτέσε, απουμπρουστά, απουομπρός, πομπρός, πουμπρός || απομπρός

απομπροστά [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || απομπρός

απομπροστινός [Somavera 1709] || μπροστινός

απομπρώς [Portius 1635] || απομπρός

απόμυξα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || μύξα

απομυξιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομυξιάζω, απομυξίζω || ξεμυξιάζω

απομυξίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμυξιάζω

απομύρωμα [Deheque 1825] || δημοτική || μύρωμα

απομυρώνω || Κρήτη || μυρώνω

απομύσομαι || Ικαρία || ξεμυζιάζομαι

απομυττίζω || Κάρπαθος || επιπλήττω

απομυτώ || Χίος || σκοντάφτω

απομύχτομαι || Ικαρία || ξεμυζιάζομαι

απομωραίνομαι || Σύρος || ξεμωραίνομαι

απομωραίνου || Τσακωνιά || ξεμωραίνω

απομωραίνω [Deheque 1825] || δημοτική || Ήπειρος, Κέρκυρα || ξεμωραίνω

απομώραμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμώραμα

απομωραμάρα || Ήπειρος || ξεμώραμα

απομωραμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμωραμένος

απομώραση || Ζάκυνθος || ξεμώραμα

απομωρία || Βιθυνία* || ξεμώραμα

απομώρια [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Θεσπρωτία, Λακωνία || ξεμώραμα

απομώρια [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απομώρια, απομωρίλα || χάζεμα

απομωριάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Θεσπρωτία || ξεμωραίνω

απομωρίλα || Κορινθία, Μάνη || ξεμώραμα

απομωρίλα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || χάζεμα

απόμωρον || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || βρέφος

απόμωρος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεμωραμένος

απόμωρος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || χαζός

απομώρωμα || Νάξος || ξεμώραμα

απομωρωμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεμωραμένος

απομωρωμός || Νάξος || ξεμώραμα

απομωρώνομαι || Λακωνία || ξεμωραίνομαι

απομωρώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Νάξος || ξεμωραίνω

απομώρωση || Κεφαλονιά, Νάξος || ξεμώραμα

απόν || Θήρα || αφού

απονά || Χίος || αποδώ

άπονε || Τσακωνιά || άπονος

απονεαίννω || Κάρπαθος, Κάσος, Κως || τελειώνω

απονεαίνω || Νίσυρος || αποτελειώνω

απονεγκάζω || Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα* || ξεκουράζω

απονεγκάσκουμαι || Κοτύωρα* || ξεκουράζομαι

απονέθω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογνέθω

απονέιρα || Μάνη || απόνερα (πλυσίματος)

απονέκρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απονέκρωση

απονέκρωση || λόγιο || απονέκρα || απονέκρωση

απόνεμα || Κρήτη || έχθρα

απονέματα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || βρισιές

απονεμιά || Μεσσηνία || απάγκιο

απόνερα || & Σύρος, Χίος || απόνερα (πλυσίματος)

απόνερα [Γούλας 1961] || δημοτική || πλυσίματος: απονέιρα, απονέρια, απόννερα, απουνέρια, πόνερα || απόνερα (πλυσίματος)

απόνερα [Ηπίτης 1908] || δημοτική || πλοίου: απονέρια, απόνιρα, απόννερα, πόνερα || απόνερα (πλοίου)

απονέρια || δημοτική || Κέρκυρα || απόνερα (πλυσίματος)

απονέρια [ΙΛΝΕ 1939] || απόνερα (πλοίου)

απόνερου || Τσακωνιά || απόβροχα

απονερουλιάζω || Ζάκυνθος || ξεμωραίνομαι

απονεσία || Μάνη || απονιά

απόνεσμα || Κρήτη || έχθρα

απονέσου || Τσακωνιά || απογνέθω

απονετάρω || Κύθηρα || τελειώνω

απόνετος || Ζάκυνθος, Κερασούντα*, Λακωνία, Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || άπονος

απόνετος [Βλάχος 1659] || δημοτική || απόνιτους || απόνετος

απονευρωσίτιδα || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || πελματιαία απονευρωσίτιδα: αλιφπάτς, λιθαροπάτι, λιθοπάτημα || απονευρωσίτιδα

απονεφαλιά || Σύμη || συννεφιά

απονεφαλιάζζω || Σύμη || συννεφιάζω

απόνηρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απονήρευτα

απόνηρε || Τσακωνιά || απονήρευτος

απονήρευος || Μύκονος || απονήρευτος

απονήρευτα [Βλάχος 1659] || δημοτική || απόνηρα || απονήρευτα

απονήρευτε || Τσακωνιά || απονήρευτος

απονήρευτος || & Ζάκυνθος, Κάρπαθος, Κεφαλονιά, Μάνη, Σύμη || απονήρευτος

απονήρευτος [Βλάχος 1659] || δημοτική || αδιαβόλευτος, αδόλευτος, αέργαστους, αμαριόλευτος, άμπλανους, ανεργάτευτε, απόνηρε, απονήρευος, απονήρευτε, απονιέρευτες, απουνήριφτους, || απονήρευτος

απονηρεψιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απονηρισιά, απονηροσύνη || απονηρεψιά

απονηρισιά [Somavera 1709] || απονηρεψιά

απονηροσύνη [Βλάχος 1659] || απονηρεψιά

Απονήστες || Αρκαδία || Απόκριες

απονία || Κερασούντα*, Τσακωνιά || απονιά

απονιά [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αλυγισιά, απονεσία, απονίγια, απόνια, απονία, απονίλα, απονοσύνη, απονοψυχιά, απουνιά, απουννιά, απουνουψχιά, ασυμπονιά, ξεροκαρδιά, σκληροσύνη || απονιά

απόνια [Somavera 1709] || απονιά

απονιάρης || Ήπειρος || άπονος

απονίβγομαι [Somavera 1709] || απονίπτομαι

απονίβγω [Somavera 1709] || απονίπτω

απονίβομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονίπτομαι

απονίβω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονίπτω

απονίγια || Κερασούντα* || απονιά

απονιέρευτες || Σκύρος || απονήρευτος

απονίλα || Μεσσηνία || απονιά

απόνιμμα || λόγιο || απονιψίδι || απόνιμμα

απονίπτομαι || λόγιο || απονίβγομαι, απονίβομαι || απονίπτομαι

απονίπτω || λόγιο || τελειώνω το νίψιμο: apon;ibgv, απονίβω, απονίφτω || απονίπτω

απόνιρα || Σάμος || απόνερα (πλοίου)

απόνιτους || Καρδίτσα || απόνετος

απόνιτους || Αδριανούπολη* || άπονος

απονίφτομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονίπτομαι

απονίφτω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονίπτω

απονιψίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόνιμμα

απονιψίιδι || Τσακωνιά || απονιψίδι

απόννερα || Νίσυρος || απόνερα (πλοίου)

απόννερα || Νίσυρος || απόνερα (πλυσίματος)

απονοικοκερά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονοικοκυρά

απονοικοκυρά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κακή νοικοκυρά: απονοικοκερά, πονοικοκυρά || απονοικοκυρά

άπονος || & Ζάκυνθος, Θήρα, Κερασούντα*, Κεφαλονιά, Λακωνία, Μάνη, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || άπονος

άπονος [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || άπονε, απόνετος, απονιάρης, απόνιτους, απονόψυχος, άπουνους || άπονος

απονοσύνη [Somavera 1709] || απονιά

απονούμαι || Κρήτη || εχθρεύομαι

απονούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || αντιπαθώ

απονούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη || απειλώ

απονοψυχιά [ΙΛΝΕ 1939] || απονιά

απονόψυχος [ΙΛΝΕ 1939] || άπονος

αποντά || Κρήτη || από

απόντα || Κρήτη, Νάξος, Σάμος || αφότου

απόνταν || Κρήτη || αφότου

απόντας || Ζάκυνθος, Θήρα, Κέρκυρα, Κρήτη, Μύκονος, Παλιά Αθήνα, Πάρος, Σάμος, Σκόπελος || αφότου

απονταώρας || Κρήτη || μόλις

απονταώρας || Κρήτη || προηγουμένως

απόντε || Κάρπαθος || ακριβώς

απόντε || Απουλία || αποδώ

απόντε || Κρήτη || αφότου

απόντεν || Κρήτη || αφότου

απόντενη || Τσακωνιά || αποτέτοιος

απόντες || Θήρα, Κύθηρα, Μάνη || αφότου

αποντηρίδι || Κύθηρα || απομεινάρι

απόντης [Somavera 1709] || αφότου

αποντιαλεούντι || Ίος || ξεδιαλεγούδι

απόντις || Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Νάξος || αφότου

απόντις || Κέρκυρα, Νάξος || αφού

απόντο || Νίσυρος || ακριβώς

αποντός || Μύκονος || αφότου

απόντος || Μύκονος || αφότου

απόντου || Κάλυμνος, Νάξος, Σάμος || ακριβώς

αποντοχή || Πάρος || ελπίδα

αποντριμονίδι || Νάξος || αποκοσκινίδι

αποντριμόνιδο || Νάξος || αποκοσκινίδι

απονυστάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κερασούντα*, Σάντα*, Χαλδία* || ξενυστάζω

απονυστάζω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || παρανυστάζω

απονύχατα || Κάρπαθος || ξημερώματα

απονύχτερος || Λακωνία, Μάνη || νυχτόβιος

απονύχτερος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Πάρος || ξενύχτης

απονυχτεύω || Τραπεζούντα* || διανυκτερεύω

απόνυχτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || νυχτιάτικος

απόνω || Σάμος || σπρώχνω

απονωρίς [Portius 1635] || δημοτική || Ζάκυνθος, Κρήτη, Νάξος || νωρίς

απόξ || Σκόπελος || απέξω

αποξαλιά || Ηλεία || σχίζα

απόξαν || Ηλεία || απέξω

αποξαναρχής [ιλνε 1939] || εξαρχής

αποξανίδι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απολαναρίδι

αποξανοίγω || Κρήτη || κοιτάζω

αποξανοίγω || Κρήτη || περιποιούμαι

αποξαρκής || Κάρπαθος, Κεφαλονιά || εξαρχής

αποξαρχής || Ζάκυνθος, Κρήτη, Κύθηρα, Μάνη, Τσακωνιά || εξαρχής

αποξεγνιάζω || Κρήτη || ξενοιάζω

αποξεγνιούμαι || Κρήτη || ξενοιάζω

αποξεγνιώ || Κρήτη || ξενοιάζω

αποξέγνοιαση || Κύθηρα || εφησυχασμός

αποξεζίχου || Τσακωνιά || αποβάλλω

αποξεθυμαίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεθυμώνω

αποξεκάνω [ΙΛΝΕ 1939] || ξεκάνω

αποξεκάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || καταστρέφω

απόξενε || Τσακωνιά || ξένος

αποξενετάρω || Κρήτη || αποτελειώνω

αποξενίζου || Μάνη || αποξενώνω

αποξενιτεύομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξενιτεύομαι

απόξενος [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Κεφαλονιά || ξένος

αποξενούκου || Τσακωνιά || αποξενώνω

αποξενύχτημα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξενύχτι

αποξενύχτι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξενύχτι

αποξενυχτίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξενυχτώ

αποξενύχτισμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξενύχτι

αποξενυχτώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξενυχτώ

αποξενώνω || Ζάκυνθος || απομακρύνω

αποξενώνω || λόγιο || αποξενίζου, αποξενούκου, ξενώνω || αποξενώνω

αποξένωση || Ζάκυνθος || εκποίηση

αποξεπουλάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεπουλώ

αποξεπουλώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεπουλώ

αποξεραίνομαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απογαβρούμαι, καρκανιάζομαι || αποξεραίνομαι

αποξεραίνω [Brighenti 1912] || δημοτική || αποτσεραίνου || αποξεραίνω

αποξεραίνω [Legrand 1882] || δημοτική || αποξηραίνω

αποξεραχούμαι || Χαλδία* || ξεκαρδίζομαι

αποξερίχου || Τσακωνιά || αποβάλλω

απόξερος [Βλαστός 1931] || δημοτική || Κερασύντα*, Τραπεζούντα* || κατάξερος

απόξερος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποξηραμένος

αποξεσκοιλιάζω || Νάξος || ξεκοιλιάζω

αποξεσταλού || Κρήτη || απογευματάκι

αποξεχάννω || Κάρπαθος || ξεχνώ

αποξεχάνου || Μάνη || ξεχνώ

αποξεχάνω [Germano 1622] || δημοτική || Σμύρνη*, Χίος || ξεχνώ

αποξέχασμα [Legrand 1882] || δημοτική || ξέχασμα

αποξέχασμα [Somavera 1709] || δημοτική || αποξεχασμός || αποξέχασμα

αποξέχασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || λησμονιά

αποξεχασμένος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεχασμένος

αποξεχασμός [Somavera 1709] || δημοτική || αποξέχασμα

αποξεχασμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξέχασμα

αποξεχνάω [Γούλας 1961] || δημοτική || ξεχνώ

αποξεχνιέμαι [Γούλας 1961] || δημοτική || αποξεχνιούμαι || αποξεχνιέμαι

αποξεχνιούμαι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποξεχνιέμαι

αποξεχνώ [Βλαστός 1931] || δημοτική || Άνδρος, Ήπειρος, Κάρπαθος, Κρήτη, Νάξος, Σέριφος || ξεχνώ

αποξέω || λόγιο || αποτσούνου || αποξέω

απόξηλος [Meursius 1614] || κατάξερος

αποξηλούκου || Τσακωνιά || ξηλώνω

αποξήλωμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξήλωμα

αποξήλωμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεκάρφωμα

αποξηλώνομαι || Χίος || αφαιρούμαι

αποξηλώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Τραπεζούντα* || ξηλώνω

αποξηλώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεκαρφώνω

αποξημέρωμα || Κάρπαθος, Κρήτη, Μήλος, Νάξος || ξημέρωμα

αποξημερώματα || Κάρπαθος || ξημερώματα

αποξηούκου || Τσακωνιά || ξηλώνω

αποξηραίνομαι || λόγιο || απακιάζω, αποτζιτζικώνω, αποφρύζω, αποφρύσσω, καρκανιάζω, χαβδαλώνω, χαβντουκιάζω || αποξηραίνομαι

αποξηραίνω || λόγιο || αποξεραίνω || αποξηραίνω

αποξήρανση || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απουξέρας || αποξήρανση

αποξινός || Μάνη || εξωτερικός

απόξινος || Μάνη || ξινούτσικος

αποξιχάνου || Αδριανούπολη || ξεχνώ

αποξλώνομαι || Πάρος || ξεπαγιάζω

απόξου [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Αϊβαλί*, Άρτα, Βοιωτία, Ευρυτανία, Ιωάννινα, Κεφαλονιά, Λακωνία, Λάρισα, Λέσβος, Μάνη, Νιγρίτα, Σάμος, Σέρρες, Σουφλί, Τρίκαλα, Φερτέκι*, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Χίος || απέξω

απόξουθε || Κεφαλονιά || απέξω

αποξουλώνω || Σάντα* || ξεπαγιάζω

αποξουρίζου || Τσακωνιά || ξυρίζω

αποξουρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξυρίζω

αποξυαλίδι || Αρκαδία || αποκαΐδι

αποξυαλίδια || Αρκαδία || αποκαΐδια

αποξύαλο || Αρκαδία || αποκαΐδι

αποξυλιά || Κέρκυρα || κουφοξυλιά

αποξυλιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεπαγιάζω

αποξυλιάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κύπρος || παγώνω

αποξύλιασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξεπάγιασμα

αποξυλό || Πάρος || παγωμένο

απόξυλος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατάξερος

αποξυλωμένος [Σκαρλάτος 1835] || κοκαλιασμένος

αποξυλωμός [Σκαρλάτος 1835] || κοκάλιασμα

αποξυλώνομαι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποσβολώνομαι

αποξυλώνω || Αίγινα, Άνδρος, Θήρα, Κάρυστος, Κέα, Κερασούντα*, Κύθνος, Μεσσηνία, Νάξος, Όφις*, Τραπεζούντα*, Τσεσμέ*, Χαλδία* || ξεπαγιάζω

αποξύσμ || Κωτύωρα*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα* Χαλδία* || στερνοπαίδι

απόξυσμα [Portius 1635] || δημοτική || ξύσμα

απόξυσμαν || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || στερνοπαίδι

αποξυσμένος [Βλάχος 1659] || ξυσμένος

αποξύσμι [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || στερνοπαίδι

αποξύσμιν || Κερασούντα*, Οινόη* || στερνοπαίδι

αποξυώ [Portius 1635] || λειαίνω

αποξύω [Βλάχος 1659] || ξύνω

απόξω [Βλάχος 1659] || δημοτική || Αμοργός, Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Εύβοια, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Ικαρία, Κάρπαθος, Κάρυστος, Καστελλόριζο, Κέρκυρα, Κίμωλος, Κρήτη, Κύθηρα, Λακωνία, Λέρος, Μέγαρα, Μεσσηνία, Μήλος, Νάξος, Νίσυρος, Παξοί, Σίλατα*, Σύρος, Σωζόπολη*, Τρίγλια*, Χίος || απέξω

αποξωθιά || Κρήτη || ξένη

αποξωθιό || Θήρα, Κέρκυρα || απέξω

αποόκιν || Κάρπαθος || φώλι

αποολίς || Χίος || εντελώς

αποόνον || Κάρπαθος || απόγονος

αποότσι || Κάρπαθος || φώλι

αποού || Τσακωνιά || αμολώ

αποούρα || Τσακωνιά || μόλις

αποουωνεύω || Νάξος || απαλωνίζω

αποπά || Τσακωνιά || αποκεί

αποπά || Μάνη || αποπάνω

αποπά || Κρήτη, Κύθηρα || εφεξής

αποπά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κρήτη, Κύθηρα, Μάνη, Νάξος || αποδώ

αποπαά || Τσακωνιά || αποδώ

αποπαγκές || Κοτύωρα* || αποπάνω

αποπαγώνω || Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξεπαγώνω

αποπαγώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || παγώνω

αποπαδά || Κάρπαθος, Κρήτη, Κύθηρα || αποδώ

αποπαδέ || Κρήτη || αποδώ

αποπαέ || Κρήτη || αποδώ

αποπαές || Κρήτη || αποδώ

αποπαΐα || Τσακωνιά || κατηφόρα

αποπαίδ || Χαλδία* || στερνοπαίδι

αποπαίδι || & Αρκαδία, Ηλεία, Κάρυστος, Κρήτη, Μεσσηνία || αποπαίδι

αποπαίδι [Ηπίτης 1908] || δημοτική || απόπαιδο, απόπαιο, απόπαιον, απουπαίδ, απόπιδου, ξώπαιδο || αποπαίδι

αποπαίδιν || Κερασούντα, Νικόπαλη* || στερνοπαίδι

απόπαιδο || Πάρος || στερνοπαίδι

απόπαιδο [Βλαστός 1931] || δημοτική || Βουρλά*, Πάργα, Πελοπόννησος, Σμύρνη || αποπαίδι

αποπαίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || περιγελώ

απόπαιο || Κάλυμνος || αποπαίδι

απόπαιον || Κάρπαθος || αποπαίδι

αποπαίρνου || Μάνη || αποπαίρνω

αποπαίρνω || & Αρκαδία, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θήρα, Κάρπαθος, Κάρυστος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κορινθία, Κρήτη, Μεσσηνία || αποπαίρνω

αποπαίρνω [Legrand 1882] || δημοτική || αγριοβάρω, αγριοπαίρνω, αμποπαίρνω, αναβλαντίζω, απαβράχου, απλογιάζω αποαβράχου, αποαζίκου, αποαρζίκου, αποαρίκου, απομουρίζω, αποπαίρνου, αποσφίγγω, απουπαίρνου, απρουπαίρνου, αφλογιάζω, αχουγιάζω, ποπαίρνω, ποπαίρου, πουπαίρνου, προυπαίρνου || αποπαίρνω

αποπαίρω || Χαλδία* || καταλαβαίνω

αποπάν || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαβουτσί*, Χαλδία* || αποπάνω

αποπανινός [Somavera 1709] || δημοτική || Μάνη || ανώτερος

αποπάνου [Somavera 1709] || δημοτική || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Κονίστρες, Κορινθία, Χαβουτσί* || αποπάνω

αποπανουθιό || Κέρκυρα, Παξοί, Χαλκιδική || αποπάνω

αποπανούλια || Μεσσηνία || αποπάνω

αποπαντού || Κύπρος || πανταχόθεν

αποπάνω || & Αμοργός, Αρκαδία, Κέα, Κάρπαθος, Κερασούντα*, Κίμωλος, Κορινθία, Μήλος, Σύρος, Τραπεζούντα*, Τρίπολη*, Τσεσμέ* || αποπάνω

αποπάνω || Κρήτη || επιπρόσθετα

αποπάνω [Βλάχος 1659] || δημοτική || συχν. εμφ. 2 || αγοπάνω, αγουπάνου, αγουπάνω, αγπάνου, αθπάν, αϊπάν, αϊπάνου, αϊπάνπυθε, αμπάν, αμπάνουθε, αμποπανωθιό, άνουτθε, άνωτθε, αοπάνω, αουπάν, αουπάνου, αουπάνω, απάν, απαναθέ, απαναθιό, απαναθιόν, απαναθιός, απάνθεν, απανουθιό, απανούσε, απανωθίον, απανωθιόν, απαουπάν, απαπάνω, απεπάνθεν, απεπάνω, απιπάνου, αποπά, αποπαγκές, αποπάν, αποπανουθιό, αποπανούλια, αποπανωθιό, αποπανωθιός, αποπανωθκιόν, αποπάς, αποπουνουθιό, αποτάνου, απουπαγκές, απουπάν, απουπάνου, απουπάνου, απουπανωθιός, απφάν, αφπάν, αχπάν, αχπάνου, αχπάνω, επεπάν, ουπάνω, παναθκιόν, πανωδκιόν, πανωθκιόν, παουπάν, ποπάνου, ποπάνω, ποπάνωθεν, ποπανωθιό, ποπανωθιόν, ποπανωθιός, ποπανωθκιόν, ποπανωτσό, πουπάνου, πουπάνω, πουπανωδκιόν, πουπάνωθεν, πουπανωθιόν, πουπανωθκιόν || αποπάνω

αποπανωθιό [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Άνδρος, Κέρκυρα, Κρήτη, Λευκάδα, Νάξος || αποπάνω

αποπανωθιός || Κρήτη || αποπάνω

αποπανωθκιόν || Κύπρος || αποπάνω

απόπαπας [Κοντόπουλος 1903] || δημοτική || πρώην παπάς: απόπαππας, απόποπος, ξέπαπας || απόπαπας

απόπαππας [Ηπίτης 1908] || απόπαπας

αποπαρθενεμένη [Somavera 1709] || ξεπαρθενεμένη

αποπαρθενεύομαι [Somavera 1709] || ξεπαρθενεύομαι

αποπαρθενεύω [Somavera 1709] || ξεπαρθενεύω

απόπαρμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επίπληξη

απόπαρση [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επίπληξη

αποπάς || Μάνη || αποπάνω

απόπασκα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Τσακωνιά || απόπασχα

απόπαστα (τα) [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || επιδόρπιο

απόπαστον || Κύπρος || επιδόρπιο

απόπασχα || & Ιωάννινα, Πιερία, Σκόπελος, Τρίκαλα || απόπασχα

απόπασχα [Germano 1622] || δημοτική || μετά το Πάσχα: απόλαμπρα, απόπασκα, εξώλαμπρα, ξέλαμπρα, ξέπασχα, ξώλαμπρα, οξώλαμπρα, πόπασκα || απόπασχα

αποπάτι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κύθηρα || κατακάθι

αποπάτια || Κύθηρα || κατακάθια

αποπατίδι || Αντικύθηρα, Κρήτη, Κύθηρα || κατακάθι

απόπατο || Κρήτη, Κύθηρα, Κύμη || κατακάθι

αποπατούδι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || κατακάθι

αποπάτουδο || Κρήτη || κατακάθι

αποπαχαίνω || Κρήτη || παραπαχαίνω

απόπαχνα (τα) [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || υπολείμματα άχυρου στο παχνί: απόπαχνο || απόπαχνα

απόπαχνο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόπαχνο

αποπαχύνω || Τραπεζούντα* || αδυνατίζω

αποπεζινέ || χτεσινοβραδινός || χτεσινοβραδινός

αποπείθι || Κύθηρα || ψηστήρι

αποπείρνου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

αποπείρου || Τσακωνιά || αποσπέρνω

αποπελαγώνω || Κορινθία, Λευκάδα || σκοτίζω

αποπέξ || Χαβουτσί* || απέξω

αποπέξω || Χίος || απέξω

αποπέρα || & Κάρπαθος, Κρήτη, Μεσσηνία || αποπέρα

αποπέρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αγουπέρα, αοπέρα, απέρα, απόπερα, αποπεραθιό, αποπεραθιό, αποπέραν, απόπιρα, αποπλάν, απουπέρα, αουπέρα, αχπέρα, ποπέρα, πόπερα || αποπέρα

απόπερα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κέρκυρα, Μεσσηνία || αποπέρα

αποπέρα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ηλεία || απέναντι

απόπερα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Ήπειρος, Κέρκυρα, Μεσσηνία || απέναντι

αποπεραθιό || Κρήτη || απέναντι

αποπεραθιό || Κρήτη || αποπέρα

αποπεραθιός || Κρήτη || μακρόθεν

αποπέραν || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποπέρα

αποπερατώνω || λόγιο || αποφτιάνω || αποπερατώνω

αποπεράτωση || λόγιο || απόφτιασμα || αποπεράτωση

αποπερού || Τσακωνιά || αποβραδίς

αποπές || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απομέσα

αποπεσμένος || Τραπεζούντα* || ασθενικός

αποπέσου || Κερασούντα*, Οινόη* || απομέσα

αποπέσω || Σινασός*, Χίος || απομέσα

αποπεταλώνω || Χαλδία* || ξεπεταλώνω

αποπέφτω || Κίμωλος || εξαντλούμαι

αποπέφτω || Μάνη || πέφτω

αποπέφτω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || κακοπέφτω

αποπέφτω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπέφτω

αποπηαίνω || Θήρα || εξαντλούμαι

αποπηαίνω || Θήρα || κουράζομαι

αποπήου || Τσακωνιά || κουράζομαι

αποπιάνομαι || δημοτική || καταπιάνομαι

αποπιάνομαι || Μάνη || υπολογίζω

αποπιάνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αρπάζω

απόπιαση || Αρκαδία || εισόδημα

απόπιασμα || Θεσπρωτία || αφορμή

αποπιασμένος || Λακωνία || πλούσιος

αποπίδι || Κρήτη, Κύθηρα || απόπιμα

απόπιδου || Σάμος, Σκόπελος, Τρίκαλα || αποπαίδι

αποπίζου || Μάνη || αποπίσω

απόπιημα || Αδριανούπολη*, Αίνος* || απόπιμα

αποπιλώνω || Οινόη* || ξηλώνω

απόπιμα || & Άνδρος, Ζάκυνθος, Κεφαλονιά, Πάργα, Τσακωνιά, Χαβουτσί*, Χίος || απόπιμα

απόπιμα [Germano 1622] || δημοτική || απογλάρ, απόκιμα, απόμπιωμα, απόπιημα, αποπινίν, απόπιο, απόπιομα, αποπιοτίδι, αποπιοτίκι, απόπιουμα, αποπιτίδι, αποπλύδι, απόπμα, αποπότι, αποποτίδι, αποπότιν, αποτσαβλούκ, πόκιμμαν, πόπιαμα, πόπιημα, πόπιμα, πόπιμμα, πόπιμμαν, πόπιωμα, πόπκιν || απόπιμα

αποπινίν || Κάρπαθος || απόπιμα

αποπίννω || Κάρπαθος || αποπίνω

αποπίνω [Somavera 1709] || δημοτική || αποπίννω, ποπίνω || αποπίνω

απόπιο || Σίφνος || απόπιμα

απόπιομα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αδριανούπολη*, Ηλεία, Κάρπαθος, Τσακωνιά, Τσεσμέ*, Χίος || απόπιμα

αποπιοτίδι || Κρήτη || απόπιμα

αποπιοτίκι || Θήρα || απόπιμα

απόπιουμα || Αιτωλοακαρνανία, Βοιωτία || απόπιμα

αποπιππίζω || Κάλυμνος || βυζαίνω

απόπιρα || Αιτωλοακαρνανία || αποπέρα

αποπιρίφτω || Χαλδία* || ξεφουρνίζω

αποπιρνίζω || Κερασούντα*, Σάντα* Τραπεζούντα*, Χαλδία* || ξυπνώ

αποπιρνού || Κερασούντα* || πρωινιάτικα

αποπίς || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποπίσω

αποπισινός || Ηλεία, Μάνη || κώλος

αποπισκές || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απομέσα

αποπίσου [Somavera 1709] || δημοτική || Αρκαδία, Ινέπολη*, Τσακωνιά || αποπίσω

αποπίστα || Σκύρος || όπισθεν

αποπίσω || & Αρκαδία, Ζάκυνθος, Ινέπολη*, Κάρπαθος, Κερασούντα*, Κύπρος, Μεσσηνία, Νάξος, Σύρος, Τραπεζούντα*, Χαβουτσί* || αποπίσω

αποπίσω [Βλάχος 1659] || δημοτική || αοπίσω, αουπίσω, απαπίς, απαπίσω, απεπίς, απεπίσω, απιπίσου, απίσου, αποκίσου, αποπίζου, αποπίς, αποπίσου, αποπισωθιό, αποπισωθιός, απουπίσου, απουπίσω, επεπίς, ποπίς, ποπίσου, ποπίσω, πποπίσω, ποππισών || αποπίσω

αποπισωθιό || Κρήτη || αποπίσω

αποπισωθιό || Κέρκυρα || όπισθεν

αποπισωθιός || Κρήτη || αποπίσω

αποπιτίδι || Κρήτη || απόπιμα

αποπλάν || Κοτύωρα* || αποπέρα

αποπλάνεμα [Βλαστός 1931] || δημοτική || αποπλάνηση

αποπλανεύω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποπλανώ

απόπλανη [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || ξελογιάστρα

αποπλάνηση || λόγιο || συχν. εμφ. 3 || αποπλάνεμα || αποπλάνηση

αποπλανώ || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || απολανεύω || αποπλανώ

αποπλειχάδι || Μάνη || απολειφάδι

αποπλεκμένος || Πόντος* || ξέπλεκος

αποπλέκω [Ηπίτης 1908] || δημοτική || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Οινόη*, Χαλδία* || ξεπλέκω

αποπλένω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Μύκονος || ξεπλένω

αποπλερούκου || Τσακωνιά || ξεπληρώνω

αποπλέρωμα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπλήρωμα

αποπλερωμή [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπλήρωμα

αποπλερωμός [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || ξεπλήρωμα

αποπλερώνω [Portius 1635] || συμπληρώνω

αποπλερώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || συχν. εμφ. 3 || ξεπληρώνω

αποπληξία || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || κόρπος, νουζούλιν, νταμιλάς, νταμλά, νταμλαξμός, νταμλάς, νταμουλά, νταμουλάς, νταμπλάς, νταουζάς, ντουβρουτζάς, ταμνάς, ταμπλάς, ταμπουλάς || αποπληξία

αποπληρώνω || Χίος || ξοφλώ

αποπλύδι || Άνδρος || απαλλαξίδι

αποπλύδι || Κρήτη || απόπιμα

αποπλύδι [Βλαστός 1931] || δημοτική || Κρήτη || απόπλυμα

αποπλύμ || Όφις* || απόπλυμα

απόπλυμα || & Αρκαδία, Ηλεία, Θήρα, Κάρπαθος, Κέρκυρα, Λακωνία, Μάνη, Μεσσηνία, Νάξος || απόπλυμα

απόπλυμα [Βλάχος 1659] || δημοτική || αγγειόπλυμα, απόκσυσμα, απόκρυσμα, αποπλύδι, αποπλύμ, απόπλυμμα, αποπλυσίδι, αποπλύμ, πόπλυμα || απόπλυμα

απόπλυμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κεφαλονιά, Κρήτη, Κύθηρα || ξέπλυμα

απόπλυμμα || Νίσυρος || απόπλυμα

αποπλύνω || Πόντος* || ξαναπλένω

αποπλυσίδι [Βλαστός 1931] || Κρήτη || απόπλυμα

αποπλύσμ || Χαλδία* || απόπλυμα

απόπλωμα || Κάρπαθος, Κάσος || πάπλωμα

αποπλωματάς || Κάρπαθος || παπλωματάς

αποπλωμάτιν || Κάρπαθος || παπλωματάκι

απόπμα || Λέσβος, Σάμος || απόπιμα

αποποδέ || Κρήτη || αποδώ

αποπόθε || Κύπρος || πόθεν

αποπολλής [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || προ πολλού || αποπολλής

αποπομπή || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποδιάβασμα || αποπομπή

αποπονώ || Χαλδία* || ξεπονώ

αποπόξου || Λακωνία || απέξω

αποπόξω || Κως, Νάξος || απέξω

απόποπος || Κερασούντα*, Όφις*, Τραπεζούντα* || απόπαπας

αποπόρδι || Νίσυρος || ασήμαντος

αποπότ || Όφις*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απόπιμα

αποπότι [Βλαστός 1931] || δημοτική || απόπιμα

αποποτίδι || Κρήτη || απόπιμα

αποπότιν || Κερασούντα || απόπιμα

αποπού [Du Cange 1680] || Χαλδία* || πόθεν

αποπούθε || Κορινθία, Μεσσηνία || πόθεν

αποπούθεν || Κεφαλονιά || πόθεν

αποπούθενε || Αρκαδία || πόθεν

αποπούθενες || Αρκαδία || πόθεν

αποπούθες || Μάνη || πόθεν

αποπουλιά || Κύθνος || αγριοφλησκούδι

αποπουλιά || Σέριφος || γαϊδουρασφάκα

αποπουνουθιό || Κέρκυρα || αποπάνω

αποπουνταλιάζω || Κρήτη || αποβλακώνω

αποπουντέχου || Τσακωνιά || σβήνω

αποπουρνό || Κοτύωρα* || πρωί

αποπουρνού || Κοτύωρα*, Σάντα*, Χαλδία* || πρωινιάτικα

αποπουρνούς || Χαλδία* || πρωινιάτικα

αποπουρτέσε || Τσακωνιά || απομπρός

αποππέσσω || Κύπρος || απομέσα

αποππεσσωθιόν || Κύπρος || απομέσα

αποππεσσωθκιόν || Κύπρος || απομέσα

αποππέφτω || Κύπρος || καταντώ

αποππώθω || Κάρπαθος || σπρώχνω

απόπραμα || Τσακωνιά || στερνοπαίδι

αποπρήσκομαι || Άνδρος || πρήζομαι

αποπροίκι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || υπόλοιπο προίκας || αποπροίκι

αποπροικίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || προικίζω

αποπροσανατολίζομαι || λόγιο || συχν. εμφ. 2 || αποζουλάγουμαι || αποπροσανατολίζομαι

αποπρωί [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || πρωινιάτικα

αποπυκνώνω || Χαλδία* || αραιώνω

αποπύρι [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαΐδι

απόπυρους || Λέσβος || χλιαρός

 

 

 

προς λέξεις που αρχίζουν από απο-αποπ

 

 

α || Απουλία, Βιθυνία*, Θήρα, Καλαβρία, Κάλυμνος, Νάξος || από

ααργάρω || Νάξος || απομακρύνομαι

αβγάτιστος || Θήρα || απολλαπλασίαστος

αβελίρω || Ζάκυνθος || αποθαρρύνω

αβικάτου || Καλαβρία || αποκάτω

αγγειόπλυμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόπλυμα

αγκιστάρω || Παξοί || αποκτώ

αγκολάω || Μάνη || απομακρύνω

αγοπάνω || Δέλβινο, Πωγώνι || αποπάνω

αγουπάνου || Λευκάδα || αποπάνω

αγουπάνω || Ήπειρος || αποπάνω

αγουπέρα || Θεσπρωτία || αποπέρα

αγπάνου || Λευκάδα || αποπάνω

αγρικιά [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκοτιά

αγριοβάρω || Μύκονος || αποπαίρνω

αγριοπαίρνω [ΙΛΝΕ 1933] || δημοτική || Λακωνία, Παξοί, Σαράντα Εκκλησιές* || αποπαίρνω

αδαθέμπεραν || Κερασούντα* || αποδώ

αδιαβόλευτος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονήρευτος

αδόλευτος [Βλάχος 1659] || Κύθηρα || απονήρευτος

άε || Χίος || από

αέργαστους || Πιερία || απονήρευτος

αθπάν || Μαγνησία || αποπάνω

αϊπάν || Σάμος || αποπάνω

αϊπάνου || Ιθάκη, Λευκάδα || αποπάνω

αϊπάνουθε || Ιθάκη || αποπάνω

αϊπκάτ || Σάμος || αποκάτω

ακανούνιστο || Καλαβρία || απογυμνωμένος

άκαπνος || Ηλεία || απόλεμος

ακατούσε || Τσακωνιά || αποκάτω

ακβιστάρω || Ζάκυνθος || αποκτώ

ακιστάδος || Κέρκυρα, Παξοί || αποκτημένος

ακιστάρω || Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Παξοί || αποκτώ

ακίστο || Ζάκυνθος, Κέρκυρα, Παξοί || απόκτημα

ακίστος || Παξοί || αποκτημένος

ακόβγκω || Κάρπαθος || απογαλακτίζω

ακόπο || Ρόδος || αποκεί

ακουΐστα || Ζάκυνθος || απόκτημα

ακουΐστο || Ζάκυνθος || απόκτημα

ακούμπισμα [Portius 1635] || αποκούμπι

ακουστάδος || Παξοί || αποκτημένος

ακριμιός || Κρήτη || απόμακρος

αλαγάρσμα || Ίμβρος || απομάκρυνση

αλαργαρεύγω || Μέγαρα || απομακρύνομαι

αλαργαρίζου || Ίμβρος || απομακρύνομαι

αλαργάρισμα || Αδριανούπολη*, Αίνος*, Μήλος || απομάκρυνση

αλαργαρισμένος [Somavera 1709] || Μύκονος || απομακρυσμένος

αλαργάρου || Θάσος, Μάκρη*, Μάνη, Σάμος || απομακρύνομαι

αλαργάρω [Somavera 1709] || δημοτική || Άνδρος, Θήρα, Κάσος, Κέρκυρα, Κρήτη, Λακωνία, Μύκονος, Νάξος || απομακρύνομαι

αλαργέγκου || Τσακωνιά || απομακρύνομαι

αλαργέγκουω || Καλαβρία || απομακρύνομαι

αλάργεμα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Λακωνία || απομάκρυνση

αλαργεμένος || Ζάκυνθος, Μύκονος || απομακρυσμένος

αλαργεμός [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Λακωνία || απομάκρυνση

αλαργένω || Κρήτη || απομακρύνομαι

αλαργέρνου || Ευρυτανία, Θάσος, Ίμβρος, Λήμνος, Τήνος || απομακρύνομαι

αλαργέρνω || Θήρα, Κρήτη || απομακρύνομαι

αλαργέρω || Κάρπαθος, Κάσος, Νίσυρος, Σίφνος, Σύμη || απομακρύνομαι

αλαργεύγου || Αϊβαλί*, Βόρεια Εύβοια, Λέσβος || απομακρύνομαι

αλαργεύγω || Κρήτη, Τήλος || απομακρύνομαι

αλαργεύου || Αιδηψός, Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Ευρυτανία, Θάσος, Καρδίτσα, Λάρισα, Μάνη, Σάμος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || απομακρύνομαι

αλαργεύω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Άνδρος, Αρκαδία, Αχαΐα, Βουρλά*, Εύβοια, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Ίμβρος, Κέρκυρα, Κορινθία, Κρήτη, Κύθηρα, Κύθνος, Λευκάδα, Μέγαρα, Μεσσηνία, Μύκονος, Πάργα, Τσακήλι* || απομακρύνομαι

αλάργεψη [Βλαστός 1931] || δημοτική || απομάκρυνση

αλαργιάρω || Κύπρος || απομακρύνομαι

αλαργιμένους || Σάμος || απομακρυσμένος

αλαργινά [Βλαστός 1931] || δημοτική || απόμακρα

αλαργκέγκουω || Καλαβρία || απομακρύνομαι

αλαργκέρνω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

αλαργκέρω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

αλαργκεύγκω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

αλαργοπά || Κρήτη || απόμακρα

αλαργοπατώ || Κρήτη || απομακρύνομαι

αλαργούνου || Μάνη || απομακρύνομαι

αλαργουρίζω || Χαβουτσί* || απομακρύνομαι

αλαργώνω || Κύθηρα, Λευκάδα || απομακρύνομαι

αλαρκάρω || Κύπρος || απομακρύνομαι

αλασγαρίζου || Ίμβρος || απομακρύνομαι

αλάσγαρμα || Ίμβρος || απομάκρυνση

αλασγάρσμα || Ίμβρος || απομάκρυνση

αλασγέρνου || Ίμβρος || απομακρύνομαι

αλεγκατίβα || Ζάκυνθος || απολογία

αλεργκέρω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

αλιφπάτς || Μαΐστρος* || απονευρωσίτιδα

αλυγισιά [Βλαστός 1931] || απονιά

αμ || Αρκαδία, Σάμος || από

αμαριόλευτος || Ζάκυνθος, Κύθηρα || απονήρευτος

αμέ || Κρήτη, Σωζόπολη*  || από

αμέντα || Ζάκυνθος || αποζημίωση

αμεντάρω || Ζάκυνθος || αποζημιώνω

αμουλσιά || Ιωάννινα || απολυσιά

αμπάν || Σκόπελος || αποπάνω

αμπάνουθε || Ιθάκη || αποπάνω

αμπαρζής || Χίος || αποθηκάριος

αμπαριτζής || Κρήτη || αποθηκάριος

αμπαρτζής [Βλάχος 1897] || δημοτική || Κομοτηνή || αποθηκάριος

αμπί || Κομοτηνή, Λέσβος, Σάμος || από

άμπι || Λέσβος || από

άμπλανους || Ιωάννινα || απονήρευτος

αμπό || Κρήτη || από

αμποθάω || Αρκαδία || αποθέτω

αμποκάτου || Καλαβρία || αποκάτω

αμποκατωθιό || Κρήτη || αποκάτω

αμπολυσιά || Μάνη || απολυσιά

αμπονάρω || Παξοί || αποδέχομαι

αμποπαέ || Κρήτη || αποδώ

αμποπαίρνω || Κεφαλονιά || αποπαίρνω

αμποπανωθιό || Κρήτη || αποπάνω

αμπός || Χίος || από

αν || Απουλία, Καλαβρία || από

αναβάλλντω || Ρόδος || αποκαλώ

αναβλαντίζω || Κρήτη || αποπαίρνω

ανακούμπι [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκούμπι

αναμαζώνω || Κρήτη, Κύθηρα || αποθησαυρίζω

αναμαρμαρώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απολιθώνομαι

αναμαρμαρώνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απολιθώνομαι

αναργεύω || Κρήτη || απομακρύνομαι

ανάχωρα || Μάνη || απόμερα

ανάχωρος || Μάνη || απόμερος

ανεργάτευτε || Τσακωνιά || απονήρευτος

άνουτθε || Καλαβρία || αποπάνω

αντάρα || Θήρα, Κάρπαθος, Κρήτη, Κως, Νίσυρος, Ρόδος, Σύμη || απόβαρο

αντζύγ || Αδριανούπολη*, Αίνος* || απόβαρο

αντικούμπι || Κρήτη || αποκούμπι

άνωτθε || Καλαβρία || αποπάνω

αξ || Καλαβρία, Κύπρος || από

αξέ || Καλαβρία || από

αό || Κάσος, Καστελλόριζο, Νάξος, Νίσυρος, Σίφνος, Σύμη, Χίος || από

αοκάτω || Κάσος || αποκάτω

αομέσα || Κάρπαθος, Νίσυρος || απομέσα

αομπρός || Ικαρία, Κάσος, Νίσυρος, Σύμη || απομπρός

αομπρόσε || Χίος || απομπρός

αοπά || Σέριφος || αποδώ

αοπάνω || Κάσος, Κρήτη, Νίσυρος, Παξοί, Σίφνος, Σύμη || αποπάνω

αοπέρα || Νίσυρος || αποπέρα

αοπίσω || Κέρκυρα, Νίσυρος, Σίφνος, Σύμη || αποπίσω

αού || Κάρπαθος, Καστελλόριζο || από

αουκάτω || Κάρπαθος || αποκάτω

αουμέσα || Κάρπαθος || απομέσα

αουμπρός || Κάρπαθος, Χίος || απομπρός

αουπάν || Αργολίδα, Γρεβενά, Ευρυτανία, Ήπειρος, Καστελλόριζο, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Φωκίδα || αποπάνω

αουπάνου || Αιτωλοακαρνανία, Αχαΐα, Ιωάννινα, Λευκάδα, Λιβίσι* || αποπάνω

αουπάνω || Ήπειρος, Κάρπαθος || αποπάνω

αουπέρα || Κάρπαθος || αποπέρα

αουπίσω || Κάρπαθος || αποπίσω

απ [Germano 1622] || δημοτική || συχν. εμφ. 6 || Αδριανούπολη*, Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Αμοργός, Ανάφη, Άνδρος, Απουλία, Αραβανί*, Αργολίδα, Αρκαδία, Άρτα, Αυλωνάρι, Αχαΐα, Ευρυτανία, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Θήρα, Ιθάκη, Ικαρία, Ιωάννινα, Καλαβρία, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Κάρυστος, Καστελλόριζο, Κέα, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κίμωλος, Κοζάνη, Κονίστρες, Κορινθία, Κοτύωρα*, Κρήτη, Κύθηρα, Κύθνος, Κύμη, Κύπρος, Κως, Λακωνία, Λάρισα, Λέρος, Λέσβος, Λευκάδα, Λιβίσι*, Μαγνησία, Μάνη, Μεσσηνία, Μήλος, Νάξος, Νίσυρος, Ουλαγάτς*, Όφις*, Παξοί, Πιερία, Ρόδος, Σάμος, Σαράντα Εκκλησιές*, Σέρρες, Σιάτιστα, Σίφνος, Σκύρος, Σύμη, Σύρος, Τραπεζούντα*, Φάρασα*, Φθιώτιδα, Χαλδία*, Χάλκη, Χίος || από

απά || Χαλδία* || από

απαβράχου || Τσακωνιά || αποπαίρνω

απαγνουσιά || Λιβίσι* || απόγνωση

απαγνωσιά || Πάρος || απόγνωση

απαδά || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποδώ

απαδαχά || Όφις* || αποδώ

απαδαχάν || Όφις* || αποδώ

απαδαχάνας || Όφις* || αποδώ

απαδυναμώνω || Χαλδία* || αποδυναμώνω

απαδώ || Σαμψούντα*, Σούρμενα || αποδώ

απακεί || Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκεί

απακεκά || Κοτύωρα* || αποκεί

απακιάζω || Κρήτη || αποξηραίνομαι

απακούμπ || Αδριανούπολη*, Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Σάμος, Χαλκιδική || αποκούμπι

απακουμπάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκουμπώ

απακούμπημα || Θήρα || αποκούμπι

απακούμπι [Βεντότης 1790] || Βιθυνία*, Θήρα, Λακωνία, Λευκάδα || αποκούμπι

απακουμπίζω [Germano 1622] || δημοτική || αποκουμπώ

απακούμπιο || Ήπειρος || αποκούμπι

απακουμπώ [Βεντότης 1790] || δημοτική || απακουμπίζω || αποκουμπώ

απαλά || Νικόπολη* || αποδώ

απαλαργάρω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

απαλαργέρω || Νίσυρος || απομακρύνομαι

απαλαργκέρω || Κάρπαθος || απομακρύνομαι

απάμερα || Τσακωνιά || απόμερα

απάμερε || Κάρπαθος || απόμερος

απάν || Αιτωλοακαρνανία, 'Ιμβρος*, Σάμος || αποπάνω

απαναθέ || Καρδίτσα, Λάρισα || αποπάνω

απαναθιό || Καρδίτσα, Κρήτη, Λάρισα, Πιερία, Τρίκαλα || αποπάνω

απαναθιόν || Κύπρος || αποπάνω

απαναθιός || Κρήτη || αποπάνω

απάνθεν || Κοτύωρα* || αποπάνω

απανουθιό || Ήπειρος, Σιάτιστα || αποπάνω

απανούσε || Τσακωνιά || αποπάνω

απανωθιόν || Κύπρος || αποπάνω

απανωθίον || Πάρος || αποπάνω

απαουπάν || Γρεβενά, Καστοριά || αποπάνω

απαπάνω || Αξός*, Αραβανί* || αποπάνω

απαπές || Κοτύωρα*, Όφις* || απομέσα

απαπέσω || Αραβανί*, Κύπρος || απομέσα

απαπίς || Σέρρες || αποπίσω

απαπίσω || Ουλαγάτς* || αποπίσω

απαπκάτ || Αιτωλοακαρνανία, Άρτα, Βελβεντός || αποκάτω

απαπκάτω || Αραβανί* || αποκάτω

απαπουκά || Ινέπολη*, Οινόη* || αποκάτω

απαπουκάτ || Κοζάνη || αποκάτω

απαππεσσωθιόν || Κυπρος || απομέσα

απαπχάτ || Κοζάνη || αποκάτω

απατού || Κοτύωρα* || αποκεί

απατουά || Κάρπαθος || αποκεί

απατσεί || Όφις* || αποκεί

απατσειχά || Όφις* || αποκεί

απαύτα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδώ

απαύτου || Δέλβινο || αποκεί

απαυτού [Portius 1635] || Φθιώτιδα || αποδώ

απαυτού [Somavera 1709] || Καρδίτσα || αποκεί

απαυτούγια || Ιωάννινα, Φθιώτιδα || αποδώ

απαυτούθε || Κορινθία, Κρήτη || αποκεί

απαφκά || Χαλδία* || αποκάτω

απέ [Germano 1622] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Κεφαλονιά, Κουβούκλια*, Κύπρος, Λέσβος, Τσακωνιά, Χαβουτσί*, Χίος || από

απεβορίζω || Χαλδία* || απολιχνίζω

απεδά || Κως, Ρόδος || αποδώ

απέδανα || Ίμβρος || αποδώ

απέδαφνα || Λέσβος || αποκεί

απέδιου || Λέσβος || αποδώ

απέδου || Άρτα, Ιωάννινα, Σουφλό || αποδώ

απέδω || Δέλβινο, Θεσπρωτία || αποδώ

απεδώ [Portius 1635] || δημοτική || Ικαρία, Χίος || αποδώ

απεδωά || Σύμη || αποδώ

απεδωβά || Κως || αποδώ

απεδώθε [Deheque 1825] || δημοτική || αποδώ

απεδωνά || Χίος || αποδώ

απέκ || Ιωάννινα, Σκόπελος, Σουφλί || αποκεί

απέκα || Κως || αποκεί

απέκας || Κως || αποκεί

απεκεί [Germano 1622] || δημοτική || Ζάκυνθος, Καππαδοκία*, Κοτύωρα*, Κρώμνη, Νίσυρος, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκεί

απέκει [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || Θήρα, Δέλβινο, Ινέπολη*, Κερασούντα*, Μύκονος, Οινόη*, Σαμψούντα*, Σινασός* || αποκεί

απεκείθε [Somavera 1709] || δημοτική || Δέλβινο || αποκεί

απεκείθεν || Κερασούντα*, Χαλδία* || αποκεί

απεκεινά || Χίος || αποκεί

απεκεινάς || Σαμψούντα* || αποκεί

απέκεις || Κρήτη || αποκεί

απεκειχά || Χαλδία* || αποκεί

απέκια || Αξός*, Άρτα, Αυδήμι*, Ήπειρος, Θήρα, Κέρκυρα, Κίμωλος, Λευκάδα, Μήλος, Μύκονος, Ναξος, Προποντίδα*, Σίφνος*, Τρίκαλα || αποκεί

απέκιο || Βιθυνία*, Θήρα, Ιθάκη, Ικαρία, Κάλυμνος, Λευκάδα, Μύκονος, Νάξος, Σμύρνη*, Χίος || αποκεί

απέκιος || Τήνος || αποκεί

απεκιού || Καππαδοκία* || αποκεί

απέκιου || Προποντίδα*, Σάμος || αποκεί

απέκνα || Ίμβρος || αποκεί

απέκο || Ρόδος, Τήλος || αποκεί

απεκόβγω || απογαλακτίζω

απέκου || Καππαδοκία* || αποκεί

απέμπρ || Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || απομπρός

απέμπρα || Χαλδία* || απομπρός

απεμπρός [ΙΛΝΕ 1939] || απομπρός

απεμπροστά || Πόντος* || απομπρός

απέμπρου || Κερασούντα*, Τραπεζούντα* || απομπρός

απεμπρουστά || Οινόη* || απομπρός

απέμρ || Κοτύωρα* || απομπρός

απεό || Αξός* || αποδώ

απεπάνθεν || Όφις* || αποπάνω

απεπάνω || Κάρπαθος || αποπάνω

απεπίς || Οφις* || αποπίσω

απεπίσω || Χίος || αποπίσω

απερά || Αραβανί* || αποδώ

απέρα || Σάμος || αποπέρα

απερού || Αραβανί* || αποδώ

απέσου || Κερασούντα*, Οινόη*, Σαμψούντα* || απομέσα

απέσω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ικαρία, Κερασούντα*, Σαμψούντα*, Χίος || απομέσα

απέτσα || Θήρα || αποκεί

απετσεί || Όφις* || αποκεί

απέτσει || Λέσβος, Χίος || αποκεί

απέτσο || Θήρα || αποκεί

απέτσος || Χίος || αποκεί

απέφνα || Λέσβος || αποκεί

απηλόγιασμα [Portius 1635] || αποδοκιμασία

απηλογιασμένος [Portius 1635] || αποδοκιμασμένος

απθώνου || Αρτα Καρδίτσα, Σάμος, Σκόπελος, Φθιώτιδα, Φωκίδα || αποθέτω

απθώνω || Λευκάδα || αποθέτω

απί || Θεσσαλονίκη, Λέσβος, Λήμνος, Χίος || από

απιδά || Καππαδοκία* || αποδώ

απιδέ || Καππαδοκία* || αποδώ

απιδί || Καππαδοκία* || αποδώ

απιδού || Καππαδοκία* || αποδώ

απίθωμα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Κέρκυρα, Λακωνία || απόθεση

απιθώνω [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Ηλεία, Θεσπρωτία, Κέρκυρα, Κορινθία, Λακωνία, Μεσσηνία, Μύκονος, Πάργα || αποθέτω

απικάτου || Καλαβρία || αποκάτω

απίκιο || Βιθυνία*, Κάλυμνος || αποκεί

απικόβου || Λήμνος || απογαλακτίζω

απικριώνου || Ίμβρος || αποκρεύω

απιμέσα || Λέσβος || απομέσα

απιμπρός || Θεσσαλία || απομπρός

απίν || Θεσσαλονίκη || από

απιπάνου || Λέσβος || αποπάνω

απιπίσου || Λέσβος || αποπίσω

απιπλάκ || Ίμβρος || απολειφάδι

απίς || Όφις*, Χίος || από

απίσου || Σάμος || αποπίσω

απισπιριού || Ίμβρος, Λέσβος, Μάδυτος* || αποβραδίς

απισπιρνά || Ίμβρος || αποβραδίς

απιτζά || Φάρασα* || αποκεί

απίτζει || Καππαδοκία* || αποκεί

απίτσιο || Κάλυμνος || αποκεί

απκάτ || Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία*, Άρτα, Βοιωτία, Γρεβενά, Ευρυτανία, Πιερία, Σάμος, Φθιώτιδα || αποκάτω

απκείθι || Ιωάννινα || αποκεί

απλογιάζω || Πελοπόννησος || αποπαίρνω

απμέσα || Σάμος || απομέσα

 

 

απορβαδίς || Κοτύωρα* || αποβραδίς

απορίγνω || Ηλεία || αποβάλλω

απορίθτω || Καλαβρία || αποβάλλω

απόριμα || Χαβουτσί* || αποβολή

αποριξιά || Πάργα, Παξοί || αποβολή

απορίσσω || Καλαβρία || αποβάλλω

απορίστω || Καλαβρία || αποβάλλω

απορίτζω || Καλαβρία || αποβάλλω

απορίφτω || Σάντα* || αποβάλλω

απορίχνου || Μάδυτος*, Μάνη || αποβάλλω

απορρίχνω [Portius 1635] || δημοτική || Αρκαδία, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Θεσπρωτία, Κάρυστος, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Λακωνία, Λευκάδα, Μεσσηνία, Πάργα || αποβάλλω

απός || Κρήτη, Νάξος, Σέριφος, Σύρος || από

αποσαπουνίδα || Κρήτη || απολειφάδι

αποσαπουνίδι || Κρήτη || απολειφάδι

αποσάπουνο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Κρήτη, Χίος || απολειφάδι

απόσβεστα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκαΐδια

αποσεζίντου || Τσακωνιά || αποθερίζω

αποσεπαίνω || Κόνιτσα || αποκρύπτω

απόσερα || Τσακωνιά || απόθερα

απόσερε || Τσακωνιά || αποθέρισμα

αποσερίντου || Τσακωνιά || αποθερίζω

αποσίδια || Σινασός* || αποκοσκινίδια

αποσκολίζω || Όφις || απογαλακτίζω

απόσκοντα || Αρκαδία || απόμερα

αποσκότεινα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδα

αποσκύβαλα || Κρήτη || αποκοσκινίδια

αποσκυβαλίδι || Κρήτη || αποκοσκινίδι

αποσκυβαλίδια || Κρήτη || αποκοσκινίδια

αποσκυβαλίζω || Κρήτη || αποκοσκινίζω

αποσκύβαλο || Χίος || αποκοσκινίδι

απόσπερα [Βλαστός 1931] || δημοτική || Νίσυρος || απόβραδα

αποσπέρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδα

αποσπέρας [Βλαχος 1659] || Κάρπαθος, Κρήτη, Νάξος, Νίσυρος || αποβραδίς

αποσπερί || Χίος || αποβραδίς

αποσπεριά [Germano 1622] || απόβραδο

αποσπεριάς [Somavera 1709] || αποβραδίς

αποσπεριού [Somavera 1709] || Τρίγλια* || αποβραδίς

αποσπερίς [Germano 1622] || δημοτική || Βουρλά*, Κεφαλονιά, Κρήτη, Νάξος, Ρόδος, Σινασός*, Τραπεζούντα* || αποβραδίς

απόσπερνο [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδο

απόσπερος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόβραδος

αποσπερού [Germano 1622] || Αρκαδία, Ηλεία, Κορινθία, Λακωνία || απόβραδο

αποσπερού [Somavera 1709] || δημοτική || Κρήτη, Μάνη, Σινασός*, Τσακωνιά || αποβραδίς

αποσταλμένος [Portius 1635] || απόβλητος

αποστέριος [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απόγειος

αποστρακώνω || Κρήτη || απολιθώνω

απόστρατα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απόδρομα

αποστρέφω || Κύπρος || απομακρύνομαι

αποστσύβαλε || Βάτικα || αποκοσκινίδι

αποστσύβαουα || Βάτικα* || αποκοσκινίδια

αποσυνάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || απομαζεύω

αποσύρια || Νάξος || αποκοσκινίδια

αποσφίγγω || Κρήτη || αποπαίρνω

αποσώρι || Αμοργός, Ηλεία, Μάνη, Νίσυρος || αποκοσκινίδι

αποσώρια || Κάρπαθος || απομεινάρια

αποτά || Άνδρος, Κρήτη || από

αποτά || Κρήτη || αποκεί

αποτάζω [Σκαρλάτος 1835] || δημοτική || Κάρυστος, Λακωνία, Μάδυτος*, Μήλος, Σύρος || αποκτώ

αποτάνου || Τσακωνιά || αποπάνω

αποτάσου || Τσακωνιά || απομέσα

αποτάσω || Κρήτη || αποκτώ

απότε || Απουλία || αποδώ

αποτζιτζικώνω || Κρήτη || αποξηραίνομαι

αποτού || Κύθηρα || αποκεί

αποτουβραδίς || Κερασούντα* || αποβραδίς

απότουδα || Κρήτη || αποκεί

αποτουρβραδίς || Κερασούντα* || αποβραδίς

αποτσά || Χαβουτσί* || αποκεί

αποτσαβλούκ || Κοτύωρα* || απόπιμα

αποτσεί || Απουλία*, Κύθνος, Μύκονος, Σύρος || αποκεί

απότσει || Κάσος || αποκεί

αποτσειδά || Άνδρος || αποκεί

αποτσείθ || Βάτικα* || αποκεί

αποτσείθε || Βάτικα* || αποκεί

αποτσείς || Κύθνος || αποκεί

απότσεις || Παλιά Αθήνα || αποκεί

αποτσεραίνου || Τσακωνιά || αποξεραίνω

απότσερε || Τσακωνιά || αποκέρι

αποτσιά || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποδώ

αποτσιά || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποκεί

αποτσιουμιέμαι || Αρκαδία || αποκοιμούμαι

αποτσοιμίζω || Θήρα || αποκοιμίζω

αποτσουμιέμαι || Αρκαδία || αποκοιμούμαι

αποτσουμίζω || Μέγαρα || αποκοιμίζω

αποτσούνου || Τσακωνιά || αποξέω

απότστιν || Κύπρος || απόκτημα

Αποτύρωση || Κύθηρα || Αποκριά

άπου || Απουλία, Καππαδοκία || από

απού [Meursius 1614] || δημοτική || Αδριανούπολη*, Αϊβαλί*, Αιτωλοακαρνανία, Αλόννησος, Άνδρος, Απουλία, Αρκαδία, Άρτα, Βελβεντός, Βιθυνία*, Βοιωτία, Γρεβενά, Ευρυτανία, Ημαθία, Θεσσαλονίκη, Ίμβρος, Ιωάννινα, Καλαβρία, Καππαδοκία*, Καρδίτσα, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, Κεφαλονιά, Κοζάνη, Κομοτηνή, Κορινθία, Κρήτη, Κύπρος, Λακωνία, Λάρισα, Λέσβος, Λιβίσι*, Μεσσηνία, Νάξος, Νιγρίτα, Νικόπολη*, Νίσυρος, Πιερία, Πρέβεζα, Ρόδος, Σάμος, Σαμψούντα*, Σκόπελος, Σουφλί, Σύμη, Τήνος, Τραπεζούντα*, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Φωκίδα, Χαβουτσί*, Χαλδία*, Χαλκιδική || από

απουβαίρνουμι || Λέσβος || αποβάλλω

απουβάλω || Αδριανούπολη* || αποβάλλω

απουβγάζου || Σάμος || αποκληρώνω

απουβδόμαδα || Αιτωλοακαρνανία, Βοιωτία, Ιωάννινα, Σαράντα Εκκλησιές* || αποβδόμαδα

απουβδουμάδα || Σάμος || αποβδόμαδα

απουβουλεύγουμι || Λέσβος || αποβάλλω

απουβραδί || Αίνος*, Αιτωλοακαρνανία, Κοτύωρα*, Μάνη, Νιγρίτα, Πιερία, Σάμος, Σκόπελος, Φωκίδα, Χαλκιδική || αποβραδίς

απουβραδίς || Γρεβενά, Ευρυτανία, Ιωάννινα, Καστελλόριζο*, Λέσβος, Πιερία, Σάμος, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τραπεζούντα*, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποβραδίς

απουβρουχιά || Αιτωλοακαρνανία || απόβροχο

απουβρόχ || Βοιωτία || απόβροχο

απουβρόχια || Ιωάννινα || αποβρόχια

απουγένουμι || Σάμος, Φθιώτιδα || απογίνομαι

απουγιματάκ || Αιτωλοακαρνανία, Βοιωτία || απογευματάκι

απουγιμίζου || Σάμος || απογεμίζω

απουγίνουμι || Λέσβος, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || απογίνομαι

απουγιουματάκ || Φωκίδα || απογευματάκι

απουγιράζου || Ιωάννινα || απογερνώ

απουγιρνάου || Ιωάννινα, Σκόπελος || απογερνώ

απουγκάτ || Σαμψούντα* || αποκάτω

απουδαύλ || Λάρισα || αποδαύλι

απουδείπν || Ιωάννινα || απόδειπνο

απουδιαλίδιν || Λιβίσι* || απομεινάρι

απουδιαλόγ || Λέσβος || απομεινάρι

απουδιρμουνίζου || Θράκη || αποκοσκινίζω

απουδνατίζου || Αδριανούπολη* || αποδυναμώνω

απουδνάτσμα || Αδριανούπολη* || αποδυνάμωση

απουδό || Σάμος || αποδώ

απουδουγιά || Ευρυτανία || αποδώ

απουδουνά || Σκόπελος || αποδώ

απουδώ || Βοιωτία, Ευρυτανία, Καρδίτσα, Λάρισα, Πρέβεζα, Σάμος, Σύμη, Φθιώτιδα || αποδώ

απουδώγια || Άρτα, Ιωάννινα || αποδώ

απουδώθι || Άρτα, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Λάρισα, Μαγνησία, Πιερία, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || αποδώ

απουζμώνου || Σάμος || αποζυμώνω

απουθαρός || Καρδίτσα, Κοζάνη, Λάρισα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Σκόπελος || αποθάρρυνση

απουθέγκου || Λέσβος || αποθέτω

απουθέκου || Ιωάννινα, Καστοριά || αποθέτω

απουθένου || Αιτωλοακαρνανία || αποθέτω

απουθέρσμα || Αιτωλοακαρνανία || αποθέρισμα

απουθέτου || Αίνος* || αποθέτω

απουθιρίζου || Αιτωλοακαρνανία, Σάμος || αποθερίζω

απουθιρσιά || Αιτωλοακαρνανία || αποθέρισμα

απουθουρός || Σιάτιστα, Τρίκαλα || αποθάρρυνση

απουκά || Αρκαδία, Αχαΐα, Ηλεία, Ινέπολη*, Οινόη* || αποκάτω

απουκαΐδ || Αιδηψός, Καρδίτσα, Μαγνησία, Σάμος, Τρίκαλα || αποκαΐδι

απουκαλαμιά || Λιβίσι* || αποκάλαμο

απουκάτ || Αδριανούπολη*, Άρτα, Καστοριά, Κερασούντα*, Κορινθία, Νιγρίτα, Σέρρες, Σιάτιστα, Φθιώτιδα || αποκάτω

απουκατμός || Αιτωλοακαρνανία, απουμούρους || αποβλάκωση

απουκάτου || Απουλία, Αρκαδία, Αχαΐα, Βιθυνία*, Ιθάκη, Ιωάννινα, Καλαβρία, Κεφαλονιά, Κορινθία, Λευκάδα, Λακωνία, Λιβίσι*, Μεσσηνία, Οινόη*, Σαμψούντα* || αποκάτω

απουκατουθιό || Ιωάννινα || αποκάτω

απουκατούλια || Μεσσηνία || αποκάτω

απουκάτω [Meursius 1614] || Αρκαδία, Ηλεία, Ινέπολη*, Κύπρος, Νάξος || αποκάτω

Απουκγιά || Λέσβος || Αποκριά

απουκγιάκα || Λέσβος || αποκριάτικα

απουκγιάκους || Λέσβος || αποκριάτικος

Απουκγιές || Λέσβος || Απόκριες

απουκγιώνου || Λέσβος || αποκρεύω

απουκεί || Βοιωτία, Ευρυτανία, Ιωάννινα, Λάρισα, Πρέβεζα, Σάμος, Φθιώτιδα || αποκεί

απουκειά || Κρήτη || αποκεί

απουκειγέ || Κρήτη || αποκεί

απουκείγια || Άρτα, Ιωάννινα || αποκεί

απουκειδά || Κρήτη || αποκεί

απουκειέ || Κρήτη || αποκεί

απουκείθι || Άρτα, Καρδίτσα, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποκεί

απουκιουμιέμαι || Μάνη || αποκοιμούμαι

απουκιουμιούμι || Αδριανούπολη* || αποκοιμούμαι

Απουκιριά || Σαμοθράκη || Αποκριά

απουκιφαλίννου || Λιβίσι* || αποκεφαλίζω

απουκμάμι || Σάμος || αποκοιμούμαι

απουκμάου || Αδριανούπολη*, Βόρεια Εύβοια, Νιγρίτα || αποκοιμίζω

απουκμίζου || Νιγρίτα || αποκοιμίζω

απουκμούμι || Αιτωλοακαρνανία, Μάδυτος*, Νιγρίτα || αποκοιμούμαι

απουκμπώ || Σάμος || αποκουμπώ

απουκμώ || Νιγρίτα, Σάμος || αποκοιμίζω

απουκμώμι || Σάμος || αποκοιμούμαι

απουκόβγου || Λέσβος, Λιβίσι* || απογαλακτίζω

απουκόβου || Βελβεντός, Γρεβενά, Ευρυτανία, Κοζάνη, Μαγνησία, Νιγρίτα, Πιερία, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τήνος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || απογαλακτίζω

απουκουκιά || Λέσβος || αποκοτιά

απούκουμαν || Λιβίσι* || απογαλακτισμός

απουκουμένους || Λέσβος || απογαλακτισμένος

απουκουμένους || Αιτωλοακαρνανία || αποκομμένος

απουκούμπ || Θάσος, Καστοριά, Σάμος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποκούμπι

απουκούμπα || Ήπειρος, Θεσσαλία || αποκούμπι

απουκούμπιου || Αιτωλοακαρνανία || αποκούμπι

απουκούμπμα || Κοζάνη || αποκούμπι

απουκούμπς || Πιερία || αποκούμπι

απουκούμπσμα || Ήπειρος || αποκούμπι

απουκουντά || Φθιώτιδα || αποκοντά

απουκουντριασμένους || Καρδίτσα || απογοητευμένος

απουκουπάρι || Ινέπολη* || απογαλακτισμένο

Απουκουριά || Αραβανί*, Λιβίσι* || Αποκριά

απουκουριάννου || Λιβίσι* || αποκρεύω

απουκουριώννου || Μάκρη* || αποκρεύω

απουκουσκίνσμα || Αίνος*, Ιωάννινα || αποκοσκινίδι

απουκουσκνίζου || Ιωάννινα || αποκοσκινίζω

απουκουσνίδ || Λέσβος || αποκοσκινίδι

απουκουτάου || Ιωάννινα, Σάμος, Φωκίδα || αποκοτώ

απουκουτιά || Αδριανούπολη*, Αιτωλοακαρνανία, Ήπειρος, Κοζάνη, Λιβίσι*, Σάμος, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || αποκοτιά

απουκουτός || Καστελλόριζο || απόκοτος

απουκουτού || Λιβίσι* || αποκοτώ

απουκουτώ || Ιωάννινα, Καστοριά, Κοζάνη, Μάδυτος*, Σάμος, Σκόπελος || αποκοτώ

απουκουψάρκου || Σκόπελος || απογαλακτισμένο

απουκόφτου || Αδριανούπολη*, Λήμνος || απογαλακτίζω

απουκόφτου || Καστοριά || αποκόβω

Απουκρά || Καστοριά, Κοζάνη, Λαγκαδάς, Σιάτιστα || Αποκριά

απουκράτσκους || Σιάτιστα || αποκριάτικος

Απουκρέ || Λέσβος || Αποκριά

Απουκρές || Αιτωλοακαρνανία, Καρδίτσα, Κοζάνη, Φωκίδα || Απόκριες

απουκρεύου || Καβακλί*, Καρδίτσα, Κοζάνη, Πιερία, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τρίκαλα, Χαλκιδική, Φθιώτιδα || αποκρεύω

Απουκριά || Άρτα, Καρδίτσα, Καστοριά, Πιερία || Αποκριά

απουκριάτκους || Ιωάννινα, Πιερία || αποκριάτικος

Απουκριγιά || Λέσβος || Αποκριά

απουκριγιώνου || Λέσβος || αποκρεύω

Απουκριές || Ευρυτανία, Καρδίτσα || Απόκριες

απουκριεύου || Λάρισα || αποκρεύω

απουκριώνου || Ίμβρος || αποκρεύω

απουκρύβου || Αιτωλοακαρνανία || αποκρύπτω

απουκρώνου || Λέσβος || αποκρεύω

απουκταίνου || Αιτωλοακαρνανία || αποβλακώνω

απουλείτουργα || Λέσβος, Σάμος || απολείτουργα

απουλείτρουα || Κέρκυρα, Μύκονος || απολείτουργα

απουλείτρουγα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Κέρκυρα || απολείτουργα

απουλέου || Μαγνησία, Φθιώτιδα || απολέω

απουλσιά || Αιτωλοακρνανία, Ιωάννινα, Καρδίτσα, Χαλκιδική || απολυσιά

απουλτουργώ || Λέσβος || απολειτουργώ

απουλτσιά || Τρίκαλα || απολυσιά

απουλφάδ || Λέσβος, Σαμοθράκη, Σάμος, Φθιώτιδα || απολειφάδι

απουμάζουμα || Σάμος || απομάζωμα

απουμαζώνου || Σάμος || απομαζεύω

απουμένου || Κοζάνη, Πιερία, Σιάτιστα, Σκόπελος, Σουφλί, Τρίκαλα, Χαλκιδική || απομένω

απουμέσα || Κύπρος, Λέσβος, Νάξος, Σαμοθράκη || απομέσα

απουμισήμιρα || Αιτωλοακαρνανία || απομεσήμερα

απουμνάρ || Κοζάνη || απομεινάρι

απουμνίσκου || Νιγρίτα, Χαλκιδική || απομένω

απουμούρους || Λάρισα || αποβλάκωση

απουμουρώνου || Λάρισα || αποβλακώνω

απουμουρώνουμι || Πιερία || αποβλακώνομαι

απουμπρός || Κύπρος || απομπρός

απουμπρουστά || Σάμος || απομπρός

απουνέρια || Τρίκαλα || απόνερα (πλυσίματος)

απουνήριφτους || Ιωάννινα || απονήρευτος

απουνιά || Φθιώτιδα || απονιά

απουννιά || Λιβίσι* || απονιά

άπουνους || Καστοριά, Λιβίσι*, Μάδυτος*, Φθιώτιδα || άπονος

απουνουψχιά || Σάμος || απονιά

απούντα || Κρήτη || από

απουξέρας || Πιερία || αποξήρανση

απουομπρός || Ινέπολη*, Κύπρος, Λιβίσι*, Σάμος, Τήλος || απομπρός

απουπαγκές || αποπαγκές || αποπάνω

απουπαίδ || Γρεβενά, Καρδίτσα, Τρίκαλα, Χαλκιδική || αποπαίδι

απουπαίρνου || Καρδίτσα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Σάμος, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποπαίρνω

απουπάν || Αδριανούπολη*, Θεσσαλονίκη, Λάρισα, Σάμος, Σιάτιστα, Σουφλί, Φθιώτιδα || αποπάνω

απουπάνου || Αργολίδα, Αρκαδία, Αχαΐα, Βοιωτία, Ηλεία, Καλαβρία, Κορινθία, Λέσβος, Λιβίσι* || αποπάνω

απουπάνω [Meursius 1614] || Αρκαδία, Ινέπολη*, Μεσσηνία, Νάξος, Χαλδία* || αποπάνω

απουπανωθιός || Κρήτη || αποπάνω

απουπέρα || Ηλεία, Καρδίτσα, Μαγνησία, Νάξος, Σάμος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποπέρα

απουπές || Κοτύωρα* || απομέσα

απουπίσου || Ινέπολη*, Λέσβος, Σάμος, Τήλος || αποπίσω

απουπίσω || Αρκαδία || αποπίσω

απουπλάκ || Ίμβρος || απολειφάδι

απουρβαδίς || Ινέπολη*, Κερασούντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποβραδίς

αποϋρίδι || Θήρα, Κάρπαθος || αποκοσκινίδι

αποϋρίδια || Κάρπαθος || αποκοσκινίδια

απουρίχνου || Βοιωτία, Γρεβενά, Καρδίτσα, Καστοριά, Κοζάνη, Λαγκαδάς, Λάρισα, Μαγνησία, Νιγρίτα, Πιερία, Σάμος, Σιάτιστα, Σκόπελος, Τρίκαλα, Φθιώτιδα, Χαλκιδική || αποβάλλω

απούς || Καστελλόριζο, Κρήτη || από

απουσάπνου || Σκόπελος || απολειφάδι

απουσπέρα || Λιβίσι* || αποβραδίς

απουσπερί || Λήμνος || απόγευμα

απουσπιρί || Θάσος || αποβραδίς

απουσπιρίς || Λιβίσι*, Σάμος, Σκόπελος || αποβραδίς

απουσπιρνά || Ίμβρος || αποβραδίς

απουσπιρού || Ίμβρος, Λέσβος || αποβραδίς

απούτ || Βελβεντός, Ήπειρος, Θεσσαλονίκη, Φθιώτιδα || από

απουτά || Κρήτη || αποκεί

απουτάζου || Λέσβος, Σάμος || αποκτώ

απουτάσου || Ίμβρος, Λέσβος || αποκτώ

απουτικεί || Σιάτιστα || αποκεί

απούτουδα || Κρήτη || αποκεί

απουτσεί || Απουλία, Καλαβρία || αποκεί

απουτσιά || Κάλυμνος || αποκεί

απουφκά || Κοτύωρα* || αποκάτω

απουφκακές || Κοτύωρα* || αποκάτω

απουχτάου || Ιωάννινα, Νιγρίτα, Τρίκαλα, Φθιώτιδα || αποκτώ

απουχτένου || Ιωάννινα || αποκτώ

απουχτώ || Καστοριά, Λαγκαδάς, Σιάτιστα || αποκτώ

αποφκά || Κοτύωρα*, Χαλδία* || αποκάτω

αποφκακές || Κοτύωρα* || αποκάτω

αποφκιασίδια || Λακωνία || αποκοσκινίδια

αποφρύζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποξηραίνομαι

αποφρύσσω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποξηραίνομαι

αποφτιάνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποπερατώνω

απόφτιασμα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποπεράτωση

απόφτου || Κέρκυρα, Παξοί || αποκεί

αποφτούθε || Λευκάδα, Μάνη, Μεσσηνία || αποκεί

αποφτούθενε || Αρκαδία || αποκεί

αποφτούθενες || Αρκαδία || αποκεί

αποφύου || Τσακωνιά || απομακρύνομαι

αποχαϊλώνου || Μάνη || αποβλακώνω

αποχαίρομαι [Germano 1622] || απολαμβάνω

αποχάμου || Τσακωνιά || αποκάτω

αποχκίζου || Τσακωνιά || αποκτώ

αποχλειφάδι || Τσακωνιά || απολειφάδι

αποχλειφάιδι || Τσακωνιά || απολειφάδι

αποχόντρι [Λεξικό Δημητράκου 1933 || δημοτική || αποκοσκινίδι

αποχταίνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτώ

αποχτάω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Ηλεία, Πάργα || αποκτώ

απόχτημα [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Μάνη || απόκτημα

αποχτημένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκτημένος

αποχτήνω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτώ

απόχτιν || Κύπρος || απόκτημα

απόχτιο || Κέρκυρα || απόκτημα

αποχτού || Μάνη, Τσακωνιά || αποκτώ

αποχτυπώ [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτυπώ

αποχτώ [Βλαστός 1931] || δημοτική || Αρκαδία, Μεσσηνία || αποκτώ

αππεκεί || Χάλκη || αποκεί

αππέσσω || Κύπρος || απομέσα

αππεσωθκιόν || Κύπρος || απομέσα

αππεώ || Χάλκη || αποδώ

αππογιά || Χάλκη || αποδώ

αππόδε || Καλαβρία, Κύπρος || αποδώ

αππόθε || Καλαβρία || αποδώ

αππόσσω || Κύπρος || απομέσα

αππότε || Καλαβρία || αποδώ

αππούδε || Καλαβρία || αποδώ

αππώ || Καλαβρία || αποδώ

απρουπαίρνου || Σάμος || αποπαίρνω

απτ || Κοζάνη || από

απφάν || Μαγνησία || αποπάνω

απχάτ || Κοζάνη, Τρίκαλα || αποκάτω

απχάτου || Καρδίτσα || αποκάτω

απώδε [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποδώ

αργαδινή || Μύκονος || απόγευμα

αργατινάκη || Κρήτη || απογευματινό

αρνοβότανο [Λεξικό Δημητράκου 1936] || δημοτική || απολησμονοβότανο

ας || Αραβανί*, Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Οινόη*, Όφις*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Σίλλη*, Σινασός*, Χαλδία*, Χίος || από

ασόλουτος || Ζάκυνθος || απόλυτος

ασς || Καλαβρία || από

ασσέ || Καλαβρία || από

άσσε || Καλαβρία || από

ασυμπονιά [Βλαστός 1931] || απονιά

ατ || Απουλία, Καλαβρία, Κάλυμνος || από

ατζαρδόζος || Λευκάδα || απόκοτος

ατζέ || Καλαβρία || από

ατζεπίρω || Παξοί || αποδέχομαι

ατζετάρω || Μύκονος || αποδέχομαι

ατς || Απουλία, Καλαβρία || από

ατσέ || Καλαβρία || από

ατσίρω || Κέρκυρα || αποδέχομαι

αφ [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αίγινα, Αμοργός, Αστυπάλαια, Αχαΐα, Ζάκυνθος, Καστελλόριζο, Κέρκυρα, Κεφαλονιά, Κίμωλος, Νίσυρος, Τραπεζούντα*, Τσεσμέ*, Χίος || από

αφκά || Κερασούντα*, Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκάτω

αφκάτ || Κερασούντα* || αποκάτω

αφκάτου || Κερασούντα* || αποκάτω

αφλογιάζω || Πελοπόννησος || αποπαίρνω

αφού || Λέσβος, Σαμψούντα* || από

αφπάν || Μαγνησία || αποπάνω

αφς || Καλαβρία || από

αφσέ || Απουλία, Καλαβρία || από

αχουγιάζω || Αρκαδία, Κορινθία || αποπαίρνω

αχπάν || Ευρυτανία || αποπάνω

αχπάνου || Ευρυτανία || αποπάνω

αχπάνω || Αργολίδα || αποπάνω

αχπέρα || Ευρυτανία || αποπέρα

αψ || Καλαβρία || από

αψέ || Καλαβρία || από

βεκκελές || Κύπρος || αποθήκη

Γιαποκρές || Κρήτη || Απόκριες

γιόμα || Αχαΐα, Κύθνος, Νιγρίτα, Σίφνος || απόγευμα

γιοματόπουλο || Ήπειρος || απόγευμα

γκίστο || Παξοί || απόκτημα

διασπεριά || Καστελλόριζο || απόγνωση

εγκιστάρω || Παξοί || αποκτώ

εκουιστάδος || Παξοί || αποκτημένος

εξώλαμπρα [Ηπίτης 1908] || απόπασχα

επ || Κερασούντα* || από

επεκεί || Κοτύωρα*, Σάντα*, Τραπεζούντα*, Χαλδία* || αποκεί

επεπάν || Όφις || αποπάνω

επεπίς || Όφις* || αποπίσω

επετσεί || Όφις* || αποκεί

εποδέ || Κρήτη, Κύθηρα || αποδώ

εποδιά || Κύθηρα || αποδώ

επότε || Καλαβρία || αποδώ

επουκά || Όφις* || αποκάτω

επουκάτ || Όφις* || αποκάτω

επουκάτα || Όφις* || αποκάτω

ερσεβέρω || Κέρκυρα || αποδέχομαι

ετσετιάζω || Κύπρος || αποδέχομαι

ζαβλακουμένους || Θάσος, Λέσβος || αποβλακωμένος

ζαβλακωμένος || Πάργα || αποβλακωμένος

ζαβωμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποβλακωμένος

ζαβώνω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποβλακώνω

ζαμπάρκουδο || Λευκάδα || αποκρουστικός

ζαμπλακουμένπυς || Σιάτιστα || αποβλακωμένος

θαραπάβουμι || Γρεβενά || απολαμβάνω

θαραπέβουμι || Καρδίτσα, Καστοριά, Χαλκιδική || απολαμβάνω

ιβγατή || Καστοριά || αποβάθρα

ιβεντάριο || Κύθηρα || απογραφή

ικιντιντέ || Νιγρίτα || απομεσήμερο

κάουδο || Κρήτη || αποκαΐδι

καρβουνίδα || Κρήτη || αποκαΐδι

καρκανιάζομαι || Κρήτη || αποξεραίνομαι

καρκανιάζω || Κρήτη || αποξηραίνομαι

καταστεμός || Κρήτη || αποκατάσταση

κατζέλο || Ζάκυνθος || αποθήκη

καψάλι || Κρήτη || αποκαΐδι

κάψαλο || Κεφαλονιά || αποκαΐδι

κάψαλος || Κρήτη || αποδαύλι

κέλλα || Κύπρος, Σύρος || αποθήκη

κεφαλοκόβγω [Somevera 1709] || αποκεφαλίζω

κιντί || Κρήτη || απόγευμα

κίστο || Παξοί || απόκτημα

κόρπος || Κίμωλος || αποπληξία

κοσκνίδι [ΙΛΝΕ 1939] || αποκοσκινίδι

κοτού || Τσακωνιά || αποκοτώ

κουτζοκεφαλίζω [Somevera 1709] || αποκεφαλίζω

κουτσοκεφαλίζω || Κρήτη || αποκεφαλίζω

λαγρέρω || Νίσυρος || απομακρύνομαι

λαργάρω || Κάλυμνος, Καστελλόριζο, Κύθνος, Νάξος, Χίος || απομακρύνομαι

λαργέρνω || Κως || απομακρύνομαι

λαργέρω || Κάρπαθος, Νίσυρος, Σύμη, Τήλος || απομακρύνομαι

λαργεύγω || Σύμη || απομακρύνομαι

λαργεύω || Ήπειρος || απομακρύνομαι

λαργκαρίζζω || Κως || απομακρύνομαι

λαργκέβιω || Ρόδος || απομακρύνομαι

λαρζέρνω || Κάλυμνος || απομακρύνομαι

λασγαρεύου || Ίμβρος || απομακρύνομαι

λασγαρίζου || Ίμβρος || απομακρύνομαι

λησμονοβότανο [Λεξικό Δημητράκου 1936] || δημοτική || απολησμονοβότανο

λιθαροπάτι || Μεσσηνία || απονευρωσίτιδα

λιθοπάτημα || Κέρκυρα || απονευρωσίτιδα

μαγαζάς || Νιγρίτα || αποθήκη

μαγαζέ || Κύθνος, Μύκονος || αποθήκη

μαγαζές || Κρήτη, Μύκονος || αποθήκη

μαγαζί || Κέρκυρα, Κοζάνη || αποθήκη

μαγατζές || Κρήτη || αποθήκη

μαγατζί || Μύκονος || αποθήκη

μαγκατζές || Κρήτη || αποθήκη

μαέζα || Ρόδος || αποθήκη

μαξενέ || Κύπρος || αποθήκη

μαρέντα || Κρήτη || απογευματινό

ματζές || Νάξος || αποθήκη

με || Κως, Σωζόπολη* || από

μετζάο || Ιθάκη || αποθήκη

μετζάος || Ιθάκη || αποθήκη

μοθέννω || Σύμη || αποθέτω

μοθεύκω || Κύπρος || αποθέτω

μπαρκαρούτσος [Ήμελλος & Πολυμέρου 1983] || αποβάθρα

μπαστικό || Κάρυστος || αποθήκη

μπε || Σινασός* || από

μπεβαλώνομαι || Θήρα || αποβάλλω

μπεμπάλομα || Νάξος || αποβολή

μπεμπάλοση || Θήρα || αποβολή

μπεμπαλώνομαι || Θήρα, Μήλος, Νάξος || αποβάλλω

μπιμπάλοση || Νάξος || αποβολή

μπιμπαλώνομαι || Νάξος || αποβάλλω

μπιρμπένομαι || Κρήτη || αποβάλλω

μπουκάτου || Καλαβρία || αποκάτω

ναυτοσκάλα [Βλάχος 1659] || αποβάθρα

νι || Τσακωνιά || από

νουζούλιν || Κύπρος  || αποπληξία

ντα || Ζάκυνθος || από

νταμ || Καρδίτσα, Λάρισα, Λέσβος || αποθήκη

νταμιλάς || Ηλεία || αποπληξία

νταμλά || Τσακωνιά || αποπληξία

νταμλαξμός || Σκόπελος || αποπληξία

νταμλάς [Λεξικό Πρωίας 1934] || δημοτική || Ίμβρος, Καλλίπολη*, Σάμος, Σκόπελος || αποπληξία

νταμουλά || Τσακωνιά || αποπληξία

νταμουλάς || Άνδρος, Κρήτη, Πάρος || αποπληξία

νταμπλάς [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || Άνδρος, Αρκαδία, Γρεβενά, Ιωάννινα, Καστοριά, Κρήτη, Μεσσηνία, Νιγρίτα, Σάμος, Σουφλί, Σωζόπολη*, Χαλκιδική || αποπληξία

νταουζάς || Αιτωλοακαρνανία || αποπληξία

ντάρα [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || Νίσυρος, Σύμη || απόβαρο

ντεποζιτάρω || Ζάκυνθος || αποθηκεύω

ντέπος || Άγιοι Σαράντα || αποθήκη

ντεσμπάρκο || Ζάκυνθος, Λακωνία || αποβίβαση

ντισεντέντσα || Ζάκυνθος || απόγονοι

ντότσας || Πιερία || αποβλακωμένος

ντότσκαρους || Πιερία || αποβλακωμένος

ντότσκας || Πιερία || αποβλακωμένος

ντουβρουτζάς || Κορινθία, Μεσσηνία || αποπληξία

ντουρβανίζω || Αραβανί* || αποβουτυρώνω

ντρουβαλιάζω || Κρήτη || αποβλακώνομαι

ξαλαργάρω [Ηπίτης 1909] || δημοτική || απομακρύνομαι

ξαραθυμώ || Μύκονος || απολαμβάνω

ξεβιζαίνομαι [Portius 1635] || απογαλακτίζω

ξεβουτυρίζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποβουτυρώνω

ξέλαμπρα [Ηπίτης 1908] || απόπασχα

ξενώνω [Somavera 1709] || αποξενώνω

ξέπαπας [Βλαστός 1931] || απόπαπας

ξέπασχα [ΙΛΝΕ 1939] || απόπασχα

ξεπλατυσμός [Portius 1635] || απομάκρυνση

ξεραθυμάω || Σύρος || απολαμβάνω

ξεροκαρδιά [Somavera 1709] || απονιά

ξιαπουχώνου || Νιγρίτα || αποκαλυπτω

ξιοστς || Γρεβενά || αποθήκη

ξυλογαδάρα [Ήμελλος & Πολυμέρου 1983] || αποβάθρα

ξώλαμπρα [Somavera 1709] || δημοτική || απόπασχα

ξώπαιδο || Κρήτη || αποπαίδι

οκέλλα || Κύπρος || αποθήκη

ομπανέ || Κρήτη || αποβραδίς

οξώλαμπρα [Somavera 1709] || απόπασχα

οπ || Σίλλη* || από

οπουδώ || Σίλλη* || αποδώ

ουπάνω || Ήπειρος || αποπάνω

ουπχάτ || Κοζάνη || αποκάτω

πάγκος [Ήμελλος & Πολυμέρου 1983] || αποβάθρα

παδά || Κρήτη || αποδώ

παδέ || Κρήτη || αποδώ

πακαμένο || Καλαβρία || αποκαμένος

πακιά || Χαλκιδική || αποκεί

παναθκιόν || Κύπρος || αποπάνω

πανωδκιόν || Κύπρος || αποπάνω

πανωθκιόν || Κύπρος || αποπάνω

παουπάν || Καστοριά || αποπάνω

παπέσσω || Κύπρος || απομέσα

παράπαντα || Κρήτη || απόμακρα

παράσπιτε || Τσακωνιά || αποθήκη

πε || Καππαδοκία*, Μεσημβρία*, Προποντίδα*, Σαράντα Εκκλησιές*, Σέριφος, Σωζόπολη*, Χαβουτσί* || από

πέδανα || Ίμβρος || αποδώ

πεδώ || Θεσσαλονίκη, Σωζόπολη* || αποδώ

πέθερα || Ρόδος || απόθερα

πεθέρι || Ρόδος || αποθέρισμα

πεθερίζω || Ρόδος || αποθερίζω

πεκ || Αδριανούπολη* || αποκεί

πεκάτ || Σαράντα Εκκλησιές* || αποκάτω

πεκεί || Σαράντα Εκκλησιές*, Χαλδία* || αποκεί

πεκεινά || Σαράντα Εκκλησιές* || αποκεί

πέκια || Ίμβρος, Σαμοθράκη || αποκεί

πέκνα || Ίμβρος || αποκεί

πεκόβγω || Σαράντα Εκκλησιές* || απογαλακτίζω

πεκοιμίζω || Σαμψούντα*, Σαράντα Εκκλησιές* || αποκοιμίζω

πεκοτώ || Ρόδος || αποκοτώ

πεκουτερός || Ρόδος || απόκοτος

πελειφάδι || Κωνσταντούπολη || απολειφάδι

πελουφάι || Ρόδος || απολειφάδι

πετά || Σαράντα Εκκλησιές* || από

πέτσος || Σύρος || αποκεί

πηαλώνομαι || Ρόδος || αποβάλλω

πθώνω || Λευκάδα, || αποθέτω

πι || Απουλία || από

πιζμώνου || Ίμβρος || αποζυμώνω

πιθιρίζου || Ίμβρος || αποθερίζω

πιθώνω || Πάργα || αποθέτω

πιθώχτω || Χάλκη || αποθέτω

πικουσκνίδ || Ίμβρος || αποκοσκινίδι

πικόφτου || Σάμος || απογαλακτίζω

πικριώνου || Ίμβρος || αποκρεύω

πιπές || Σινασός* || απομέσα

πιπές || Φάρασα* || αποπίσω

πιπλάκ || Ίμβρος || απολειφάδι

πίρβαση || Κρήτη || αποβολή

πισπιρνά || Ίμβρος || αποβραδίς

πισπιρού || Ίμβρος || αποβραδίς

πο [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || Αμοργός, Αρκαδία, Αυλωνάρι, Θεσσαλονίκη, Καβακλί*, Κάλυμνος, Καρδίτσα, Κέρκυρα, Κονίστρες, Κρήτη, Κύθνος, Λάρισα, Κύμη, Κύπρος, Λακωνία, Μέγαρα, Μεσημβρία*, Μεσσηνία, Νάξος, Πάρος, Φάρασα*, Φούρνοι, Χαβουτσί*, Σύρος, Σωζόπολη*, Τρίκαλα, Χάλκη || από

ποάλλω || Κύπρος || αποβάλλω

ποβαλώνομαι || Κύθνος || αποβάλλω

ποβέλου || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποβάλλω

ποβραδίς || Αυλωνάρι || αποβραδίς

ποβράσου || Αυλωνάρι || αποβράζω

πόβρουχου || Εύβοια || απόβροχο

ποβύζιν || Κύπρος || αποβύζι

πογά || Κύπρος || αποδώ

πογελώ || Κύπρος || απογελώ

πογίνομαι || Θήρα, Κύπρος || απογίνομαι

πογιομίζω || Παξοί || απογεμίζω

πογιόμισμα || Παξοί || απογέμισμα

πογνέθου || Αυλωνάρι || απογνέθω

ποδά || Κύπρος || αποδώ

ποδαύλι || Ρόδος || αποδαύλι

ποδαύλιν || Οινόη* || αποδαύλι

πόδαυλο || Σύμη || αποδαύλι

πόδε || Κρήτη, Κύθηρα, Κύπρος || αποδώ

πόδειπνε || Βάτικα*, Χαβουτσί* || απόδειπνο

ποδειπνίζω || Κρήτη || αποδειπνώ

ποδείχνω || Προποντίδα || αποδεικνύω

πόδες || Κρήτη || αποδώ

ποδιά || Κύθηρα || αποδώ

ποδώ || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποδώ

ποδωνά || Αστυπάλαια || αποδώ

ποζαύλιν || Κύπρος || αποδαύλι

ποζούμιν || Κύπρος || απόζουμο

ποθέννω || Νίσυρος, Τήλος || αποθέτω

πόθερα || Κύπρος, Ρόδος || απόθερα

ποθέρι || Ρόδος || αποθέρισμα

ποθερίζου || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποθερίζω

ποθερίζω || Κύπρος, Ρόδος, Σκύρος || αποθερίζω

ποθέριν || Κύπρος || αποθέρισμα

ποθέχτω || Κάρπαθος || αποθέτω

ποθώχτω || Κάρπαθος || αποθέτω

ποκά || Σωζόπολη* || αποκάτω

πόκα || Κως || αποκεί

ποκαημένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαμένος

ποκαίγω [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαίω

ποκαλάμη || Κύπρος || αποκάλαμο

ποκαλαμία || Αυλωνάρι || αποκάλαμο

ποκάλαμο || Αυλωνάρι || αποκάλαμο

ποκαμένο || Καλαβρία || αποκαμένος

ποκαμένος [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || αποκαμένος

ποκάτ || Χαβουτσί* || αποκάτω

ποκάτζα || Κάλυμνος || αποκαΐδια

ποκάτου || Αυλωνάροι, Κονίστρες, Κύμη, Σωζόπολη* || αποκάτω

ποκάτω || Αστυπάλαια, Κάρπαθος, Κύπρος, Κως, Μύκονος || αποκάτω

ποκατωθιό || Κρήτη || αποκάτω

ποκατωθιός || Κρήτη || αποκάτω

ποκατωθκιόν || Κύπρος || αποκάτω

ποκάω || Χίος || αποκάτω

πόκιμμαν || Κύπρος || απόπιμα

ποκιουμούμαι || Καλαβρία || αποκοιμούμαι

ποκλαίω || Καλαβρία || αποκλαίω

πόκο || Ρόδος || αποκεί

ποκόβγω || Χαβουτσί* || αποβάλλω

ποκόβγω || Κρήτη, Κως, Χαβουτσί* || απογαλακτίζω

ποκόβκω || Κύπρος || απογαλακτίζω

ποκόβω || Δέλβινο || απογαλακτίζω

ποκοδά || Κως || αποκεί

ποκόθτω || Καλαβρία || απογαλακτίζω

ποκοιμάω [ΙΛΝΕ 1933] || αποκοιμίζω

ποκοιμίζω [ΙΛΝΕ 1933] || αποκοιμίζω

ποκοιμιούμαι || Προποντίδα* || αποκοιμούμαι

ποκοιμούμαι || Κρήτη, Κύπρος || αποκοιμούμαι

πόκομα || Δέλβινο || απογαλακτισμός

ποκομός || Κύπρος || απογαλακτισμός

ποκοσσίνιδον || Κύπρος || αποκοσκινίδι

ποκοτερός || Κρήτη || απόκοτος

ποκοτθίζω || Κάλυμνος || αποκοτώ

πόκοτθος || Κάλυμνος || απόκοτος

ποκοτθώ || Κάλυμνος || αποκοτώ

ποκοτίζω || Κάλυμνος || αποκοτώ

πόκοττος || Κως || απόκοτος

ποκοττώ || Κύπρος, Κως || αποκοτώ

ποκοτώ || Ρόδος, Σύμη, Τήλος || αποκοτώ

ποκούμπημα || Σύρος || αποκούμπι

ποκούμπιν || Κύπρος || αποκούμπι

ποκούμπισμαν || Κύπρος || αποκούμπι

ποκούτουρος || Κονίστρες || απόκοτος

ποκριώννω || Κως, Ρόδος || αποκρεύω

ποκρυώννω || Κύπρος || απογοητεύομαι

πολαβαίνω || Ρόδος || απολαμβάνω

πολαρζέρνω || Κάλυμνος || απομακρύνομαι

πολείτουργα || Κάλυμνος || απολείτουργα

πολειφάδ || Σαράντα Εκκλησιές* || απολειφάδι

πολειφάδα || Αυλωνάρι, Κομίστρες, Κορινθία || απολειφάδι

πολειφάδι || Ζάκυνθος, Νίσυρος || απολειφάδι

πολειφάδιν || Κύπρος || απολειφάδι

πολειφάι || Κάλυμνος || απολειφάδι

πολειφάιν || Κύπρος, Ρόδος || απολειφάδι

πολειχάδα || Λακωνία || απολειφάδι

πολουτουργώ || Κύπρος || απολειτουργώ

πολούτουρκα || Κύπρος || απολείτουργα

πολουτρουώ || Θήρα || απολειτουργώ

πολφάδ || Πάρος || απολειφάδι

πομένου || Αυλωνάρι, Κονίστρες || απομένω

πομένω || Σύμη, Φούρνοι, Χαλδία* || απομένω

πομίκω || Δέλβινο || απομένω

πομπρός || Κύπρος || απομπρός

πονέθου || Αυλωνάρι || απογνέθω

πόνερα || Κάλυμνος || απόνερα (πλοίου)

πόνερα || Κάλυμνος, Σύμη || απόνερα (πλυσίματος)

πονοικοκυρά [Λεξικό Πρωίας 1933] || δημοτική || απονοικοκυρά

ποπά || Κρήτη, Χαβουτσί* || αποδώ

ποπά || Βάτικα* || αποκεί

ποπαδά || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποδώ

ποπαδιά || Βάτικα* || αποδώ

ποπαίρνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποπαίρνω

ποπαίρου || Κονίστρες || αποπαίρνω

ποπάνου || Κονίστρες, Σωζόπολη* || αποπάνω

ποπάνω [ΙΛΝΕ 1933] || Κύπρος || αποπάνω

ποπάνωθεν || Κύπρος || αποπάνω

ποπανωθιό || Κρήτη || αποπάνω

ποπανωθιόν || Κύπρος || αποπάνω

ποπανωθιός || Κρήτη || αποπάνω

ποπανωθκιόν || Κύπρος || αποπάνω

ποπανωτσό || Κάλυμνος || αποπάνω

πόπασκα || Χαβουτσί* || απόπασχα

πόπερα || Αυλωνάρι || αποπέρα

ποπέρα [ΙΛΝΕ 1939] || αποπέρα

ποπέσα || Βάτικα* || αποδώ

ποπέσια || Βάτικα* || αποδώ

ποπιά || Βάτικα* || αποδώ

πόπιαμα || Καλαβρία || απόπιμα

πόπιημα || Εύβοια || απόπιμα

πόπιμα || Αυλωνάρι, Κονίστρες || απόπιμα

πόπιμμα || Τήλος || απόπιμα

πόπιμμαν || Κύπρος || απόπιμα

ποπίνω [ΙΛΝΕ 1939] || αποπίνω

ποπίς || Χαβουτσί* || αποπίσω

ποπίσου || Αυλωνάρι, Κονίστρες, Φάρασα* || αποπίσω

ποπίσω [ΙΛΝΕ 1939] || αποπίσω

πόπιωμα || Σύμη || απόπιμα

πόπκιν || Κύπρος || απόπιμα

πόπλυμα || Χαβουτσί* || απόπλυμα

ποππέσσω || Κύπρος || απομέσα

ποππεσσωθκιόν || Κύπρος || απομέσα

ποππίσω || Κύπρος || αποπίσω

ποππισών || Κύπρος || αποπίσω

πορίβκω || Κύπρος || αποβάλλω

πορίχνου || Αυλωνάρι || αποβάλλω

πορίχνω || Βάτοκα*, Χαβουτσί* || αποβάλλω

πος || Κως || από

ποσκ || Σαμοθράκη || αποκεί

ποσκοκινίδι || Σύμη || αποκοσκινίδι

ποσπερίς || Κύπρος || αποβραδίς

πόσσω || Κύπρος || απομέσα

ποστσύβαλε || Τσακωνιά || αποκοσκινίδι

ποτά || Σμύρνη || από

ποτάζω [Λεξικό Δημητράκου 1933] || δημοτική || αποκτώ

ποτάσω || ποτάσω || αποκτώ

πότε || Απουλία || αποδώ

ποτσά || Χαβουτσί* || αποκεί

ποτσεί || Κονίστρες, Κύπρος, Σέριφος || αποκεί

ποτσιά || Βάτικα*, Χαβουτσί* || αποδώ

ποτσιά || Βάτικα*, Κύπρος, Χαβουτσί* || αποκεί

ποτσοιμάου || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποκοιμίζω

ποτσοιμίζω || Κύπρος || αποκοιμίζω

ποτσοιμιόμαι || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποκοιμούμαι

ποτσοιμόμαι || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποκοιμούμαι

ποτσοιμούμαι || Κύπρος || αποκοιμούμαι

που || Αδριανούπολη*, Απουλία, Εύβοια, Ήπειρος, Ίμβρος, Κάλυμνος, Κάρπαθος, Καστελλόριζο, Κρήτη, Κύπρος, Κως, Λάρισα*, Λέσβος, Λουλέβουργας*, Νιγρίτα, Ρόδος, Σωζόπολη*, Τήνος || από

πουβραδί || Εύβοια || αποβραδίς

πουβραδίς || Κομοτηνή || αποβραδίς

πουβραΐς || Ρόδος || αποβραδίς

πουγδώ || Λήμνος || αποδώ

πουδά || Ρόδος || αποδώ

πουδανά || Ρόδος || αποδώ

πούδε || Καλαβρία || αποδώ

πουδουνά || Θάσος || αποδώ

ποΰζιν || Κύπρος || αποβύζι

πουθέττω || Καστελλόριζο || αποθέτω

πουθέτω || Κρήτη || αποθέτω

πουθιρίζου || Βόρεια Εύβοια || αποθερίζω

πουκά || Κύπρος || αποκάτω

πουκάτ || Καστοριά || αποκάτω

πουκάτου || Καστελλόριζο, Λέσβος || αποκάτω

πουκάτω || Κύπρος || αποκάτω

πουκατωθκιόν || Κύπρος || αποκάτω

πουκείθι || Χαλκιδική || αποκεί

πουκμάου || Εύβοια || αποκοιμίζω

πουκμιόμι || Εύβοια || αποκοιμούμαι

πουκουσκνάου || Εύβοια || αποκοσκινίζω

πουκουσκνίδι || Εύβοια || αποκοσκινίδι

πουκουτίζου || Καστελλόριζο || αποκοτώ

πουκουψάρκου || Βόρεια Εύβοια || απογαλακτισμένο

πουκόφτου || Λήμνος || απογαλακτίζω

πουκριώνου || Ίμβρος || αποκρεύω

πουλσιά || Εύβοια || απολυσιά

πουλφάδ || Λέσβος, Σάμος || απολειφάδι

πουμπρός || Ίμβρος || απομπρός

ποϋναμίζω || Κάλυμνος || αποδυναμώνω

ποϋνατίζω || Ρόδος || αποδυναμώνω

πούντος || Κύπρος || αποβάθρα

πουπαίρνου || Νιγρίτα || αποπαίρνω

πουπάνου || Απουλία || αποπάνω

πουπάνω || Ήπειρος, Κύπρος, Ρόδος || αποπάνω

πουπανωδκιόν || Κύπρος || αποπάνω

πουπάνωθεν || Κύπρος || αποπάνω

πουπανωθιόν || Κύπρος || αποπάνω

πουπανωθκιόν || Κύπρος || αποπάνω

πουπλάκ || Ίμβρος || απολειφάδι

πουσπιριού || Ίμβρος || αποβραδίς

πουσπιρνά || Ίμβρος || αποβραδίς

πουτ || Θεσσαλονίκη || από

πούτσια || Καλαβρία || αποκεί

ποχτάου || Αυλωνάρι, Κονίστρες || αποκτώ

πρόσαργο || Κρήτη || απόγευμα

πρόσπερα [Βλαστός 1931] || απόβραδα

προυπαίρνου || Σάμος || αποπαίρνω

ρέμπομαι || Κρήτη || απολαμβάνω

ρέπομαι || Κρήτη || απολαμβάνω

σακάζω || Κρήτη || απογαλακτίζω

σάκασμα || Κρήτη || απογαλακτισμός

σακκουλοτζιοιμιστός || Κύπρος || αποβλακωμένος

σαλβαρόμπα || Λευκάδα, Κέρκυρα || αποθήκη

σιομπουταλιάζω || Κρήτη || αποβλακώνω

σκα || Τσακωνιά || αποβάθρα

σκάλα [Κοντόπουλος 1875] || δημοτική || Κάλυμνος, Κάρπαθος, Λακωνία, Τσακωνιά || αποβάθρα

σκληροσύνη [Somavera 1709] || απονιά

σκορέρνω || Κρήτη || απομακρύνομαι

σκύβαλο [ΙΛΝΕ 1939] || αποκοσκινίδι

σομπουταλιάζω || Κρήτη || αποβλακώνω

στελμένος [Portius 1635] || απόβλητος

συνεπαίρνω || Κρήτη || αποδέχομαι

ταμνάς || Κάρπαθος, Κως, Λέρος, Ρόδος || αποπληξία

ταμπλάς [Λεξικό Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη 1998] || δημοτική || Νίσυρος || αποπληξία

ταμπουλάς || Αρκαδία || αποπληξία

ταπέσου || Οινόη* || απομέσα

ταργά || Μύκονος || απόγευμα

τραγιασξάς || Νιγρίτα || αποθήκη

τσε || Καλαβρία || από

φσε || Απουλία || από

χαβδαλώνω || Κρήτη || αποξηραίνομαι

χαβντουκιάζω || Κρήτη || αποξηραίνομαι

χαωμένος || Κύπρος || αποβλακωμένος